Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

Monsieur Spade (2024)

 

Έχουν γίνει βαρετές οι σειρές ή εγώ απλά βαρέθηκα; Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Η υπερπροσφορά έχει σκοτώσει την ποιότητα. Τα τελευταία 15 χρόνια, οι αμερικάνικες σειρές (κυρίως) άγγιξαν δυσθεώρητα ύψη δημιουργικότητας. Η χρυσή εποχή τελειώσε. Η πληθώρα streaming έφερε τον κορεσμό. Παρακολουθώ ελάχιστες σειρές πλέον, κυρίως μίνι σειρές, που κατά τη γνώμη μου, είναι το καλύτερο format, η ιδανική σύζευξη μεταξύ κινηματογράφου και τηλεόρασης. 

Οι εννιά στις δέκα μου φαίνοντα αδιάφορες. Αλλά μια στο τόσο, οι πλανήτες ευθυγραμμίζονται, και κυκλοφορούν μικρά αριστουργήματα σαν το Monsieur Spade. Τα έξι επεισόδια είναι noirgasm. Ο Clive Owen σε ερμηνεία ζωής, ηδονικά δηκτικός, είναι τόσο καλός στο ρόλο του αρχετυπικού χαρακτήρα του Hammett, που κάνει τον Bogart να μοιάζει με μέλος K-pop band. Λιτή σκηνοθεσία και φωτογραφία, εξαιρετικοί δεύτεροι χαρακτήρες - ο χοντρός μπάτσος είναι ήδη στο πάνθεον του είδους-, ατμόσφαιρα, και πάνω από όλα, βελούδινα ξυραφένιοι διάλογοι, πιστοί στο στυλ του Hammett. Irony has always been my favorite form of justice.

Οk, το φινάλε θα μπορούσε είναι είναι καλύτερο, όμως ακόμα κι έτσι, αξίζει τον χρόνο σας. Φυσικά θέλουμε δεύτερο κύκλο. Και κάτι ανάλογο για τον Philip Marlowe. 








Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

Στην άκρη της άκρης του κόσμου XIII

 

Το οχυρό έμοιαζε με σπασμένο τασάκι. Παντού πτώματα, οι πληγές τους ακόμα κάπνιζαν. Το άρωμα του θανάτου σου έκοβε την ανάσα. Μόνο τρία άτομα επέζησαν. Παρακολουθούσαν έντρομοι, τον εχθρό να τους περικυκλώνει.

"Λοιπόν γενναίοι μου άντρες, δεν έχει σημασία που μείναμε λίγοι. Είναι χρέος μας, απέναντι στους τεθνεώντες και την πατρίδα, ν'αντισταθουμε μέχρι της τελευταίας ρανίδας του αίματος μας. Είστε μαζί μου στρατιώτες;"

"Είστε σίγουρα στρατηγός;"

"Πώς τολμάς ασπόνδυλο να απευθύνεσαι έτσι στον ανώτερο σου;"

"Ρε μπας και είσαι μαλάκας; Μείναμε τρία άτομα, μας έχουν περικυκλώσει 150.000 στρατός, χωριά τα τεθωρακισμένα. Εκτός αν έχεις το τηλέφωνο του Galactus, δε μας βλέπω καλά"

"Σε οικτίρω ρίψασπι! Εσύ τι λες συνταγματάρχα;"

"Δεν είμαι συνταγματάρχης"

"Και γιατί φοράς τη στολή συνταγματάρχη;"

" Ήταν η μόνη που δεν είχε γίνει κονφετί, έψαξα όλα τα πτώματα " .

Ο στρατηγός αποχώρησε μουρμουρίζοντας βρισιές. Μετά από μια σύντομη σύσκεψη με τον εαυτό του, πλησίασε τους δύο στρατιώτες.

"Λοιπόν ρεμαλια, θα περιμένουμε να νυχτώσει, και τότε θα κάνουμε την κίνηση μας. Ο εχθρός δεν ξέρει πόσοι είμαστε. Θα εκμεταλλευτούμε το στοιχείο του αιφνιδιασμού και θα τους χτυπήσουμε! Είστε μαζί μου;"

"Μόλις νυχτώσει, εγώ την έκανα "

"Πώς τολμάς ρυπαρε σκώληκα; Θα σε περάσω στρατοδικείο, θα φροντίσω να σε εκτελέσουν!"

"Αν με βρεις στην Τζαμάικα, που θα έχω γίνει ψαράς, χαλάλι "

"Εσύ τι λες οπλίτη; Βλέπω στα μάτια σου να σιγοκαίει η φλόγα της ανδρείας!"

"Αν δεν έχει θέμα ο συνάδελφος, θα ήθελα να τον βοηθάω στο ψάρεμα "

"Ασταδιάλια κοπρίτες!"

"Γάμησε μας ρε μπρο, αν εσύ θέλεις να κάνεις τον Πρέκα και να πεθάνεις, πρόβλημα σου. Έχουμε και δουλειές!".

Η νύχτα σκέπασε με πέπλα ομίχλης την πεδιάδα. Η ανάσα του χειμώνα εγδερνε το μεδούλι των τριών. Παρακολουθούσαν τους εχθρούς εδώ και ώρες. 

"Πείνασα, έχει τίποτα να φάμε;"

"Κάτι αρβύλα, να τα κάνω σουφλέ ή κοκκινιστά;"

" Το κρέας τελείωσε;"

"Ποιο κρέας;"

"Αυτό που τρώγαμε εδώ και μέρες;"

"Ο Κριστόφ;"

"Ποιος είναι ο Κριστόφ;"

"Ο ασυρματιστής "

"Θα σε εκτελέσω επιτόπου! Τόλμησες να μαγειρέψεις τον νεκρό συναδέλφο σου;"

"Δε σε είδα να παραπονιέσαι χθες το βράδυ, διπλή μερίδα έφαγες!"

"Πόσες μέρες τρώμε τον Κριστόφ;"

"Καμιά εβδομάδα. Βγήκε μπόλικος. Να'ναι καλά το παληκάρι "

"Ποτέ τελείωσαν τα τρόφιμα;"

"Πριν ένα μήνα "

"Δηλαδή... Εδώ και 30 μέρες τρώμε.."

"Πρώτα μαγείρεψα τον Πιερ. Ήταν σκληρό το κρέας, με τόσα αναβολικά που είχε πάρει. Αλλά έγινε ωραία σούπα. Ευτυχώς ο Ζαν Κλωντ ήταν πιο gourmet. Ωραίες μπριζόλες έβγαλε ".

Ο στρατηγός έκανε εμετό. Έπεσε στο χώμα και άρχισε να κλαίει. Οι άλλοι δύο προσπάθησαν να τον παρηγορήσουν.

"Θα με κρεμάσουν. Θα με τουφεκίσουν. Θα με κρεμάσουν και θα με τουφεκίσουν. Είμαι ο πιο ξεφτιλισμενος αξιωματικός στην στρατιωτική ιστορία του έθνους!"

"Έλα σώπα μπρο. Κανείς δε θα μάθει τίποτα. Θα την κάνουμε σε λιγάκι, κοίτα να χαρείς τη ζωή σου κι άσε το μελόδραμα".

Ο τρίτος της παρέας έφερε ένα μπουκάλι και κάθισε μαζί τους.

"Τι είναι αυτό;"

"Το μοναδικό κρασί που επέζησε. Γεια μας".

Αφού τα 3/4 της φιάλης εξατμίστηκαν, οι άμυνες χαλάρωσαν και το θυμικό αναζωπυρώθηκε.

"Λοιπόν Στρατηγέ, αισθάνεσαι καλύτερα;"

"Πολύ καλύτερα. Σας ευχαριστώ παιδιά. Έχω να κάνω μια εξομολόγηση"

"Τι;"

"Δεν είμαι στρατηγός;"

"Παρακαλώ;"

"Είμαι ο οδηγός του στρατηγού. Μετά από τόσα χρόνια που υπέφερα την αυταρχική του αυταρχικότητα, ήθελα να ξεσπάσω. Δε μου κρατάτε κακία;".

Δυο διμοιρίες σφαλιάρες μετά, ο ένας από τους δύο στρατιώτες κρατάει τον άλλο, για να μη σουβλίσει τον οδηγό.

"ΑΣΕ ΜΕ ΝΑ ΤΟΥ ΚΑΝΩ PIERCING ΜΕ ΤΗΝ ΞΙΦΟΛΟΓΧΗ! ΝΑ ΤΟΥ ΠΕΡΑΣΩ ΤΑ ΕΝΤΕΡΑ ΓΙΡΛΑΝΤΕΣ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ!!"

"Σκάσε ρε μαλάκα, θέλεις να μας ακούσει ο εχθρός και να μας κάνουν μερέντα;"

"Μα το γαμιόλη, πως τόλμησε;".

Η λογική επικράτησε στα πέναλτι, και οι τρεις τους έκαναν μια τελευταία περιπολία. Ο εχθρός έμοιαζε ήρεμος.

"Λοιπόν, υπάρχει μια καταπακτή στο κελάρι. Οδηγεί στο ποτάμι. Στην αποθήκη υπάρχουν πολιτικά ρούχα. Αλλάζουμε, την κάνουμε και καλή τύχη μάγκες"

"Τι; Θα χωριστούμε;"

"Ναι, μπας και τη γλυτώσει κάποιος από τους τρεις μας"

"Μα γιατί ρε παιδιά; Μετά από τόσα περάσαμε; Να χαλάσει τόσο ωραία παρέα;"

"Τι λέει ο βλακέντιος; Ούτε δύο μέρες δε γνωριζόμαστε"

"Σταματήστε τα παιδιαρίσματα και πάμε".

Η σήραγγα ήταν ατελείωτη. Έτρεμαν σε κάθε βήμα. Κάθε ήχος, έκανε το σκοτάδι όλο και πιο τρομακτικό. Ακόμα και οι ανάσες τους ακούγονται δαιμονικές.

"Τι ήταν αυτό;"

"Τι έγινε;"

"Κάποιος μου έπιασε τον κώλο!"

"Δεν ήμουν εγώ!"

"Κόψτε τις μαλακίες, κοντεύουμε!".

Μια ρωγμή φωτός γλύκανε τα μάτια τους. Ο ήχος του νερού γαλήνεψε την εγρήγορση και το φόβο. Το μέρος ήταν πάνεμορφο.  Έπεσαν στο ποτάμι και έκαναν σαν μαθητές σε πενταήμερη. Έφαγαν ό,τι πρόλαβαν να πάρουν από το οχυρό (δηλαδή τα μπιφτέκια από το πτώμα του Ζαν Κλωντ) και λιάζονται σαν γάτες.

"Ρε μαλάκες, ωραία είναι εδώ. Δεν καθόμαστε;"

"Θα μας βρει ο εχθρός. Πρέπει να φύγουμε"

"Έχεις δίκιο. Αλλά πραγματικά, είναι τόσο όμορφα εδώ"

"Μα γιατί πρέπει να είμαστε πιόνια στη γεωπολιτική διελκυστίνδα; Αναλώσιμοι στις ενδοοικογενειακές  διαμάχες του διεθνές κεφαλαίου; Αφού αρκούν οι πόροι για να ζήσουμε όλοι, αξιοπρεπώς και σε αρμονία; Απαλλαγμένοι από ταξικές έριδες, ελεύθεροι να γίνουμε αυτό που ονειρεύομαστε, να χαρούμε τη ζωή, τον έρωτα; Να φτάσουμε στην αυτοπραγμάτωση, την απελευθέρωση εαυτού (και όλες τις βαθμίδες της πυραμίδας Μάσλοου, τι διαβασμένος που είμαι ο πούστης, και χαραμίζομαι στην πρώτη γραμμή...) χωρίς να μας αλλοτριώνει η φένακη του καπιταλισμού!"

"Πόσο δίκιο έχεις; Δεν υπάρχει ειρήνη στην αστική ψευδοδημοκρατία. Όταν δε μας χτυπάνε τα κανόνια και οι σφαίρες, το κεφάλαιο μας ακρωτηριάζει με τα δηλητηριώδη του δολώματα. Ο καταναλωτισμός είναι άλλη μια μορφή φασισμού. Ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός ισοπεδώνει κάθε κουλτούρα, ομογενοποιεί τα πάντα ώστε να μεγιστοποίησει τα κέρδη, και το μετοχικό συμβούλιο να έχει αρκετά λεφτά ώστε να μπορεί να επαναγοράζει τις μετοχές της εταιρείας και να χειραγωγεί την αγορά. Δεν αξίζει ο πλανήτης και η ανθρωπότητα τέτοια μοίρα".

Ο τρίτος της παρέας τους κοίταζε συνοφρυωμένος.

"Ρε μαλακισμένα, ήπιατε και τίποτα άλλο, εκτός από κρασί και δε μου δώσατε;".

Τη φιλική κουβέντα διέκοψαν γερμανικές προστακτικές.

"Τρέξτε, μας βρήκαν!"

"Γιατί είναι παντά Γερμανοί οι κακοί στις πολεμικές ιστορίες;"

"Είναι ώρα αυτή για δραματουργικές ενστάσεις; Γιατί είναι η μόνη χώρα που το χιούμορ διώκεται ποινικά. Σκάσε και τρέχα!".

Έτρεξαν τόσο γρήγορα, που δεν κατάλαβαν πως βάδιζαν πάνω στο νερό. Οι σφαίρες πλησίαζαν. Ένιωθαν τα πνευμόνια τους να λιώνουν από την ένταση. Τρέξε, μέχρι τα οστά σου να πάρουν φωτιά, μέχρι οι φλέβες να γίνουν φτερά, η καρδιά να εκραγεί, και κάθε κομμάτι της να κάψει και να τελειώσει αυτό τον ηλίθιο πόλεμο. Τρέξε, μήπως καταφέρεις να τρυπήσεις το χωροχρόνο και  λυτρωθείς, να σ'αγκαλιάσουν τ'αστέρια, καθώς θα χάνεσαι στο σώμα του σύμπαντος. Τρέξε, μέχρι να βρεις πόλεις που ανθίζουν. Τρέξε, μέχρι τα πυρακτωμένα σύνορα του τρόμου να γίνουν στάχτες που πνίγηκαν στη βρόχη. Τρέξε.. Οκ, το κόβω, παραέγινε κουλτουρέ.

Έτρεξαν μέχρι που κατέρρευσαν. Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να συνέλθουν. Ο οδηγός στρατηγού προσπαθούσε να διαβάσει την πινακίδα απέναντι του.

"Παρίσι".

Τρία ωτοστοπ μετά, βρέθηκαν στην πρωτεύουσα της Γαλλίας. Με τα λιγοστά χρήματα που είχαν, νοίκιασαν ένα δωμάτιο σε ένα αραχνοτροφείο και αγόρασαν τρόφιμα και κρασί.

"Σκατά, ο Ζαν Κλωντ ήταν πιο νόστιμος, τι αηδία είναι αυτό το κρέας;"

"Να λες και ευχαριστώ, με τα λεφτά που είχαμε. Προτιμούσες κονσέρβα;"

"Χίλια τα χίλια"

"Ρε παιδιά να ρωτήσω κάτι;"

"Πάλι μαλακία θα πει..."

"Ξεφύγαμε από Γερμανούς, είμαστε στο Παρίσι.  Τι χρονιά έχουμε; Τι συμβαίνει; Και γιατί εσύ τρως κοτόπουλο κι εμείς τον κατιμά;"

"Με'χεις κουράσει με τη φλυαρία σου. Στο παρά ένα σωθήκαμε και εξακολουθείς να ψάχνεις τρύπες στην πλοκή"

"Κάνεις λάθος, ψάχνω λίγη πλοκή στις τρύπες. Τι στους όρχεις του Βούδα γίνεται;"

"Είμαστε ζωντανοί, αυτό έχει σημασία"

"Είχα τόσα όνειρα... Ήθελα να γίνω χημικός μηχανικός, να λανσάρω φιστίκια με γεύση αμύγδαλου"

"Και γιατί να μην πάρει κάποιος απλά αμύγδαλα;"

"Καλά γελάς, αλλά σε 70 χρόνια, θα τα πουλάνε μουσάτοι χιπστεράδες πιο ακριβά από το χαβιάρι"

"Πέσε κοιμήσου και άσε τις θεωρίες".

Μια κοφτερή ημισέληνος διέσχιζε τα σύννεφα. Ο ανήσυχος στρατιώτης δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Πήρε τους δρόμους, κατέληξε σε διάσημο καμπαρέ. Μάσαγε όλο το βράδυ το ποτό του, παρατηρώντας τους ανθρώπους γύρω του. Που θα καταλήξει ο κόσμος με την  πολιτιστική υπερκατανάλωση; Έβλεπε το μέλλον που θα ερχόταν. Ίσως έφταιγε το λικέρ μπόμπα, όμως οι εικόνες ήταν καθαρές στο σινεμά των νευρώνων του. 

Η  πραγματικότητα είναι μη ρεαλιστική. Η τουριστικοποίηση ολόκληρων περιοχών θα καταπιεί κάθε χάρτη. Χρηματιστικοποίηση των πάντων. Στρατιές λογιστών να παπαγαλίζουν τις ίδιες άγευστες προτάσεις, "στρεβλώσεις στην αγορά", "επανεμφανιζόμενες ανισορροπίες", και άλλες τέτοιες πίπες.

 Υπερευαίσθητοι εγωπαθείς, θα ονομάζουν τις παθήσεις τους  "τέχνη". Η πληροφορία θα γίνει ο επόμενος χρυσός, ο πληθωρισμός ειδήσεων θα στερήσει από την αλήθεια κάθε αξία. Η ατροφικές συνειδήσεις θα γίνουν το πρόπλασμα της επιτυχίας.  Δυσπρόσιτα και δυσερμήνευτα ερωτήματα σκαρφάλωναν σαν φίδια μέσα στα ρούχα του. Μια καταθλιπτική αίσθηση εγκατάλειψης τον έπιασε από το λαιμό. Βγήκε έξω τρέχοντας. Βρήκε τους άλλους δύο να τον περιμένουν στην είσοδο του ερειπίου που έμεναν.

"Που είσαι ρε ηλίθιε, σε ψάχναμε παντού!"

"Τι έγινε;"

"Μας ανακάλυψαν οι Γερμανοί πρέπει να φύγουμε!"

"Που θα πάμε;".

Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του, όταν ακούστηκε μια γνώριμη γερμανική προστακτική. Έτρεξαν, αλλά γρήγορα οι Γερμανοί τους στρίμωξαν σε ένα σοκάκι. Σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Ήχος όπλων που γεμίζουν.

"Δε θέλω να πεθάνω, και οι τελευταίες λέξεις που θα ακούσω να είναι γερμανικά!".

Στο παρά ένα του θανάτου, μια μωβ λάμψη κάλυψε το στενό. Άπαντες τυφλώθηκαν. Μερικά δευτερόλεπτα μετά, ανάμεσα στους τρεις στρατιώτες και τους Γερμανούς, έστεκαν δυο μαυροντυμένοι μουσάτοι. Ο ένας φόραγε μπλούζα Alice In Chains και ο άλλος Karma To Burn. Ο δεύτερος κρατούσε ένα κινητό που έβγαζε απόκοσμους ήχους.

"Τι έγινε πάλι;"

"Η μαλακία η εφαρμογή που μας έδωσε ο μάγος, για το ταξίδι στο χρόνο, όλο κολλάει!"

"Δηλαδή;"

"Είμαστε στο σωστό μέρος, αλλά 20+ χρόνια πίσω"

"Ε φτιάξτο να τελειώνουμε, έχουμε και δουλειές"

"Μισό!".

Οι Γερμανοί δεν πτοήθηκαν. Άρχισαν τις απειλές. Οι μουσάτοι κοίταξαν με απάθεια τον αλαλάζων Γότθο.

"Δαίμονα, δεν έχω σκοπό να πεθάνω από τους προγόνους της Μέρκελ. Δώσε μου το κινητό και κανόνισε τα παιδιά να μην πάνε ποτέ και πουθενά ως τουρίστες με κάλτσα στο πέδιλο".

Ο μουσάτος με την μπλούζα Karma To Burn μεταμορφωθήκε σε μια πιο sci fi εκδοχή της Λερναίας Ύδρας. Ακολούθησε εκτεταμένη brutality. Οι τοίχοι γδάρθηκαν από το αίμα. Οι τρεις στρατιώτες έτρεμαν. Οι δύοι μουσάτοι γύρισαν προς το μέρος τους.

"Παιδιά, όλα καλά. Σε λίγο τελειώνει ο πόλεμος. Θα κερδίσετε το Μουντιάλ το 1998"

"Μη τους λες τίποτα, μπορεί να αλλάξει η ιστορία!"

"Δεν έχουμε και το μαραφέτι από το Men In black... Για δες την εφαρμογή, εντάξει;"

"Ναι, πάμε;"

"Goodnight and good luck".

Οι μουσάτοι χάθηκαν μέσα σε μια δίνη από πράσινα και μωβ φώτα. Οι τρεις στρατιώτες έμειναν παγωμένοι για αρκετά λεπτά. Χάθηκαν στους δρόμους, προσπαθώντας ν'αφομοιώσουν το τι συνέβη.


Ξεχάστε τα κινηματογραφικά κλισέ. Το ταξίδι στο χρόνο δεν έχει καμία σχέση με αυτά που έχετε δει. Ειδικά όταν σου δίνει την εφαρμογή ένας ανθυποκλητήρας στην ιεραρχία της συμπαντικής γραφειοκρατίας. Η εφαρμογή έχει κολλήσει περισσότερες φορές και από τα Windows. To πρώτο glitch μας βρήκε κάπου στη Μεσόγειο. Απέναντι μας ένας τεράστιος στρατός. Πλησίαζαν απειλητικά. Ο δαίμονας έκανε δύο επανεκκινήσεις στο ρημάδι. Μας είχαν περικυκλώσει. Όταν ξεκόλλησε το κάρο από τη λάσπη, η οθόνη έλεγε πως ήμασταν κάπου στο 5000 π.χ..

Ήμουν σίγουρος πως θα γινόμασταν αρχαιολογικά ευρήματα, μέχρι τη στιγμή που οι αντίπαλοι πλησίασαν αρκετά. Τσαμπουκάδες απο κιούπια 1,50 που αν φάνε κανά δυό σφαλιάρες,  θα πέσουν στο πέλαγο να κάνουν τις σημαδούρες, δε σηκώνω. Κοντέψαμε να εξολοθρεύσουμε όλο το στρατό τους με χαστούκια. Τους αφήσαμε να φύγουν ειρηνικά, άλλωστε, πόσα χρόνια τους μένανε; Το 5000 π.χ. πέθαινες στα 40 από λόξιγκα.

Η διαδρομή συνεχίστηκε με πολλές λακούβες, χειρότερα κι από λεωφορείο. Κάναμε ένα πέρασμα από το Κολοσσαίο, και όχι κορίτσια, κανένας δεν έμοιαζε με το Russel Crowe, αντιθέτως, ήθελες να πάθεις αυτανάφλεξη για να γλυτώσεις από τη βρώμα. Ακολούθησε μια μερίδα Μεσαίωνα, με ολίγη από μπαρόκ και Παρισινή Κομμούνα, για να φτάσουμε στο προορισμό μας.

Παρίσι. Μάης του '68. Αααχ, I love the smell of revolution in the morning. Φτάσαμε στην αρχή του δράματος, στις πρώτες καταλήψεις. Δεν έχω ιδέα τι θέλει ο μάγος να κάνουμε εδώ, αλλά πρέπει να είμαστε μεθοδικοί. Περάσαμε την είσοδο του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Χαζεύαμε τις Γαλλίδες αμέριμνοι, μέχρι που ένας κοκκινοτρίχης σταμάτησε μπροστά μας και μας κοίταζε καχύποπτα. Παρατηρούσε συνονυφρυωμένος το logo των Alice In Chains. Σήκωσε τους ώμους αδιάφορα.

"Οι μαοϊκοί είναι στον πρώτο όροφο".

Άναψε τσιγάρο και μας προσπέρασε.

"Πρέπει να αλλάξουμε ρούχα. Δες που είναι το Μοναστηρακί του Παρισιού".

Μερικές ώρες -και αρκετά κρουασάν- μετά, είχαμε εγκληματιστεί. Μοιάζαμε με κομπάρσους από το Η θεία μου η χίπισσα, τουλάχιστον περνούσαμε απαρατήρητοι. Δεν μπορώ να πω, ωραία περνάμε. Το να είσαι παρών σε μια από τις πιο συναρπαστικές περιόδους του εικοστού αιώνα, είναι ιδιαίτερη εμπειρία. Αναρωτιέμαι, αν στο μέλλον θα υπάρχει χρονοτουρισμός...

Ο δαίμονας περνάει καλύτερα από μένα. Όχι απλά εγκληματίστηκε, αλλά δε χάνει συνέλευση και πορεία. Φοράει ζιβάγκο και πυροβολεί με κάθε τσιτάτο του Ντελέζ, του Ντεμπόρ και γενικά ό,τι θυμάται από τα ένθετα της Ελευθεροτυπίας και τη Βαβέλ. Πλήττω. Ωραίες οι ατέλειωτες συζητήσεις, πετάξαμε τις πέτρες μας στο Καρτιέ Λατέν, όμως έχουμε και δουλειές. Τι σκατά θέλει ο μάγος από το Μάη του '68; Αυτόγραφο από τον Κον-Μπεντίτ;

"Δεν απίστευτη εποχή; Τώρα καταλαβαίνω για τι μίλαγε ο πατέρας μου, όταν μου έλεγε για τις μέρες στο Ρήγα Φεραίο. Που να ήξερε που θα βρισκόμουν"

"Ναι, καταλαβαίνω τι εννοείς"

"Ήταν και ο πατέρας σου στο Ρήγα;"

"Όχι, απλά θυμάμαι τον ενθουσιαμό του, όταν μας έλεγε ιστορίες από τα μπουζούκια στα 80s"

"Δε θέλω να φύγω"

"Οκ, πολύ καλά περνάμε, αρχίζω και φοβάμαι. Δεν ήρθαμε εδώ για διακοπές. Και μην ενθουσιάζεσαι, το γλέντι θα λήξει σε λίγο, θυμάσαι τι έγινε"

"Ναι... Ξαναβγήκε η Δεξιά"

"Συγκεντρώσου και μην ανοίγεσαι πολύ στις συνελεύσεις. Έχουμε κάνει το νήμα του χρόνου δικτυωτό καλτσόν"

"Έχεις δίκιο. Αλλά πες μου ειλικρινά, δε σε έχει παρασύρει η φλόγα της επανάστασης; Το άρωμα της ελπίδας;".

Με είχε παρασύρει το άρωμα, αλλά όχι της ελπίδας. Το όνομα της ήταν Φαμπιέν. Μια μελαχρινή εκδοχή της Φρανσουάζ Αρντί. Όλο γλύκα, νάζι και σκέρτσο. Ακαταμάχητα ντροπαλή. Το ελευθεριάζον πνεύμα των ημερών βοήθησε ώστε να έρθουμε πολύ κοντά σε μικρό διάστημα. Χάζευα τα βιβλία της, όταν βγήκε από το μπάνιο.

"Τι θα κάνουμε το βράδυ;"

"Θα βγω με τα κορίτσια"

"Κι εγώ;".

Άνοιξε ένα τετράδιο, έσκισε μια σελίδα και μου έδωσε το χαρτί.

"Τι είναι αυτό;"

"Είναι μια βίλα που κάνει ανακαίνιση ο πατέρας μου. Πήγαινε κατά τις 20:00. Αν είσαι τυχερός, θα συναντήσεις κάποιον που σ'ενδιαφέρει".

Μου έκλεισε το μάτι και χαμογέλασε. Την άρπαξα και την έβαλα στο κρεβάτι. Μια ώρα μετά (μην είστε αδιάκριτοι για το τι προηγήθηκε) καπνίζαμε αγκαλιά.

