Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

And all your demons are heaven sent

 


Η ανάσα της θάλασσας χαϊδεύει τα μαλλιά μου, ενώ το βλέμμα μου λιώνει αργά στην αγκαλιά του ορίζοντα. Απολαμβάνω την αυγουστιάτικη ραστώνη, σε ένα νησί του Ιονίου (το Αιγαίο είναι για την πλέμπα), διαβάζοντας τη ραψωδία Κ της Οδύσσειας, ενώ η ξανθιά συντροφιά μου, μου κάνει αργό μασάζ στον αυχένα με το στήθος της. Η εκ Λατινικής Αμερικής μιγάδα φίλη της, όταν δε με ταΐζει παγωτό, μου κάνει αέρα με το ακόμη μεγαλύτερο στήθος της.

Δεν ήθελα ν'αφήσω το βιβλίο, μέχρι που εμφανίστηκε η τέταρτη της παρέας, η κοκκινομάλλα με το ασημένιο μπικίνι. Τα κοράσια νιαουρίζουν με γλυκό παράπονο πως τις παραμελώ. Μα υπάρχει κάτι καλύτερο, από το να διαβάζεις Όμηρο στις διακοπές σου; Ίσως το να διαβάζεις Λουκιανό. Οι χαριτωμένοι αντιπερισπασμοί γίνονται εντονότεροι, όταν αρχίζουν να γλείφονται μεταξύ τους παιχνιδιάρικα. Αφήνω το βιβλίο και τις χαζεύω. Με προσκαλούν να γίνω η γέμιση στο λεσβιακό αμφίψωμο. Ανθυπομειδιώ και ανάβω τσιγάρο. Άστες λίγο ακόμα να ξεροψηθούν. Μα τι περιμένω, θ'αναρωτηθείς φίλτατε αναγνώστη; Τίποτα απολύτως, γιατί χτύπησε το ξυπνητήρι.

Είμαι στο ίδιο διαμέρισμα στα δυτικά, και πρέπει να ετοιμαστώ για τη δουλειά. Ευτυχώς είναι δέκα λεπτά από το σπίτι μου. Τα θετικά τελειώνουν εδώ. Μετά από δέκα συνεχόμενα δωδεκάωρα, νιώθω λίγο περισσότερο μαλάκας απ'ότι συνήθως. Μην αρχίσουμε πάλι τα μαρξιστικά για υπεραξίες και και μέσα παραγωγής.

Σέρνω το σάρκιον μου μέχρι το μπάνιο. Προλαβαίνω να πιω καφέ. Αυτό το ένα πρωινό τσιγάρο, είναι η μόνη πατρίδα μέσα στη ζούγκλα της καθημερινότητας. Τα μόνα λεπτά που πραγματικά μου ανήκουν. Μπαίνω στο κατάστημα. Οι ίδιες αντιπαθητικές φάτσες. Ταριχευμένες καλημέρες και ανούσιες κουβέντες. Οι δύο διευθύντριες ξινίζουν. Τρεις ώρες μετά, αναρωτιέμαι γιατί δεν έχω ανατινάξει το μαγαζί. Από ποιον θα λείψουν οι ανθυποηλίθιοι που εργάζονται εδώ;

Οι πωλητές έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια, το βλέπεις στα μάτια τους, το φως της ζωής έχει εκλείψει. Οι διευθύντριες με κοιτάζουν σαν εξωγήινο, όταν τους λέω πως δε θα δουλέψω στο ρεπό μου. Αναρωτιούνται τι κάνω στον ελεύθερο χρόνο μου, αφού δεν έχω οικογένεια. Γιατί δεν έρχομαι να δουλέψω κι άλλο, ώστε οι μέτοχοι της εταιρείας ν'αγοράσουν και πέμπτο εξοχικό;

Μπαίνω στο σπίτι, γεμίζω την μπανιέρα και πέφτω σαν βότσαλο. Σε λιγότερο από δώδεκα ώρες, πρέπει να είμαι πάλι εκεί. Τεντώνομαι, κουνάω το ποτήρι, ο ήχος από τα παγάκια με γαληνεύει. Πίνω τη τελευταία γουλιά Chivas, κλείνω τα μάτια και αφήνομαι, φύλλο στον αγέρα του τραγουδιού. Γίνεται να επιστρέψω στο όνειρο που είδα το πρωί; Κι ας λείπουν οι συμπρωταγωνίστριες. Ας είμαι μόνος μου με τα βιβλία μου. Ποιον κοροϊδεύω; Δεν έχω κουράγιο για πολύ διάβασμα εδώ κι χρόνια. Λίγο η ηλικία, λίγο η απόσπαση προσοχής. Μάλλον θα έβλεπα καμιά ταινία. Ακόμη και στις διακοπές. Δεν είναι ότι μου αρέσουν. Απλά είναι δεύτερη φύση πλέον. Βλέπω ταινίες για να ζήσω για λίγο διαφορετικές ζωές, να έχω διαφορετικά όνειρα.

