“Τι
βλέπεις στον καθρέφτη;Κάθεσαι λίγα
δευτερόλεπτα μπροστά του,για να δεις
τα ρούχα πάνω σου και φεύγεις;Παρατηρείς
ποτέ τον εαυτό σου;Αντέχεις να τον
κοιτάζεις για πολλή ώρα;
Είναι
συμβατή η εικόνα που έχεις στο μυαλό
σου,με αυτήν μέσα στο γυαλί;Ποιος είσαι
σήμερα,ποιος θα είσαι αύριο,την επόμενη
ώρα;Κάποιες φορές είσαι όλοι οι ήρωες
μαζί,όλοι οι αγαπημένοι σου χαρακτήρες.
Ο
πιο γαμηστερός στην ιστορία της
ανθρωπότητας.Τα πάντα είναι ετερόφωτα,ακόμα
και ο ήλιος,από σένα παίρνει την λάμψη
του.Ένα σου νεύμα φτάνει,για να χωρίσεις
τα πλήθη στα δύο και να περάσεις από
μέσα τους,όπως ο Μωυσής την Ερυθρά
Θάλασσα.
Έχεις
την ευλογία όλων των θεών και την γοητεία
του διαβόλου,είσαι πραγματικά
ξεχωριστός.Υπάρχουν όμως μέρες,που η
ευλογία είναι τιμωρία,ποινή.Αισθάνεσαι
ο πιο άσχημος μαλάκας στο πλανήτη.Σε
σιχαίνονται ακόμα και οι πλάκες του
πεζοδρομίου που πατάς.
Δεν
θέλεις να βλέπεις το πρόσωπο σου,το σώμα
σου.Ούτε για μια στιγμή,ούτε κατά
λάθος.Εύχεσαι το σκοτάδι να ήταν νερό,να
μπορούσες να βουτήξεις μέσα στις σκιές
και να χαθείς σε βάθη όπου το φως δεν
μπορεί να αγγίξει,όπου δεν μπορεί να
λερώσει,να βεβηλώσει τις σκέψεις σου.
Τι
πραγματικά βλέπεις στο καθρέφτη;Όταν
ξυπνάς μέσα στη νύχτα και πηγαίνεις
βιαστικά στο μπάνιο;Όταν σηκώνεσαι το
πρωί;Όταν το κενό και η σιωπή σε πνίγουν
σαν πυρετός,και το μόνο που σε αγκαλιάζει
είναι το πάτωμα;
Όταν
δεν μπορείς να κλάψεις άλλο και η κάθε
ανάσα σε πονάει περισσότερο;Όταν δεν
χωράς σε καμία από τις μάσκες σου και
είσαι γυμνός,χωρίς δικαιολογίες,αυταπάτες
και φαντασιώσεις;
Όταν
βλέπεις τον εαυτό σου,όπως πραγματικά
είναι;Κάτι άχρηστο,περιττό.Μια ενόχληση.Μια
κατσαρίδα,περιττώματα σκύλου,μια
σακούλα σκουπιδιών που άνοιξε πριν τη
πετάξεις,ένας ζητιάνος που γίνεται
φορτικός.
Είσαι
μια ενόχληση,απ'αυτές που οι άνθρωποι
πληρώνουν κάποιον άλλο για να ασχοληθεί
μαζί τους,γιατί δεν θέλουν να σπαταλήσουν
ούτε ένα δευτερόλεπτο μαζί σου.Το
ξέρεις,το διαβάζεις στις εκφράσεις
τους.
Πόσο
μισείς την αυτοπεποίθηση τους;Την άγνοια
τους;Που δεν δίνουν την ευκαιρία σε
κάποιον ανώτερο τους,να τους δείξει
πόσο λανθασμένες είναι οι ιδέες τους.Που
σε αποφεύγουν λογω της εμφάνισης
σου,κανείς δεν κάθεται να σε ακούσει,γιατί
δε του αρέσει η εικόνα.Θέλει κάτι
άλλο,κάτι όμορφο,κάτι συνηθισμένο.
Και
συνεχίζουν να σε αγνοούν,να κοιτάζουν
αλλού,το ρολόι ή το κινητό τους.Και
συνεχίζουν να σε προσπερνούν,να σε
κοιτάζουν σαν να είσαι διάφανος,να σου
συμπεριφέρονται σαν το γαμημένο φάντασμα
που είσαι.
Και
σε μισούν.Και σε ζηλεύουν,όσο κι αν
προσπαθούν να το κρύψουν,πίσω από αμήχανα
χαμόγελα και βιαστικά μισόλογα.Γιατί
κατά βάθος ξέρουν,το καταλαβαίνουν.Πως
είσαι κάποιος ξεχωριστός,από αυτούς
που μπορούν να αλλάξει τη ζωή τους.Και
φοβούνται την αλλαγή,φοβούνται να
αντικρίσουν αυτό που θα γίνουν.
Γι'αυτό
δεν θα σταματήσεις.Μέχρι να καταλάβουν,να
το νιώσουν μέχρι τη ψυχή τους.Θα τους
δείξεις,πως να αλλάξουν,να μεταμορφωθούν.Όπως
εκείνη στο ασανσέρ,θυμάσαι;Στην αρχή
είχε την ίδια γκριμάτσα με όλους.Γούρλωσε
τα μάτια και έκανε πίσω.
Πόσο
τους σιχαίνεσαι όταν το κάνουν αυτό,που
προσπαθούν να κρυφτούν πίσω από κάθε
είδος απόστασης..Αλλά την έκανες να
καταλάβει,να δεχτεί την μεταμόρφωση.Θυμάσαι
την έκπληξη στο βλέμμα της;Τα μάτια της
έμοιαζαν με τεντωμένες χορδές,λίγο πριν
σπάσουν.
Αυτός
ο φόβος..Είναι το γλυκό πρελούδιο.Και
μετά το πρώτο χάδι,η πρώτη αγκαλιά..Το
αίμα που είναι πάντα ζεστό.Σαν
καλωσόρισμα.Σαν να περνάς εχθρικά σύνορα
και μπαίνεις σε γνώριμα νερά,σαν να
επιστρέφεις εκεί που ανήκεις.
Το
βάρος των μυστικών σου δεν υπάρχει
πια,αυτή η ηλεκτρισμένη μέθη καθαγιάζει
τα πάντα.Μόλις εσπάσες τους καθρέφτες
των ματιών της,ένιωσες λίγο πιο
ελεύθερος.Δεν θα σταματήσεις,μέχρι να
σπάσεις όλους τους καθρέφτες που σε
αμφισβητούν.
Γιατί
τα μάτια τους δεν είναι άξια να σε
δεχθούν.Δεν αξίζουν την αγάπη σου,τη
προσοχή σου,ούτε καν την αηδία σου.Πρέπει
να ξεφύγεις από τα τείχη που χτίζουν τα
βλέμματα τους,πρέπει να ξεφύγεις από
τις παγίδες που κρύβουν στους καθρέφτες.Μόνο
το αίμα λέει την αλήθεια.Και η σιωπή
τους,λίγο πριν χαθούν..”.
Έσπασε
τον καθρέφτη με μανία.Ήταν ο τρίτος αυτή
την εβδομάδα.Έκανε μπάνιο και ντύθηκε.Έφτασε
νωρίς στο κατάστημα με τα οπτικά.Ήταν
μόνος του.Θα περίμενε.Αφού δεν μπορούσε
να σπάσει όλους τους καθρέφτες του
κόσμου,θα έβρισκε αυτούς που θα καθρέφτιζαν
τον δικό του κόσμο.
Και
θα τους μάτωνε.Κάθε πληγή στα πρόσωπα
τους,άνοιγε μια νέα ρωγμή στη φυλακή
του,άνθιζε μια καινούργια αχτίδα.Θα
περίμενε.Για τον επόμενο καθρέφτη που
θα του έλεγε ψέματα.Σαν αυτήν που μόλις
μπήκε.Δοκιμάζει γυαλιά,γελάει.Κοιτάζει
τα μάτια της μέσα στο καθρέφτη.
Ο
φόβος που παλεύει να κρύψει..Είναι το
πιο γλυκό πρελούδιο.Πόσο όμορφος θα
είναι άραγε,ο τρόπος που πονάει...