"Τελικά θα μου πεις από που είστε;"

"Είναι περίπλοκο"

"Πάντως ο φίλος σου είναι πολύ παθιασμένος"

"Ναι το μαλάκα"

"Στην αρχή ήμουν σίγουρη πως είστε ασφαλίτες"

"Σας παρακαλώ, δε θα'θελα"

"Γιατί δε μου λες το μυστικό σας;"

"Είμαστε σε μυστική αποστολή"

"Το'ξερα! Είστε σοβιετικοί πράκτορες;"

"Όχι ακριβώς"

"Και τι κάνεις μαζί μου, θα με απαγάγεις;".

Της πήρα το τσιγάρο, το έσβησα και τη φίλησα τρυφερά στο στόμα. Ίσως σε κάποιο παράλληλο σύμπαν, η ζωή μου να ήταν μαζί της. Αλλά όχι σε αυτό. Όσο τη χάζευα να ετοιμάζεται, σκεφτόμουν διάφορα.  Η υπερβάλλουσα ευαισθησία είναι πρώιμο γήρας. Ξέπλυνα από το μυαλό τις φλυαρίες με το άρωμα της Φαμπιέν. 

Πήρα το δρόμο για τη βίλα. Ο πατέρας της Φαμπιέν είναι αρχιτέκτονας. Δυσαρεστήθηκε όταν η κόρη του είπε πως δε θα ακολουθήσει τα βήματα του. Μπήκα στο κτίριο. Το μέρος ήταν αχανές, αμέτρητα δωμάτια. Λίγο πριν βγω στον κήπο, εντόπισα μια κούτα με βιβλία και αφίσες.

"Θέλετε κάνετε νεαρέ μου;".

Η φωνή ήταν αόριστα γνώριμη. Γύρισα το κεφάλι μου προς τ'αριστερά. Επιστράτευσα κάθε γραμμάριο αυτοσυγκράτησης, για να μην κάνω σαν έφηβη που βλέπει τους Beatles. Ήταν ο Όρσον Γουέλς! Στα δευτερόλέπτα που μεσολάβησαν, προσπάθησα να βρω λέξεις μέσα στη σούπα του κρανίου μου, αλλά ήταν μάταιο.

"Κύριε Γουέλς, είμαι μεγάλος θαυμαστής και.."

"Θα πρέπει να προσπαθήσετε καλύτερα, για να μην καλέσω την αστυνομία".

Έπρεπε να κλέψω. Έβαγαλα το κινητό μου και του το έδωσα.

"Έρχομαι από το μέλλον".

Το περιεργάστηκε αδιάφορα.

"Τι είναι αυτό το χοντροκομμένο κομμάτι πλαστικού;".

Άνοιξα το κινητό και άρχισα να του εξηγώ. Συνοπτικά, από που ήρθα, την εποχή που ζω, παρακάμπτοντας τις λεπτομέρειες που θα μ'έστελναν ισόβια σε κάποιο τρελάδικο του Παρισιού.

"Ενδιαφέρον. Θέλετε να μου κάνετε παρέα; Μόλις άνοιξα ένα μπουκάλι Chateau Margaux  του 1787".

Αφού απάντησα σε κάποιες από τις ερωτήσεις του για το μέλλον, η συζήτηση σκόρπισε σε χιλιάδες κομμάτια. Η συζήτηση είναι ευφημισμός, καθότι ο Όρσον μιλούσε ασταμάτητα. Και είναι από τους ελάχιστους ανθρώπους που μπορείς να τους ακούς για ώρες. Κάθε πρόταση είναι μια μικρή παράσταση, κάθε λέξη μια ερμηνεία. Ελπίζω να μου συγχωρήσει τη μικρή αδιακρισία, να τον ηχογραφήσω χωρίς να το ξέρει.

"Σύμφωνα με έναν νεαρό Αμερικανό κριτικό κινηματογράφου, μια από τις μεγάλες ανακαλύψεις της εποχής μας είναι η αξία της πλήξης ως καλλιτεχνικού θέματος. Αν αυτό ισχύει, τότε ο Αντονιόνι αξίζει να λογίζεται ως πρωτοπόρος και ιδρυτής. Οι ταινίες του κάνουν μόνο για σκηνικό σε επιδείξεις μόδας"

"Ο Μπέργμαν; Δεν συμμερίζομαι ούτε τα ενδιαφέροντά του ούτε τις εμμονές του. Μου είναι πολύ πιο ξένος από τους Ιάπωνες. Ο Φελίνι από την άλλη, είναι από τους πιο προικισμένους δημιουργούς. Αλλά πολύ επαρχιώτης. Οι ταινίες του είναι «το όνειρο ενός μικρού αγοριού για τη μεγάλη πόλη», που είναι και η πηγή της γοητείας τους, αλλά ο ίδιος δείχνει επικίνδυνα σημάδια ότι είναι ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης που δεν έχει τίποτα να πει"

"Ένας συγγραφέας χρειάζεται ένα στυλό, ένας καλλιτέχνης χρειάζεται ένα πινέλο, αλλά ένας σκηνοθέτης χρειάζεται στρατό".

Τρία μπουκάλια μετά, η κουβέντα κατέληξε στις γυναίκες.

"Ποτέ μη γυρίσεις ταινία για μια γυναίκα. Και να θυμάσαι, μη βλέπεις πολλές ταινίες. Γιατί στο τέλος καταλήγεις να μιμείσαι ή να ανησυχείς για το αν μιμήθηκες σωστά. Πρέπει να γυρίζεις ταινίες με αθωότητα. Να μάθεις από το εσωτερικό σου όραμα. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ οι σπουδαίοι σκηνοθέτες πριν από σένα".

Κόντευε να ξημερώσει. Δεν ήθελα να φύγω, αλλά ο Όρσον ήταν κουρασμένος. Με συνόδευσε στην πόρτα και μου έδωσε μια μπομπίνα φιλμ.

"Τι είναι αυτό;"

"Αφού σου άρεσε τόσο Η κυρία από τη Σαγκάη, νομίζω πως θα το εκτιμήσεις αυτό. Είναι μια σκηνή που κόπηκε, όταν γυρίζαμε τα πλάνα με τους καθρέφτες".

Έτρεμαν τα χέρια μου. Πριν προλάβω να τον χαιρετίσω, ήταν ήδη δέκα βήματα μακρυά.

"Αν τύχει και ξαναέρθεις από το μέλλον, πέρνα μια βόλτα".

Γύρισα στο δωμάτιο και έκρυψα το φιλμ. Ο δαίμονας ροχάλιζε. Άλλαξα ρούχα και πήγα στη Φαμπιέν. Μου άνοιξε νυσταγμένη. Ξύπνησα το απόγευμα, εκείνη έλειπε.  Ξάπλωσα δίπλα της, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ένα γλυκόπικρο συναίσθημα ψιχάλιζε μέσα μου. Λογικά βρήκα αυτό που θέλει ο μάγος, θα πρέπει να φύγουμε. Ένα κομμάτι μου δε θέλει. Η Φαμπιέν ξύπνησε μετά από μισή ώρα. Της λέω πως πρέπει να φύγω, και ένα μέρος της αλήθειας, πως έρχομαι από το μέλλον. Γελάει.

Παίρνω ένα τετράδιο και σημειώνω. Της το δίνω. Κοιτάζει τις σελίδες και μετά εμένα με ένα απορημένο βλέμμα.

"Τι είναι αυτά;"

"Τα σκορ τελικών των τριών ευρωπαικών κυπέλλων, του Euro και του Μουντιάλ για τα επόμενα 30 χρόνια. Σε φτάνουν για να εξασφαλιστείς".

Η Φαμπιέν γέλασε και πέταξε το τετράδιο.

"Σε ποια ταινία το είδες αυτό;"

"Σε μια που δεν έχει γυριστεί ακόμα"

"Δε σε πιστεύω".

Πηγαίνω στην τουαλέτα, κοιτάζω στο κινητό ημερομηνίες. Ο τελικός του κυπελλούχωνν είναι αύριο.

"Οκ. Πάμε να παίξουμε στοίχημα;".

Ανθυπομειδιά.

"Ό,τι πει ο άνθρωπος από το μέλλον".

Παίζουμε αρκετά φράγκα στη νίκη της Μίλαν με 2-0. Βλέπουμε το βράδυ τα στιγμιότυπα του αγώνα. Η Φαμπιέν με κοιτάζει καχύποπτα.

"Ήσουν τυχερός"

"Τυχερός; Σου είπα ακριβώς το σκορ, τον σκόρερ και τα λεπτά των γκολ. Τύχη το λες αυτό;"

"Ίσως"

"Σε 6 μέρες είναι ο τελικός του κυπέλλου πρωταθλητριών. Στο τετράδιο σου είναι γραμμένα όλα"

"Ας υποθέσουμε πως έχεις δίκιο. Για πες μου λοιπόν, πως είναι το μέλλον;".

Αναστέναξα. Δίσταζα να της πω την αλήθεια. Η Φαμπιέν άναψε δύο τσιγάρα, και πριν βάλει το ένα στα χείλη μου, με φίλησε τρυφερά.

"Λοιπόν;"

"Σε ένα μήνα, η επαναστατική διάθεση θα εξατμιστεί. Ο Ντε Γκολ θα ξαναβγει με μεγαλύτερο ποσοστό. Η ΕΣΣΔ θα καταρρεύσει. Το μέλλον θα γίνεται όλο και πιο άγονο. Ο καπιταλισμός δε θα χρειάζεται δικτατορίες και λογοκρισία για να ελέγχει τις μάζες. Θα εμφυσήσει τον ατομικισμό τόσο πετυχημένα στους ανθρώπους, που ο καθένας θα πιστεύει πως τα όρια του μικρόκοσμου του είναι το κέντρο του σύμπαντος. Η ακροδεξιά θα επιστρέψει. Το περιβάλλον θα καταστραφεί.  Ένας κόσμος όπου η σχέση ανάμεσα στις εικόνες και την πραγματικότητα θα έχει χαθεί πληρως. Θα..".

Η Φαμπιέν μου έκλεισε το στόμα και με αγκάλιασε. Κάναμε έρωτα για ώρες. Αυτή η φορά είχε μια διαφορετική γλύκα, ίσως γιατί ήταν η τελευταία. Έφυγα ενώ κοιμόταν. Βρήκα το δαίμονα περιτριγυρισμένο από σακούλες.

"Τι είναι όλα αυτά;"

"Πήρα σβάρνα τη Marché aux Puces de St-Ouen και πήρα διάφορα vintage. Δεν είναι υπέροχα;"

"Vintage λέγονται οι σαβούρες;"

"Αρέσουν πολύ στην κοπέλα μου. Κάθεται με τις ώρες και τους κάνει αναπαλαίωση".

Δεν ήθελα να του χαλάσω τη χαρά. Του είπα πως έπρεπε να φύγουμε. Μελαγχόλησε. Θα φεύγαμε το πρωι. Ο δαίμονας κοιμήθηκε κατάκοπος αλλά χαρούμενος ανάμεσα στις αντίκες του. Δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Μου έλειπε η Φαμπιέν. Έκλεψα ένα βιβλίο της. Το ξεφυλλιζώ, ψάχνω στις σελίδες μια ανάσα από το άρωμα της. Πλωτίνος. Χαιδεύω τις προτάσεις που έχει υπογραμμίσει. "Αν όλες οι ψυχές είναι μία ;". Το ερωτηματικό είναι δικό της. Αγκαλιάζω το βιβλίο και προσπαθώ να κοιμηθώ.

Εγώ και ο δαίμονας μοιάζουμε κάπως με την εποχή. Είμαστε ρομαντικοί ηρωικοί ή ηρωικά ρομαντικοί; Ποια επαναστατική έμπνευση με οδηγεί να κάνω τις μαλακίες που κάνω; Είναι η κακοτυχία μου μια μεταφυσική εναρμόνιση; Οι μικρές ώρες δε σηκώνουν μεγάλες λέξεις και προτάσεις. Στις συχνότητες των σκέψεων, ψιθυρίζουν αποσπάματα από ένα βιβλίο του Μάγκρις. «Σκοπός του ταξιδιού είναι οι άνθρωποι. Ταξιδεύω σημαίνει έρχομαι αντιμέτωπος με την Ιστορία και τις παραλλαγές της. Στο δρόμο διαψεύονται όλα. Όνειρα, ψευδαισθήσεις, αυταπάτες. Ο δρόμος είναι σκληρός, αλλά καλός δάσκαλος".

Σήκωσα το δαίμονα τα χαράματα. Η εφαρμογή έγραφε πως η επόμενη σχισμή στο χωροχρόνο θα άνοιγε δύο στενά πιο κάτω. Πλησιάζαμε νυσταγμένοι το δρόμο. Στο σημείο μας περίμενε ένας ψιλόλιγνος άντρας με πράσινο κοστούμι. Ένιωσα το στομάχι σαν συρματόπλεγμα. Η φωνή του ήταν ανατριχιαστική, κάθε συλλαβή έσταζε γλίτσα.

"Εσείς είστε οι παραβάτες; Περίμενα κάτι πιο εντυπωσιακό. Ας είναι"

"Δαίμονα, στείλε το παιδί για αναπηρική σύνταξη".

Ο δαίμονας είχε παγώσει.

"Τι συμβαίνει;"

"Δε.. Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Δεν ξέρω ποιος είναι, αλλά είναι πιο δυνατός από μένα".

Ο ψιλόλιγνος άντρας γέλασε. Το γέλιο του αντήχησε παντού. Άγγιξε τον τοίχο, οι σκιές ξεκόλλησαν από την επιφάνεια. Πήραν τρομακτικές μορφές, τεράστιων φιδιών, πλασμάτων του βυθού. Ένα περιγράμμα από πράσινο, απόκοσμο φως τις τύλιγε. Ο ψιλόλιγνος με άρπαξε από το λαιμό και με σήκωσε σαν παιχνίδι.

"Περίεργο..."

"Νταξ, έχω πάρει λίγα κιλά, μην το κάνουμε θέμα"

"Σιωπή ρυπαρέ θνητέ. Κοιτάζω στα μάτια σου, και βλέπω πως δεν έχεις ψυχή"

"Πολλοί με λένε σκατόψυχο, κοίτα να δεις που είχαν δίκιο".

Με πετάει κάτω, πιάνει το δαίμονα.

"Εσύ όμως... Κουβάλας μέσα σου τρεις. και η μια ανήκει σε παιδί. Έχω καιρό να κάνω τόσο πλούσιο γεύμα".

Ο δαίμονας παλεύει να αντιδράσει, αλλα πνίγεται. Του πέφτουν οι σακούλες από τα χέρια. Μια από αυτές αρχίζει να λάμπει. Ο ψιλόλιγνος πετάει το δαίμονα κάτω και πισωπατεί τρομαγμένος.

"Τι είναι αυτό;".

Ο δαίμονας ψάχνει πανικόβλητος στη σακούλα. Ένα μικρό κουτί λάμπει. Το ανοίγει και βγάζει από μέσα κάτι που μοιάζει με διαμαντένιο κλειδί. Λάμπει όλο και πιο δυνατά. Ο ψιλόλιγνος έχει πεσει κάτω, συρίζει σαν φίδι. Αναβοσβήνει η πραγματική του μορφή κάτω από το δέρμα, ένα σύμπλεγμα από ερπετά και ψάρια του βυθού. Ανοίγει το στόμα του, πριν η παγωμένη φωτιά του μας χτυπήσει, μια κόκκινη αστραπή τον πετάει πίσω. Γυρίζουμε τα κεφάλια μας και βλέπουμε το μάγο. Ο ψιλόλιγνος σηκώνεται και εξαπολύει ξανά φωτιά, ο μάγος την αποκρούει. Το υπερφυσικό μπρα ντε φερ διαλύει τα πάντα γύρω του.

"Πρέπει να φύγετε, τώρα!"

Αρπάζω το δαίμονα και βουτάμε στη σχισμή του χωροχρόνου. Μια εκκωφαντική έκρηξη ακόγεται λίγο πριν η σχισμή κλείσει. Το ωστικό κύμα μας σκορπάει σαν στάχτη στον άνεμο. Δε θυμάμαι πόσο γρήγορα πέφταμε. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, ένιωσα σαν να κοιμόμουν χιλιάδες χρόνια. Ακούω ιαχές, συνθήματα. Που είμαστε; Σηκώνομαι, πιάνω τον εαυτό μου. Είμαι αρτιμελής. Ο δαίμονας είναι ακόμα αναίσθητος. Παίρνω από τα χέρια του το κλειδί. Κοίτα να δεις που μας έσωσε η σαβούρα. Τι σκατά είναι αυτό; Κοιτάζω γύρω μου. Βρισκόμαστε έξω από ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο. Πλησιάζω τη θύρα, διαβάζω τι γράφει η αφίσα πάνω στην πόρτα. Ανατριχιάζω. Mexico 86.