Διαφορετικές αναμνήσεις. Η μνήμη μου, ένα κολάζ από πραγματικά γεγονότα, πλάνα και σκηνές ταινιών, φωτογραφιών, στίχων τραγουδιών και αποσπασμάτων βιβλίων. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι ήταν αληθινό και τι όχι. Μάλλον όσα θυμάμαι ως ευτυχισμένες στιγμές, δε συνέβησαν ποτέ. Έχει και τα καλά του το Αλτσχάιμερ...

Δε θέλω να πάω πουθενά, ούτε μέχρι το κρεβάτι. Θέλω να βουλιάξει αργά, σε βελούδινα νερά, μέχρι ένα τρυφερό μεταξένιο κύμα, να με αφήσει σε μια ερημική παραλία. Εντάξει, όχι και τόσο ερημική, να έχει ένα σπίτι, σαν αυτά στο Malibu. Να μπω μέσα, και στο πικάπ να παίζει κάτι τέτοιο. Δύο ποτήρια στο τραπέζι. Βιβλία, περιοδικά, κόμικ παντού στον καναπέ και το πάτωμα. Ο ήλιος λιώνει σαν παγάκι πάνω στα χείλη του ωκεανού. Οι ψίθυροι των κυμάτων σε αρμονία με τη μουσική. Η μυρωδιά των μαλλιών της με κάνει να νιώθω ασφαλής. Αργά, υγρά φιλιά. Τελικά, πάντα ήθελα να ζήσω ένα Άρλεκιν.

Ανοίγω τα μάτια, κοιτάζω την ώρα. Όταν δουλεύεις τόσες ώρες, ο οργανισμός απορυθμίζεται. Πονάει κάθε κύτταρο μου, θέλω να κοιμηθώ τρεις αιώνες, ενώ ταυτόχρονα η υπερένταση δε με αφήνει. Το μυαλό ένας διάδρομος γυμναστικής, που οι σκέψεις τρέχουν λυσσασμένα. Πως μπορώ να τραβήξω την πρίζα; Τι λείπει από τη συνταγή της μεταμεσονύχτιας κατάθλιψης; Μια κουταλιά υπαρξιακού τρόμου. Τι θα κάνω στα χρόνια που μου μένουν; Εκτός από το να μηρυκάζω τη νοσταλγία;

Υποψιάζομαι, πως οι περισσότεροι άνθρωποι, ακολουθούν τις κοινωνικές συμβάσεις και τα στερεότυπα, απλά για να μην έχουν χρόνο να σκέφτονται. Όταν έχεις παιδιά, αυτά είναι πολυτέλεια. Εσείς είστε πονηρός κύριε, που δεν κάνατε οικογένεια; Είμαι αποτυχημένος σύμφωνα με τους κανόνες της κοινωνικής καταξίωσης. Δεν έχω συμπληρώσει σχεδόν κανένα κουτάκι στη λίστα των προαπαιτούμενων της ευτυχίας.


Μετά τα σαράντα, δεν έχεις υπαρξιακά, απλά βαριέσαι. Κυρίως τον εαυτό σου. Ξέρεις σε μεγάλο βαθμό πως λειτουργεί ο κόσμος, και το μόνο plot twist σε αυτή τη ζωή είναι πως δεν υπάρχουν plot twists. Anticlimactic, σαν κουλτούρικη ταινία. Ναι, το ξέρω, έχω χρησιμοποιήσει αυτή τη χλιαρή ατάκα σε αρκετά κείμενα. Αλλά κάπως έτσι είναι, σαν ταινία του πολυατάλαντου Shyamalan. Χτίζει τόσο σασπένς, για να καταλήξει στο πιο ηλίθιο και ξενέρωτο τέλος. Ίσως ο θεός να είναι ένας κακός σκηνοθέτης. Μπορεί να φταίει ο σεναριογράφος ή η παραγωγή.

Το στρώμα μοιάζει από γρανίτη απόψε. Στα κόκαλα μου, η ηχώ του πόνου ουρλιάζει ρεφρέν από βιτριόλι.  Ας προσποιήθω πως προσποιούμαι ότι κοιμάμαι. Που είχαμε μείνει... Α ναι, στη ραψωδία Κ. Και στο λεσβιακό αμφίψωμο. Λοιπόν κορίτσια, σας επιτρέπω να με ικανοποιήσετε. Συνήθως, αυτά τα κείμενα είναι -λέμε τώρα- πιο ανάλαφρα και κωμικά. Σύμφωνα με την παραμορφωμένη αίσθηση του χιούμορ που έχω. Και τέσσερα στα πέντε, ξεκινάνε με την ίδια πρόταση. Σαν mantra ή ξόρκι. Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ. Όμως, θέλω να ξυπνήσω κάπου αλλού. Κάποιος άλλος. Πρωταγωνιστής σ'ένα άλλο όνειρο. Κι ας κρατήσει όσο μια ταινία ή ένας δίσκος.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου