"Safe From Harm"
I
Τις επόμενες μέρες,τα πάντα ήταν σε τροχιά γύρω απο τον Κοντόπουλο.Όλοι βρήκαν έναν λόγο για να τον λατρεύουν και να τον μισούν.Αμέτρητες συνεντεύξεις,εξοντωτική προβολή.Τα γραφεία είχαν γίνει το φαν κλάμπ του.Ήταν Παρασκευή απόγευμα,ο Κοντόπουλος περιέγραφε την τελευταία του κατάκτηση.Το σμήνος γύρω του δεν χόρταινε τις λεπτομέρειες.Ο Λάγιος καθόταν μόνος του,στο γωνιακό γραφείο,ο Πηγαδίτης λίγο πιο πέρα,είχε παρατήσει την αναφορά του μισοτελειωμένη και άκουγε με προσοχή.
"Το λογαριασμό της λέω,κερασμένα όλα μου απαντάει.Ύστερα με ρώτησε αν αν ήθελα κάτι άλλο και χαμογέλασε.Ένα διπλό τσιμπούκι στα τέσσερα της απάντησα και της έκλεισα το μάτι.Το θέλεις εδώ ή πακέτο για το σπίτι;Εδώ της λέω,γιατί στο σπίτι θα μου χρεώσεις και τα εκτός έδρας".Ως συνήθως το φάλτσο γέλιο του κάλυψε των υπολοίπων.Ο Λάγιος εκνευριζόταν όλο και περισσότερο,κυρίως με τον Πηγαδίτη παρά με τις ιστορίες του ήρωα της εβδομάδας,τις ίδιες ιστορίες που τις είχε ακούσει άπειρες φορές,μόνο τα ονόματα άλλαζαν.
"Τελείωσες την αναφορά σου;""Ε;Όχι.Τώρα θα την τελειώσω.Ρε τον Κοντόπουλο,το περίμενες εσύ τέτοιο πράγμα;""Το ότι είναι ψεύτης;Το ξέρω εδώ και χρόνια""'Οχι ρε'συ,εννοώ αυτό που έγινε στο υπουργείο.Το πίστευες πως θα'χε τ'αρχίδια για να το κάνει;""Δεν ξέρω αν είχε τ'αρχίδια ή είναι ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου.Τελείωνε να πάμε να φύγουμε""Πες μου πως δεν ζήλεψες,έστω και λίγο""Πηγαδίτη,να κόψεις τις πολλές ταινίες,σου'χουν κάνει ζημιά""Μάλλον ζήλεψες πολύ και δεν μπορείς να το κρύψεις""Τι να ζηλέψω ρε'συ;Το ότι σκότωσε τόσο κόσμο;Εσύ θα ένιωθες περήφανος,θα αισθανόσουν καλά με τον εαυτό σου;Αυτή είναι η δουλειά μας;Μόνο κάποιος σαν τον Κοντόπουλο θα καμάρωνε γι'αυτό.Μπράβο του,ας απολαύσει τα 15 λεπτά του και ας μας αφήσει ήσυχους"
"Δεν τον συμπαθείς,γι'αυτό δεν παραδέχεσαι πως αυτό που έκανε ήταν απίστευτο""Αυτό που έκανε,δεν αναιρεί το γεγονός πως είναι μουνόπανο.Και όταν τύποι σαν αυτόν αποθεώνονται,τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα.Κάτι δεν μου κολλάει σ'αυτήν την ιστορία,αλλά αμφιβάλλω αν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια.Τελείωνε να φύγουμε,γιατί βαρέθηκα να τον ακούω".Υπέγραψε και έβαλε τα πράγματα του στις τσέπες.Ετοιμάζοταν να σηκωθεί,όταν είδε τον Κοντόπουλο να πλησιάζει προς το γραφείο του."Λάγιε,να σε πάρω μαζί μου απόψε;Λέγε ρε,να γαμήσεις και'συ λίγο,μπας και φύγει η ξινίλα απ'τα μούτρα σου""Χρηστάκη,εγώ δεν γαμάω άντρες,ούτε ζώα σαν εσένα.Πάλι καλά που έγινε και αυτό,γιατί την τελευταία φορά που γάμησες ζωντανή γυναίκα,υπήρχε ακόμα η Σοβιετική Ένωση""Ζηλεύεις ρε μαλάκα,ε;Θυμάσαι πότε ήταν η τελευταία φορά που έκανες κάτι σημαντικό,κάτι σπουδαίο;Το θυμάσαι ότι είσαι αστυνομικός και όχι κλητήρας;Το θυμάσαι πως έχει όπλο;Πότε ήταν η τελευταία φορά που έριξες με το όπλο σου;Την Ανάσταση πριν φας μαγειρίτσα;"
"Όχι τις προάλλες,όταν ήρθε η κόρη σου και μου ζήταγε λεφτά για έκτρωση.Έριξα δύο στον αέρα,γιατί αλλιώς δεν έφευγε""Τη κόρη μου δεν θα την ξαναπιάσεις στο στόμα σου,το άκουσες;""Αλλιώς τι;,Θα της πεις να μου κόψει την έκπτωση;""Τι είπες ρε βρωμόπουστα,μη σου γαμήσω".Ο Πηγαδίτης μπήκε στη μέση,ενώ οι υπόλοιποι κράταγαν τον Κοντόπουλο που άφριζε."Έλα δω ρε γαμιόλη,να σου γαμήσω ό,τι έχεις και δεν έχεις,έλα δω ρε βρωμόπουστα!""Θα προτιμήσω τη κόρη σου,το μουνί της είναι μέλι.Το ξέρεις καλύτερα από μένα,έτσι δεν είναι ή μηπως δεν το έχει δοκιμάσει ακόμα;Τους συγγενείς τους χρεώνει παραπάνω;"
Ο Πηγαδίτης τρόμαξε,δεν αναγώριζε τον συνάδελφο του.Είχε ένα απόκοσμο χαμόγελο,δε τον είχε ξαναδεί έτσι Μαζεύτηκε όλο το προσωπικό του κτηρίου στον όροφο.Χρειάστηκε να παρέμβει ο διοικητής για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.Ο Λάγιος κινδύνευε με διαθεσιμότητα,τον ανάγκασαν να φύγει πρώτος,τον συνόδευσαν δύο άτομα μέχρι το αυτοκίνητο του.Μισή ώρα αργότερα,ο Κοντόπουλος ξεκλείδωνε το δικό του,μουρμουρίζοντας βρισιές.Δεν είχε προλάβει ν'ανοίξει την πόρτα,όταν άκουσε την φωνή πίσω του "Ε,ήρωα".Το τελευταίο που θυμάται,είναι το μέταλλο να γυαλίζει στο φως,λίγο πριν του σπάσει τη μύτη.
Είχαν περάσει δύο ώρες από τη στιγμή που ο Πηγαδίτης μπήκε στο διαμέρισμα του.Ήταν ακόμα με τα ρούχα,καθισμένος στο καναπέ.Το πρόσωπο του Λάγιου είχε αφήσει εγκαύματα στην μνήμη του.Δεν ήξερε ποιος ήταν αυτός που είδε,δεν ήξερε ποιος ήταν ο πραγματικός Αλέξης.Φοβήθηκε,δεν ήξερε πως ν'αντιδράσει.Η σύγχιση τον μούδιασε κι άλλο,όταν διάβασε το μήνυμα.Ήταν ο Λάγιος."21:00 στο γνωστό,θυμάσαι το δρόμο;".Το μπαρ ήταν σχεδόν άδειο,ο Λάγιος δεν τον είδε όταν μπήκε.Είχε πίει ήδη δύο ποτά.Δεν σήκωσε τα μάτια,ούτε τον χαιρέτησε όταν έκατσε απέναντι του."Από τι ώρα είσαι εδώ;""Έχω καμιά ώρα.Τι θα πιείς;""Μια μπύρα".Έκανε νόημα στη σερβιτόρα.
Το αλκοόλ δε τον χαλάρωσε.Ήταν σφιγμένος,δεν μπορούσε να κατεβάσει τις άμυνες του.Η σιωπή έκανε την αμηχανία πιο πνιγηρή."Ρε Αλέξη,γιατί το έκανες;Και μη μου πεις ότι δεν ήσουν εσύ.Τον πήγαν στο νοσοκομείο αναίσθητο.Το ξέρεις πως μπορεί να σε διώξουν;Διάλεξες να δείρεις τον χειρότερο άνθρωπο την πιιο ακατάλληλη στιγμή.Αν μαθευτεί,αν βγει προς τα έξω,δε τη γλυτώνεις με τίποτα.Βέβαια αν ήμουν στη θέση σου,αυτό που θα με άγχωνε περισσότερο,θα ήταν η αντίδραση του ίδιου του Κοντόπουλου.Δε μπλέκεις με τέτοιους τύπους".
Ο Λάγιος που ήξερε,θα τον είχε διακόψει μέχρι τώρα,με κάποιο αιχμηρό πείραγμα,θα τον ειρωνευόταν.Αυτός που είχε απέναντι του,ήταν σχεδόν ακίνητος."Ρε Αλέξη,μ'ακούς;""Σ'ακούω""Τότε γιατί δε μιλάς;""Τι θέλεις να σου πω;""Γιατί το έκανες""Γιατί είχε δίκιο".Η απάντηση τον αιφνιδίασε."Τι εννοείς;""Είχε δίκιο,ζήλεψα.Όχι την δημοσιότητα και τις συνεντεύξεις""Αλλά τι;""Το ότι σκότωσε τόσο κόσμο και δεν πρόκειται να τιμωρηθεί γι'αυτό".Ο Πηγαδίτης πάγωσε.Μαζεύτηκε,ενώ το χέρι του έψαξε αντανακλαστικά για το όπλο.Ο Λάγιος ανθυπομειδίασε."Μη φοβάσαι ρε μαλάκα,δε πρόκειται να σε πειράξω".Άδειασε το ποτήρι του και άναψε τσιγάρο."Σου έχω πει γιατί έγινα αστυνομικός;""Όχι"
II
"Όταν ήμουν μικρός,ήθελα να γίνω κιθαρίστας.Ή σκιτσογράφος,στη χειρότερη σχεδιαστής video games.Mεγαλώνοντας άρχισα νάποκτώ δυσανεξία απέναντι στον κόσμο,την σκληρότητα,την παράνοια και την αδικία του.Μ'ενοχλούσαν τα πάντα και η πιο μικρή παραφωνία αγένειας.Δεν ήξερα τι να κάνω,πως ν'αντιδράσω,πως να εκτονωθώ.Ήμουν μια ωρολογιακή βόμβα που σταματούσε πάντα στο παρά ένα,μια παλίρροια από οξύ άφριζε μέσα μου,έψαχνε διέξοδο σε κάθε αφορμή.Έπρεπε να βγει,πριν κάψει τα πάντα.Όλα αυτά είναι εξαιρετική πρώτη ύλη για να δημιουργήσεις κάτι,όμως δεν είχα αρκετό ταλέντο για να μεταφράσω όλα αυτά τα συναισθήματα,σε κάτι άλλο εκτός από θυμό.
Ξεχείλιζε παντού,δεν μπορούσα να τον κρύψω.Στίχοι,σκίτσα,μελωδίες στη κιθάρα,τα έθαβε όλα μετά από λίγο.Νόμιζα πως ήταν η εφηβεία,οι ορμόνες.Για κάποιο διάστημα ηρέμησα.Μετά τον θυμό ήρθε η πτώση.Αισθανόμουν ότι έπεφτα συνεχώς και τίποτα δεν μπορούσε να με σταματήσει.Το έβλεπα και στον ύπνο μου,ξύπναγα τρομαγμένος λίγο πριν αγγίξω την άσφαλτο.Ο θυμός με είχε εξαντλήσει και ο οργανισμός μου παραδόθηκε,αφέθηκε.Το μόνο που ήθελα ήταν να κρυφτώ,να χαθώ από τους πάντες.Νόμιζα πως είχα κατάθλιψη,οι δικοί μου φοβόντουσαν μήπως αυτοκτονήσω.Ούτε η παραίτηση όμως ήταν ασφαλές καταφύγιο.Η ασχήμια συνέχιζε να μ'ενοχλεί.Από το σπίτι,το διπλανό διαμέρισμα,τους δρόμους,μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου.
Ίσως να σου φαίνεται χαζό,αλλά κάθε άσχημη είδηση με πλήγωνε,μερικές φορές δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυα μου.Κάθε απόχρωση παράλογης βίας και καταστροφής,κάθε ζωντανό πλάσμα που χανόταν άδικα,κάθε έκφραση ανθρώπινης βλακείας και απληστίας.Δοκίμασα διάφορα για να ξεχαστώ,να σταματήσω να νιώθω.Σκέφτηκα να φύγω,να πάω στο Θιβέτ,στην Ινδία,μη γελάς,αλήθεια σου λέω.Δεν υπήρχε όμως απόδραση.Και ο θυμός επέστρεφε,όλο και πιο δυνατός.Πάλευα να τον πνίξω.Ήμουν όλη μέρα έξω,έτρεχε,πήγαινα γυμνατήριο.Σκότωνα τον εαυτό μου στη κούραση ,για να μην βρει ο θυμός διέξοδο.Δεν άντεχα άλλο.Κάπου εκεί φτάνεις στα σύνορα της δύναμης σου.Και της αδυναμίας σου.Το μόνο που υπάρχει πέρα απ'αυτό είναι ο θάνατος.Το σκέφτεσαι για μια στιγμή.Αλλά θέλεις να ζήσεις.Πως θα γίνει όμως,να γευτείς την ομορφιά αυτής της ζωής,χωρίς τα τοξικά της απόβλητα;Πως να συνεχίσεις,όταν το μόνο που σε αγκαλιάζει,είναι το πάτωμα;Όταν νιώθεις το σώμα σου,το μυαλό σου σαν τουαλέτες;Όταν νιώθεις σαν υπόμονομος;Πως μπορείς να καταπίνεις όλα τα σκατά του κόσμου και να συνεχίζεις να χαμογελάς; Δεν έχει σημασία,αρκεί να φαίνεσαι καθαρός,αρκεί το καπάκι του υπονόμου να γυαλίζει.
Έται αποφάσισα να μπω στην αστυνομία,δεν έβρισκα άλλο τρόπο.Μόνο αν γινόμουν ένας από τους εχθρούς,δεν θα κινδύνευα,το μάτι του κυκλώνα είναι το πιο ασφαλές μέρος.Θα ήμουν προστατευμένος εκεί.Και μια στο τόσο,ίσως να έκανα και κάτι καλό,να διόρθωνα ένα χιλιοστό αδικίας,να τιμωρούσα κάποιον.Οι γονείς μου έπαθαν σοκ,ακόμα δε το πιστεύουν.Η εκπαίδευση ήταν βαρετή,αλλά δεν με πείραζε,γιατί είχα βρει σκοπό,είχα αφοσιωθεί.Ο καιρός στη σχολή ήταν ο πιο ήσυχος της ζωής μου,απορούσα με τον εαυτό μου.Είχα πεισθεί πως είχα ξεπεράσει τους φόβους μου,πως όλα αυτά τα συναισθήματα,ήταν τα απομεινάρια μιας παρατεταμένης εφηβείας.
Τελείωσα τη σχολή,βγήκα στους δρόμους.Η ρουτίνα δεν μ'ενοχλούσε,αντιθέτως,με κρατούσε ήρεμο.Πήρα μετάθεση,ο πρώτος μήνας πέρασε άνετα.Ήμουνν βραδινός,ο συνεργάτης μου μίλαγε ασταμάτητα.Ήταν ευχάριστος τύπος,αλλά γινόταν κουραστικός.Στο γυρισμό,έκανε στάση σ'ένα μπαρ.Μόλις παρκάραμε,έβγαλε έναν φάκελο γεματο χρήματα.Τα μέτρησε,κράτησε λίγο παραπάνω από τα μισά,έβαλε τα υπόλοιπα στον φάκελο και μου τα έδωσε.Δεν ήξερα πως ν'αντιδράσω,φοβήθηκα."Τι είναι αυτά;" τον ρώτησα "Τα bonus μας" μου απάντησε.Τράβηξε χειρόφρενο,αλλά κανένας απ'τους δύο δεν βγήκε από το αμάξι.Το βλέμμα του ήταν πάνω στο φάκελο."Πάρε τα λεφτά.Πάρτα γιατί θα το μετανιώσεις"Άνοιξα τη πόρτα και βγήκα.Από εκείνη τη στιγμή ήμουν ξένο σώμα στο τμήμα.Όλοι με απέφευγαν.Δύο φορές με στρίμωξαν και με απέιλησαν.Έτρεμα,μετάνιωνα κάθε στιγμή για την απόφαση μου.Τα βλέμματα ακονιζόντουσαν πάνω μου,δεν ήθελα να βρίσκομαι δευτερόλεπτο εκεί μέσα.Υπήρχαν φορές που το μόνο που άκουγα,ήταν οι παλμοί μου.Ακουγόντουσαν σαν κάποιος ή κάτι προσπαθούε να βγει από μέσα μου.Ζήτησα μετάθεση,ευτυχώς βγήκε γρήγορα.Στο ενδιάμεσο,πήρα όλη την άδεια μου,έφυγα όσο πιο μακρυά μπορούσα.Ήμουν σαν τρομαγμένο ζώο στο καινούργιο τμήμα.
Φοβόμουν να κοιτάξω τους άλλους στα μάτια.Ο νεός μου συνεργάτης φαινόταν καλός.Ήταν μεγάλος,σε λίγο θα έβγαινε σε σύνταξη.Η περιοχή ήταν πιο ήσυχη,η ρουτίνα επανήλθε,σταμάτησα ν'αγχώνομαι.Γνώρισα και την Σοφία.Όμως μερικές φορές η ασφάλεια είναι η χειρότερη παγίδα που σου στήνει ο φόβος.Γυρίζαμε με το αυτοκίνητο του συνεργάτη μου,θα με άφηνε στο σπίτι.Σταμάτησε απότομα,δύο στενά πριν,έβγαλε το όπλο του και το κόλλησε στο μάγουλο μου.Δεν ξέρω πως,αλλά έμαθε τι είχε γίνει στο προηγούμενο τμήμα.Στεναχωρήθηκε,γιατί ετοιμαζόταν να μου δείξει τα κατατόπια.Εκείνη τη στιγμή,καταλάβα πως καμιά μετάθεση δεν θα μπορούσε να με σώσει.Με ρώτησε αν θα ήμουν συνεργάσιμος αυτή τη φορά και αν θα έπαιζα επιτέλους ομαδικά.Μου έδωσε τρεις μέρες διωρία για να το σκεφτώ.Το ίδιο βράδυ σταμάτησα τον εαυτό μου τρεις φορές,πριν πατήσει την σκανδάλη.Η Σοφία έβλεπε τηλεόραση στο διπλανό δωμάτιο,ενώ εγώ ήμουν στο μπάνιο με το όπλο.Έπρεπε να αντιδράσω.Θα τον παγίδευα.Ξεκίνησα να τον ηχογραφώ από το επόμενο βράδυ.Κατέγραφα συνομιλίες,σημείωνα ποσά,ημερομηνίες,μέρη και πρόσωπα.
Για να είμαι ειλικρινής,περίμενα πως η διαφθορά θα ήταν πιο συναρπαστική.Υπήρχαν νύχτες που ευχήθηκα να είχα ενδώσει πιο νωρίς,τουλάχιστον στο προηγούμενο τμήμα πέρναγαν καλά.Ο τύπος ήταν αξιολύπητος.Δεν τον ένοιαζαν τα χρήματα ή τα ναρκωτικά.Μόνο οι γυναίκες.Εξαργύρωνε την ελάχιστη ισχύ που είχε,σε μερικά θλιβερά γαμήσια.Νόμιζε ότι έτσι ξόρκιζε 30 χρόνια συζυγικής πλήξης.Και η πιο όμορφη δίπλα του,γινόταν αηδιαστική.Όσο εμετικός κι αν ήταν,μου έκανε καλό αυτός ο μήνας μαζί του,καθάρισε το μυαλό μου.Είχα αρκετό υλικό πλέον,τον είχα σε βίντεο ντυμένο και γυμνό.Αποφάσισα να περάσω στην αντεπίθεση.Βγήκαμε για ποτό.Λίγο πριν μπούμε στο αυτοκίνητο,του έδειξα μερικά βίντεο.Δε ταράχτηκε.Μου είπε πως ήμουν το ίδιο μπλεγμένος μ'αυτόν και πως δεν με συνέφερε να τα δείξω πουθενά.Του απάντησα ότι οι πρώτοι που θα τα έβλεπαν,θα ήταν η γυναίκα και τα παιδιά του.Ύστερα θα τα έστελνα στα μέσα,θα τα έβγαζα στο internet και στο τέλος στο εσωτερικών υποθέσεων.
III
"Δε φαίνομαι πουθενά στα βίντεο και σε έχω ηχογραφήσει να με απειλείς.Και δεν νομίζω πως έχεις στοιχεία εναντίον μου,ήσουν πάντα πολύ απασχολημένος με το να παριστάνεις τον γαμιά σε φοβισμένες πιτσιρίκες."Τα μάτια του κόχλαζαν,αλλά ήξερε πως τον είχα στο χέρι."Τι θέλεις,περισσότερα λεφτά;Πάρτα όλα!""Δε θέλω λεφτά,κράτα τα,θα τα χρειαστείς.Θέλω απλά να κάνεις το μαλάκα""Για ποιο πράγμα;""Γι'αυτό!".Τον έφτυσα στα μούτρα και τον χτύπησα στη μύτη.Λύγισε,τον έπιασα από τον γιακά και τον χτύπησα άλλες δύο φορές,το αίμα είχε σκεπάσει τη σιδερογροθιά."Μπορείς ν'αντισταθείς αν θέλεις,αλλά το ξέρουμε και οι δύο,πως θα είναι χαμένος κόπος και χρόνος.Αν σου ξαναπεράσει από το μυαλό η ιδέα,να θυμάσαι αυτό.Αν αύριο έχω και το παραμικρό σημάδι,ο,τιδήποτε που μπορεί να τραβήξει την προσοχή,τα βίντεο θα πάνε παντού.Μπορείς να φανταστείς την αντίδραση της γυναίκας σου,όταν θα θα σε δει να γαμάς κοριτσάκια πιο μικρά κι απ'την κόρη σας;".Τον χτύπησα ξανά,στο στομάχι,διπλώθηκε.Τον σήκωσα και τον κουτούλησα,τον κόλλησα στον τοίχο.
"Πάρε μια βαθιά ανάσα,επιστράτευσε όλες σου τις δυνάμεις και τις αντοχές,δε πρέπει να λιποθυμήσεις αμέσως,θέλω κάθε δευτερόλεπτο να χαραχθεί καθαρά στο χοντρό κρανίο σου, ο πόνος να φτάσει μέχρι με το μεδούλι.Κοίταξε με!Από'δω και πέρα,αν σε πετύχω έστω και να με κοιτάς στραβά,θα σε αφήσω ανάπηρο.Θα κάνεις ό,τι σου λέω,όταν στο λέω.Δε με νοιάζει τι ώρα θα είναι,όταν θα σε παίρνω τηλέφωνο θα έρχεσαι να ξεσπάω πάνω σου.Θα βγάζεις τον σκασμό και θα κάνεις το σάκο του μποξ.Θα σε χτυπάω μέχρι τα δόντια σου να γίνουν χυλός,μέχρι το μυαλό σου να χυθεί απ'τον κώλο.Και τώρα θέλω να ματώσεις.Σαν να έχεις πάρει φωτιά και το μόνο που μπορεί να τη σβήσει,είναι το αίμα σου".Τον άφησα λιπόθυμο εκεί.Πέρασε ένα μήνα στο νοσοκομείο.Δεν τον ξαναείδα από τότε,πήρε μετάθεση.Γύρισα στο σπίτι και έτρεμα,από ηδονή.Κάθε γροθιά ήταν καλύτερη κι από οργασμό,σε κάθε χτύπημα έβγαιναν τα απωθημένα χρόνων.Εκείνη τη νύχτα στο στενό,ήταν σαν να βγήκα από το κουκούλι,άφησα τον παλιό μου εαυτό εκεί πίσω.Άφησα όλες μου τις αδυναμίες και τα λάθη,μισοπεθαμένα στο πεζοδρόμιο.Προσπαθούσα να ξεπλύνω το αίμα απ'τα χέρια μου,όταν σήκωσα το κεφάλι.Ήταν σαν να είδα για πρώτη φορά το πρόσωπο μου στον καθρέφτη.Εκείνη τη νύχτα το κατάλαβα.Δε μπορούσα να υποκρίνομαι άλλο.Ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσεις τον φόβο,είναι να βρεις κάτι πιο δυνατό.Να γίνεις ο φόβος σου,να γίνεις εφιάλτης για τους εφιάλτες σου,να γίνεις τέρας απέναντι στα τέρατα.
Μόνο η βία μπορεί να σε προστατέψει.Δε με τρόμαξε το πόσο βίαιος γινόμουν,αλλά το γιατί άργησα τόσο καιρό να το ανακαλύψω.Το πόσο γλυκιά ήταν η βία.Ήταν εθισμός,ένιωθα σαν πρεζάκι,ήθελα κι άλλο,περισσότερο,καλύτερο.Λες και ολόκληρος ο οργανισμός μου ήταν σε στύση,24 ώρες το 24ωρο.Υπήρχαν φορές που πάθαινα ρεύση όταν χτύπαγα κάποιον.Έψαχνα αφορμές παντού,ακόμη και μια στραβή ματιά ήταν αρκετή.Νιώθεις άτρωτοςΜετά από λίγο δε σε φοβίζει τίποτα πλέον,ούτε το ότι είσαι ζωντανός και δεν νιώθεις τίποτα.Σε τρομοκρατεί η σκέψη,μήπως αρχίσεις ν'αναπωλείς τον παλιό σου εαυτό,μήπως σου πάρουν τη δύναμη σου.Βλέπεις την ευτυχία,την καλοσύνη και την τρυφερότητα να σε τρομάζουν.Γιατί ξέρεις πως δεν θα γίνουν ποτέ δικά σου.Νομίζεις πως σε χλευάζουν,σε γελοιοποιούν.Και θέλεις να τα καταστρέψεις πριν σε αγγίξουν,πριν ανοίξουν ρωγμές στα τείχη σου.
Και τότε ανακαλύπτεις πως η βία,η αυτή πανοπλία που φοράς,έχει ένα τίμημα.Μέρα με την μέρα,γίνεται το δέρμα σου,γίνεται ένα μαζί σου.Και αν κάτι αρχίσει να την τρυπάει,να την καταστρέφει,τότε θα πρέπει να το σταματήσεις,πριν χάσεις τον εαυτό σου,πριν η ζεστασιά σε κάνει κομμάτια.Πριν αρχίζεις να σκάβεις και ανακαλύψεις πως δεν υπάρχει τίποτα πια,πως είσαι απλά ένα σκιάχτρο,που κράταγε μακρυά ο,τιδήποτε ήθελε να βγει ή να μπει μέσα σου.Πως είσαι παρείσακτος στην ίδια σου την ύπαρξη."Η σερβιτόρα άφησε το ποτηρι μπροστά του.Άδειασε το μισό."Ο άνθρωπος είναι το πιο αποτυχημένο ζώο,ένα λάθος της φύσης.
Ένας ιός,που δεν μπόρεσε να τον εξαλείψει και καταστρέφει τα πάντα.Είμαστε απλά μαιμούδες που έχουν τρελαθεί,ένας καρκίνος που καταβροχθίζει τον πλανήτη.Σκεφτόμαστε και νιώθουμε περισσότερα από όσα μπορούμε ν'αντέξουμε,καταστρέφουμε τα πάντα,νομίζοντας ότι δημιουργούμε.Μας έκανε κακό η εξέλιξη.Δεν έπρεπε να μάθουμε πως κάποια στιγμή θα πεθάνουμε,όλα τα ζώα θα ήταν δυστυχισμένα αν το ξέρανε.Ίσως γι'αυτό είμαστε τόσο κακοί,αφού τίποτα δεν θα είναι δικό μας για πάντα,πρέπει τα καταστρέψουμε όλα.Μήπως και εκτονωθούμε,μήπως και ξεχάσουμε.Αλλά δε ξεχνάμε ποτέ.Ή μπορεί
εκείνο το κομμάτι ζώου που υπάρχει ακόμα μέσα στον άνθρωπο,αυτό που δεν εξανθρωπίζεται και δεν εξημερώνεται ποτέ,να είναι το μόνο υγιές,το μόνο που παλεύει να μείνει ζωντανό.Εκείνο που θέλει να κάψει τη μάσκα του κόσμου,να δει το πραγματικό του πρόσωπο και να μην τρομάξει από το θέαμα.Δε ξέρω τι είναι αλήθεια από όλα αυτά και τι θα ήθελα να είναι,δε ξέρω τι χρειάζομαι πιο πολύ.Αλλά μερικές φορές,τίποτα δεν είναι αρκετό.Τίποτα που να σε κάνει να πεις πως αξίζει αυτός ο κόσμος,αξίζει αυτή η ζωή"
Έσβησε το τσιγάρο αργά.Ο Πηγαδίτης τον κοίταζε παγωμένος."Τι έπαθες;""Τίποτα,αναρωτιέμαι""Τι πράγμα;""Αν έχεις πιει πολύ και αν εγώ πρέπει να πιω περισσότερο.Δεν θυμάμαι να σ'έχω ξανακούσει να μιλάς τόση ώρα""Δεν θα ξαναγίνει,στο υπόσχομαι""Όχι,δεν στο λέω γι'αυτό.Απλά..Δεν ξέρω τι να σου πω,δεν ξέρω αν μπορώ να σε βοηθήσω""Και μόνο που μ'άκουσες,φτάνει""Δεν ξέρω αν είναι αρκετό,ίσως χρειάζεται να μιλήσεις σε κάποιον ειδικό,κάποιον ψυχαναλυτή ή ψυχολόγο.""Μάλλον σε ψυχίατρο και να μου δώσει αρκετά χάπια για να μπαλώσουν τα κενά.Ελπίζω να μου δώσει από τα καλά,να το ευχαριστηθώ τουλάχιστον""Θα τα μοιραστούμε γιατί δε ξέρω αν μπορώ να σε αντέξω άλλο""Αφού με άντεξες τόση ώρα και με μια μπύρα μόνο,μπορείς ν'αντέξεις τα πάντα.Θα πιούμε άλλο ένα;""Δε νομίζω,νύσταξα.Πάω να φύγω,γιατί δεν θα σηκώνομαι το πρωί και θα με βρίζεις""Αν είναι έτσι,εντάξει.Θα κανονίσουμε άλλη φορά,μια πιο ευχάριστη έξοδο""Μήπως θέλεις να σε πάω σπίτι;Έχεις πιει αρκετά,καλύτερα να μην οδηγήσεις""Δεν πήρα το αυτοκίνητο,μην ανησυχείς.Θα κάτσω λίγο ακόμα"""Μη πιεις άλλο""Ένα τελευταίο και θα φύγω"" Όπως θέλεις.Καληνύχτα""Καληνύχτα".Ο Πηγαδίτης αμφιταλαντεύτηκε για μερικά δευτερόλεπτα.Είχαν μείνει δύο τσιγάρα στο πακέτο.Θ άφηνε το τελευταίο για το πρωί.Ήπιε τη πρώτη γουλιά και τράβηξε μια γερή τζούρα.Το χάδι της ζάλης σαν γυναικείο χέρι στα μαλλιά του.Έκλεισε τα μάτια και έγειρε πίσω.Κάποια τραγούδια είναι σαν ξόρκια,εξαφανίζουν το κόσμο γύρω σου.Έστω και για 3,5 λεπτά.
I
Τις επόμενες μέρες,τα πάντα ήταν σε τροχιά γύρω απο τον Κοντόπουλο.Όλοι βρήκαν έναν λόγο για να τον λατρεύουν και να τον μισούν.Αμέτρητες συνεντεύξεις,εξοντωτική προβολή.Τα γραφεία είχαν γίνει το φαν κλάμπ του.Ήταν Παρασκευή απόγευμα,ο Κοντόπουλος περιέγραφε την τελευταία του κατάκτηση.Το σμήνος γύρω του δεν χόρταινε τις λεπτομέρειες.Ο Λάγιος καθόταν μόνος του,στο γωνιακό γραφείο,ο Πηγαδίτης λίγο πιο πέρα,είχε παρατήσει την αναφορά του μισοτελειωμένη και άκουγε με προσοχή.
"Το λογαριασμό της λέω,κερασμένα όλα μου απαντάει.Ύστερα με ρώτησε αν αν ήθελα κάτι άλλο και χαμογέλασε.Ένα διπλό τσιμπούκι στα τέσσερα της απάντησα και της έκλεισα το μάτι.Το θέλεις εδώ ή πακέτο για το σπίτι;Εδώ της λέω,γιατί στο σπίτι θα μου χρεώσεις και τα εκτός έδρας".Ως συνήθως το φάλτσο γέλιο του κάλυψε των υπολοίπων.Ο Λάγιος εκνευριζόταν όλο και περισσότερο,κυρίως με τον Πηγαδίτη παρά με τις ιστορίες του ήρωα της εβδομάδας,τις ίδιες ιστορίες που τις είχε ακούσει άπειρες φορές,μόνο τα ονόματα άλλαζαν.
"Τελείωσες την αναφορά σου;""Ε;Όχι.Τώρα θα την τελειώσω.Ρε τον Κοντόπουλο,το περίμενες εσύ τέτοιο πράγμα;""Το ότι είναι ψεύτης;Το ξέρω εδώ και χρόνια""'Οχι ρε'συ,εννοώ αυτό που έγινε στο υπουργείο.Το πίστευες πως θα'χε τ'αρχίδια για να το κάνει;""Δεν ξέρω αν είχε τ'αρχίδια ή είναι ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου.Τελείωνε να πάμε να φύγουμε""Πες μου πως δεν ζήλεψες,έστω και λίγο""Πηγαδίτη,να κόψεις τις πολλές ταινίες,σου'χουν κάνει ζημιά""Μάλλον ζήλεψες πολύ και δεν μπορείς να το κρύψεις""Τι να ζηλέψω ρε'συ;Το ότι σκότωσε τόσο κόσμο;Εσύ θα ένιωθες περήφανος,θα αισθανόσουν καλά με τον εαυτό σου;Αυτή είναι η δουλειά μας;Μόνο κάποιος σαν τον Κοντόπουλο θα καμάρωνε γι'αυτό.Μπράβο του,ας απολαύσει τα 15 λεπτά του και ας μας αφήσει ήσυχους"
"Δεν τον συμπαθείς,γι'αυτό δεν παραδέχεσαι πως αυτό που έκανε ήταν απίστευτο""Αυτό που έκανε,δεν αναιρεί το γεγονός πως είναι μουνόπανο.Και όταν τύποι σαν αυτόν αποθεώνονται,τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα.Κάτι δεν μου κολλάει σ'αυτήν την ιστορία,αλλά αμφιβάλλω αν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια.Τελείωνε να φύγουμε,γιατί βαρέθηκα να τον ακούω".Υπέγραψε και έβαλε τα πράγματα του στις τσέπες.Ετοιμάζοταν να σηκωθεί,όταν είδε τον Κοντόπουλο να πλησιάζει προς το γραφείο του."Λάγιε,να σε πάρω μαζί μου απόψε;Λέγε ρε,να γαμήσεις και'συ λίγο,μπας και φύγει η ξινίλα απ'τα μούτρα σου""Χρηστάκη,εγώ δεν γαμάω άντρες,ούτε ζώα σαν εσένα.Πάλι καλά που έγινε και αυτό,γιατί την τελευταία φορά που γάμησες ζωντανή γυναίκα,υπήρχε ακόμα η Σοβιετική Ένωση""Ζηλεύεις ρε μαλάκα,ε;Θυμάσαι πότε ήταν η τελευταία φορά που έκανες κάτι σημαντικό,κάτι σπουδαίο;Το θυμάσαι ότι είσαι αστυνομικός και όχι κλητήρας;Το θυμάσαι πως έχει όπλο;Πότε ήταν η τελευταία φορά που έριξες με το όπλο σου;Την Ανάσταση πριν φας μαγειρίτσα;"
"Όχι τις προάλλες,όταν ήρθε η κόρη σου και μου ζήταγε λεφτά για έκτρωση.Έριξα δύο στον αέρα,γιατί αλλιώς δεν έφευγε""Τη κόρη μου δεν θα την ξαναπιάσεις στο στόμα σου,το άκουσες;""Αλλιώς τι;,Θα της πεις να μου κόψει την έκπτωση;""Τι είπες ρε βρωμόπουστα,μη σου γαμήσω".Ο Πηγαδίτης μπήκε στη μέση,ενώ οι υπόλοιποι κράταγαν τον Κοντόπουλο που άφριζε."Έλα δω ρε γαμιόλη,να σου γαμήσω ό,τι έχεις και δεν έχεις,έλα δω ρε βρωμόπουστα!""Θα προτιμήσω τη κόρη σου,το μουνί της είναι μέλι.Το ξέρεις καλύτερα από μένα,έτσι δεν είναι ή μηπως δεν το έχει δοκιμάσει ακόμα;Τους συγγενείς τους χρεώνει παραπάνω;"
Ο Πηγαδίτης τρόμαξε,δεν αναγώριζε τον συνάδελφο του.Είχε ένα απόκοσμο χαμόγελο,δε τον είχε ξαναδεί έτσι Μαζεύτηκε όλο το προσωπικό του κτηρίου στον όροφο.Χρειάστηκε να παρέμβει ο διοικητής για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.Ο Λάγιος κινδύνευε με διαθεσιμότητα,τον ανάγκασαν να φύγει πρώτος,τον συνόδευσαν δύο άτομα μέχρι το αυτοκίνητο του.Μισή ώρα αργότερα,ο Κοντόπουλος ξεκλείδωνε το δικό του,μουρμουρίζοντας βρισιές.Δεν είχε προλάβει ν'ανοίξει την πόρτα,όταν άκουσε την φωνή πίσω του "Ε,ήρωα".Το τελευταίο που θυμάται,είναι το μέταλλο να γυαλίζει στο φως,λίγο πριν του σπάσει τη μύτη.
Είχαν περάσει δύο ώρες από τη στιγμή που ο Πηγαδίτης μπήκε στο διαμέρισμα του.Ήταν ακόμα με τα ρούχα,καθισμένος στο καναπέ.Το πρόσωπο του Λάγιου είχε αφήσει εγκαύματα στην μνήμη του.Δεν ήξερε ποιος ήταν αυτός που είδε,δεν ήξερε ποιος ήταν ο πραγματικός Αλέξης.Φοβήθηκε,δεν ήξερε πως ν'αντιδράσει.Η σύγχιση τον μούδιασε κι άλλο,όταν διάβασε το μήνυμα.Ήταν ο Λάγιος."21:00 στο γνωστό,θυμάσαι το δρόμο;".Το μπαρ ήταν σχεδόν άδειο,ο Λάγιος δεν τον είδε όταν μπήκε.Είχε πίει ήδη δύο ποτά.Δεν σήκωσε τα μάτια,ούτε τον χαιρέτησε όταν έκατσε απέναντι του."Από τι ώρα είσαι εδώ;""Έχω καμιά ώρα.Τι θα πιείς;""Μια μπύρα".Έκανε νόημα στη σερβιτόρα.
Το αλκοόλ δε τον χαλάρωσε.Ήταν σφιγμένος,δεν μπορούσε να κατεβάσει τις άμυνες του.Η σιωπή έκανε την αμηχανία πιο πνιγηρή."Ρε Αλέξη,γιατί το έκανες;Και μη μου πεις ότι δεν ήσουν εσύ.Τον πήγαν στο νοσοκομείο αναίσθητο.Το ξέρεις πως μπορεί να σε διώξουν;Διάλεξες να δείρεις τον χειρότερο άνθρωπο την πιιο ακατάλληλη στιγμή.Αν μαθευτεί,αν βγει προς τα έξω,δε τη γλυτώνεις με τίποτα.Βέβαια αν ήμουν στη θέση σου,αυτό που θα με άγχωνε περισσότερο,θα ήταν η αντίδραση του ίδιου του Κοντόπουλου.Δε μπλέκεις με τέτοιους τύπους".
Ο Λάγιος που ήξερε,θα τον είχε διακόψει μέχρι τώρα,με κάποιο αιχμηρό πείραγμα,θα τον ειρωνευόταν.Αυτός που είχε απέναντι του,ήταν σχεδόν ακίνητος."Ρε Αλέξη,μ'ακούς;""Σ'ακούω""Τότε γιατί δε μιλάς;""Τι θέλεις να σου πω;""Γιατί το έκανες""Γιατί είχε δίκιο".Η απάντηση τον αιφνιδίασε."Τι εννοείς;""Είχε δίκιο,ζήλεψα.Όχι την δημοσιότητα και τις συνεντεύξεις""Αλλά τι;""Το ότι σκότωσε τόσο κόσμο και δεν πρόκειται να τιμωρηθεί γι'αυτό".Ο Πηγαδίτης πάγωσε.Μαζεύτηκε,ενώ το χέρι του έψαξε αντανακλαστικά για το όπλο.Ο Λάγιος ανθυπομειδίασε."Μη φοβάσαι ρε μαλάκα,δε πρόκειται να σε πειράξω".Άδειασε το ποτήρι του και άναψε τσιγάρο."Σου έχω πει γιατί έγινα αστυνομικός;""Όχι"
II
"Όταν ήμουν μικρός,ήθελα να γίνω κιθαρίστας.Ή σκιτσογράφος,στη χειρότερη σχεδιαστής video games.Mεγαλώνοντας άρχισα νάποκτώ δυσανεξία απέναντι στον κόσμο,την σκληρότητα,την παράνοια και την αδικία του.Μ'ενοχλούσαν τα πάντα και η πιο μικρή παραφωνία αγένειας.Δεν ήξερα τι να κάνω,πως ν'αντιδράσω,πως να εκτονωθώ.Ήμουν μια ωρολογιακή βόμβα που σταματούσε πάντα στο παρά ένα,μια παλίρροια από οξύ άφριζε μέσα μου,έψαχνε διέξοδο σε κάθε αφορμή.Έπρεπε να βγει,πριν κάψει τα πάντα.Όλα αυτά είναι εξαιρετική πρώτη ύλη για να δημιουργήσεις κάτι,όμως δεν είχα αρκετό ταλέντο για να μεταφράσω όλα αυτά τα συναισθήματα,σε κάτι άλλο εκτός από θυμό.
Ξεχείλιζε παντού,δεν μπορούσα να τον κρύψω.Στίχοι,σκίτσα,μελωδίες στη κιθάρα,τα έθαβε όλα μετά από λίγο.Νόμιζα πως ήταν η εφηβεία,οι ορμόνες.Για κάποιο διάστημα ηρέμησα.Μετά τον θυμό ήρθε η πτώση.Αισθανόμουν ότι έπεφτα συνεχώς και τίποτα δεν μπορούσε να με σταματήσει.Το έβλεπα και στον ύπνο μου,ξύπναγα τρομαγμένος λίγο πριν αγγίξω την άσφαλτο.Ο θυμός με είχε εξαντλήσει και ο οργανισμός μου παραδόθηκε,αφέθηκε.Το μόνο που ήθελα ήταν να κρυφτώ,να χαθώ από τους πάντες.Νόμιζα πως είχα κατάθλιψη,οι δικοί μου φοβόντουσαν μήπως αυτοκτονήσω.Ούτε η παραίτηση όμως ήταν ασφαλές καταφύγιο.Η ασχήμια συνέχιζε να μ'ενοχλεί.Από το σπίτι,το διπλανό διαμέρισμα,τους δρόμους,μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου.
Ίσως να σου φαίνεται χαζό,αλλά κάθε άσχημη είδηση με πλήγωνε,μερικές φορές δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυα μου.Κάθε απόχρωση παράλογης βίας και καταστροφής,κάθε ζωντανό πλάσμα που χανόταν άδικα,κάθε έκφραση ανθρώπινης βλακείας και απληστίας.Δοκίμασα διάφορα για να ξεχαστώ,να σταματήσω να νιώθω.Σκέφτηκα να φύγω,να πάω στο Θιβέτ,στην Ινδία,μη γελάς,αλήθεια σου λέω.Δεν υπήρχε όμως απόδραση.Και ο θυμός επέστρεφε,όλο και πιο δυνατός.Πάλευα να τον πνίξω.Ήμουν όλη μέρα έξω,έτρεχε,πήγαινα γυμνατήριο.Σκότωνα τον εαυτό μου στη κούραση ,για να μην βρει ο θυμός διέξοδο.Δεν άντεχα άλλο.Κάπου εκεί φτάνεις στα σύνορα της δύναμης σου.Και της αδυναμίας σου.Το μόνο που υπάρχει πέρα απ'αυτό είναι ο θάνατος.Το σκέφτεσαι για μια στιγμή.Αλλά θέλεις να ζήσεις.Πως θα γίνει όμως,να γευτείς την ομορφιά αυτής της ζωής,χωρίς τα τοξικά της απόβλητα;Πως να συνεχίσεις,όταν το μόνο που σε αγκαλιάζει,είναι το πάτωμα;Όταν νιώθεις το σώμα σου,το μυαλό σου σαν τουαλέτες;Όταν νιώθεις σαν υπόμονομος;Πως μπορείς να καταπίνεις όλα τα σκατά του κόσμου και να συνεχίζεις να χαμογελάς; Δεν έχει σημασία,αρκεί να φαίνεσαι καθαρός,αρκεί το καπάκι του υπονόμου να γυαλίζει.
Έται αποφάσισα να μπω στην αστυνομία,δεν έβρισκα άλλο τρόπο.Μόνο αν γινόμουν ένας από τους εχθρούς,δεν θα κινδύνευα,το μάτι του κυκλώνα είναι το πιο ασφαλές μέρος.Θα ήμουν προστατευμένος εκεί.Και μια στο τόσο,ίσως να έκανα και κάτι καλό,να διόρθωνα ένα χιλιοστό αδικίας,να τιμωρούσα κάποιον.Οι γονείς μου έπαθαν σοκ,ακόμα δε το πιστεύουν.Η εκπαίδευση ήταν βαρετή,αλλά δεν με πείραζε,γιατί είχα βρει σκοπό,είχα αφοσιωθεί.Ο καιρός στη σχολή ήταν ο πιο ήσυχος της ζωής μου,απορούσα με τον εαυτό μου.Είχα πεισθεί πως είχα ξεπεράσει τους φόβους μου,πως όλα αυτά τα συναισθήματα,ήταν τα απομεινάρια μιας παρατεταμένης εφηβείας.
Τελείωσα τη σχολή,βγήκα στους δρόμους.Η ρουτίνα δεν μ'ενοχλούσε,αντιθέτως,με κρατούσε ήρεμο.Πήρα μετάθεση,ο πρώτος μήνας πέρασε άνετα.Ήμουνν βραδινός,ο συνεργάτης μου μίλαγε ασταμάτητα.Ήταν ευχάριστος τύπος,αλλά γινόταν κουραστικός.Στο γυρισμό,έκανε στάση σ'ένα μπαρ.Μόλις παρκάραμε,έβγαλε έναν φάκελο γεματο χρήματα.Τα μέτρησε,κράτησε λίγο παραπάνω από τα μισά,έβαλε τα υπόλοιπα στον φάκελο και μου τα έδωσε.Δεν ήξερα πως ν'αντιδράσω,φοβήθηκα."Τι είναι αυτά;" τον ρώτησα "Τα bonus μας" μου απάντησε.Τράβηξε χειρόφρενο,αλλά κανένας απ'τους δύο δεν βγήκε από το αμάξι.Το βλέμμα του ήταν πάνω στο φάκελο."Πάρε τα λεφτά.Πάρτα γιατί θα το μετανιώσεις"Άνοιξα τη πόρτα και βγήκα.Από εκείνη τη στιγμή ήμουν ξένο σώμα στο τμήμα.Όλοι με απέφευγαν.Δύο φορές με στρίμωξαν και με απέιλησαν.Έτρεμα,μετάνιωνα κάθε στιγμή για την απόφαση μου.Τα βλέμματα ακονιζόντουσαν πάνω μου,δεν ήθελα να βρίσκομαι δευτερόλεπτο εκεί μέσα.Υπήρχαν φορές που το μόνο που άκουγα,ήταν οι παλμοί μου.Ακουγόντουσαν σαν κάποιος ή κάτι προσπαθούε να βγει από μέσα μου.Ζήτησα μετάθεση,ευτυχώς βγήκε γρήγορα.Στο ενδιάμεσο,πήρα όλη την άδεια μου,έφυγα όσο πιο μακρυά μπορούσα.Ήμουν σαν τρομαγμένο ζώο στο καινούργιο τμήμα.
Φοβόμουν να κοιτάξω τους άλλους στα μάτια.Ο νεός μου συνεργάτης φαινόταν καλός.Ήταν μεγάλος,σε λίγο θα έβγαινε σε σύνταξη.Η περιοχή ήταν πιο ήσυχη,η ρουτίνα επανήλθε,σταμάτησα ν'αγχώνομαι.Γνώρισα και την Σοφία.Όμως μερικές φορές η ασφάλεια είναι η χειρότερη παγίδα που σου στήνει ο φόβος.Γυρίζαμε με το αυτοκίνητο του συνεργάτη μου,θα με άφηνε στο σπίτι.Σταμάτησε απότομα,δύο στενά πριν,έβγαλε το όπλο του και το κόλλησε στο μάγουλο μου.Δεν ξέρω πως,αλλά έμαθε τι είχε γίνει στο προηγούμενο τμήμα.Στεναχωρήθηκε,γιατί ετοιμαζόταν να μου δείξει τα κατατόπια.Εκείνη τη στιγμή,καταλάβα πως καμιά μετάθεση δεν θα μπορούσε να με σώσει.Με ρώτησε αν θα ήμουν συνεργάσιμος αυτή τη φορά και αν θα έπαιζα επιτέλους ομαδικά.Μου έδωσε τρεις μέρες διωρία για να το σκεφτώ.Το ίδιο βράδυ σταμάτησα τον εαυτό μου τρεις φορές,πριν πατήσει την σκανδάλη.Η Σοφία έβλεπε τηλεόραση στο διπλανό δωμάτιο,ενώ εγώ ήμουν στο μπάνιο με το όπλο.Έπρεπε να αντιδράσω.Θα τον παγίδευα.Ξεκίνησα να τον ηχογραφώ από το επόμενο βράδυ.Κατέγραφα συνομιλίες,σημείωνα ποσά,ημερομηνίες,μέρη και πρόσωπα.
Για να είμαι ειλικρινής,περίμενα πως η διαφθορά θα ήταν πιο συναρπαστική.Υπήρχαν νύχτες που ευχήθηκα να είχα ενδώσει πιο νωρίς,τουλάχιστον στο προηγούμενο τμήμα πέρναγαν καλά.Ο τύπος ήταν αξιολύπητος.Δεν τον ένοιαζαν τα χρήματα ή τα ναρκωτικά.Μόνο οι γυναίκες.Εξαργύρωνε την ελάχιστη ισχύ που είχε,σε μερικά θλιβερά γαμήσια.Νόμιζε ότι έτσι ξόρκιζε 30 χρόνια συζυγικής πλήξης.Και η πιο όμορφη δίπλα του,γινόταν αηδιαστική.Όσο εμετικός κι αν ήταν,μου έκανε καλό αυτός ο μήνας μαζί του,καθάρισε το μυαλό μου.Είχα αρκετό υλικό πλέον,τον είχα σε βίντεο ντυμένο και γυμνό.Αποφάσισα να περάσω στην αντεπίθεση.Βγήκαμε για ποτό.Λίγο πριν μπούμε στο αυτοκίνητο,του έδειξα μερικά βίντεο.Δε ταράχτηκε.Μου είπε πως ήμουν το ίδιο μπλεγμένος μ'αυτόν και πως δεν με συνέφερε να τα δείξω πουθενά.Του απάντησα ότι οι πρώτοι που θα τα έβλεπαν,θα ήταν η γυναίκα και τα παιδιά του.Ύστερα θα τα έστελνα στα μέσα,θα τα έβγαζα στο internet και στο τέλος στο εσωτερικών υποθέσεων.
III
"Δε φαίνομαι πουθενά στα βίντεο και σε έχω ηχογραφήσει να με απειλείς.Και δεν νομίζω πως έχεις στοιχεία εναντίον μου,ήσουν πάντα πολύ απασχολημένος με το να παριστάνεις τον γαμιά σε φοβισμένες πιτσιρίκες."Τα μάτια του κόχλαζαν,αλλά ήξερε πως τον είχα στο χέρι."Τι θέλεις,περισσότερα λεφτά;Πάρτα όλα!""Δε θέλω λεφτά,κράτα τα,θα τα χρειαστείς.Θέλω απλά να κάνεις το μαλάκα""Για ποιο πράγμα;""Γι'αυτό!".Τον έφτυσα στα μούτρα και τον χτύπησα στη μύτη.Λύγισε,τον έπιασα από τον γιακά και τον χτύπησα άλλες δύο φορές,το αίμα είχε σκεπάσει τη σιδερογροθιά."Μπορείς ν'αντισταθείς αν θέλεις,αλλά το ξέρουμε και οι δύο,πως θα είναι χαμένος κόπος και χρόνος.Αν σου ξαναπεράσει από το μυαλό η ιδέα,να θυμάσαι αυτό.Αν αύριο έχω και το παραμικρό σημάδι,ο,τιδήποτε που μπορεί να τραβήξει την προσοχή,τα βίντεο θα πάνε παντού.Μπορείς να φανταστείς την αντίδραση της γυναίκας σου,όταν θα θα σε δει να γαμάς κοριτσάκια πιο μικρά κι απ'την κόρη σας;".Τον χτύπησα ξανά,στο στομάχι,διπλώθηκε.Τον σήκωσα και τον κουτούλησα,τον κόλλησα στον τοίχο.
"Πάρε μια βαθιά ανάσα,επιστράτευσε όλες σου τις δυνάμεις και τις αντοχές,δε πρέπει να λιποθυμήσεις αμέσως,θέλω κάθε δευτερόλεπτο να χαραχθεί καθαρά στο χοντρό κρανίο σου, ο πόνος να φτάσει μέχρι με το μεδούλι.Κοίταξε με!Από'δω και πέρα,αν σε πετύχω έστω και να με κοιτάς στραβά,θα σε αφήσω ανάπηρο.Θα κάνεις ό,τι σου λέω,όταν στο λέω.Δε με νοιάζει τι ώρα θα είναι,όταν θα σε παίρνω τηλέφωνο θα έρχεσαι να ξεσπάω πάνω σου.Θα βγάζεις τον σκασμό και θα κάνεις το σάκο του μποξ.Θα σε χτυπάω μέχρι τα δόντια σου να γίνουν χυλός,μέχρι το μυαλό σου να χυθεί απ'τον κώλο.Και τώρα θέλω να ματώσεις.Σαν να έχεις πάρει φωτιά και το μόνο που μπορεί να τη σβήσει,είναι το αίμα σου".Τον άφησα λιπόθυμο εκεί.Πέρασε ένα μήνα στο νοσοκομείο.Δεν τον ξαναείδα από τότε,πήρε μετάθεση.Γύρισα στο σπίτι και έτρεμα,από ηδονή.Κάθε γροθιά ήταν καλύτερη κι από οργασμό,σε κάθε χτύπημα έβγαιναν τα απωθημένα χρόνων.Εκείνη τη νύχτα στο στενό,ήταν σαν να βγήκα από το κουκούλι,άφησα τον παλιό μου εαυτό εκεί πίσω.Άφησα όλες μου τις αδυναμίες και τα λάθη,μισοπεθαμένα στο πεζοδρόμιο.Προσπαθούσα να ξεπλύνω το αίμα απ'τα χέρια μου,όταν σήκωσα το κεφάλι.Ήταν σαν να είδα για πρώτη φορά το πρόσωπο μου στον καθρέφτη.Εκείνη τη νύχτα το κατάλαβα.Δε μπορούσα να υποκρίνομαι άλλο.Ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσεις τον φόβο,είναι να βρεις κάτι πιο δυνατό.Να γίνεις ο φόβος σου,να γίνεις εφιάλτης για τους εφιάλτες σου,να γίνεις τέρας απέναντι στα τέρατα.
Μόνο η βία μπορεί να σε προστατέψει.Δε με τρόμαξε το πόσο βίαιος γινόμουν,αλλά το γιατί άργησα τόσο καιρό να το ανακαλύψω.Το πόσο γλυκιά ήταν η βία.Ήταν εθισμός,ένιωθα σαν πρεζάκι,ήθελα κι άλλο,περισσότερο,καλύτερο.Λες και ολόκληρος ο οργανισμός μου ήταν σε στύση,24 ώρες το 24ωρο.Υπήρχαν φορές που πάθαινα ρεύση όταν χτύπαγα κάποιον.Έψαχνα αφορμές παντού,ακόμη και μια στραβή ματιά ήταν αρκετή.Νιώθεις άτρωτοςΜετά από λίγο δε σε φοβίζει τίποτα πλέον,ούτε το ότι είσαι ζωντανός και δεν νιώθεις τίποτα.Σε τρομοκρατεί η σκέψη,μήπως αρχίσεις ν'αναπωλείς τον παλιό σου εαυτό,μήπως σου πάρουν τη δύναμη σου.Βλέπεις την ευτυχία,την καλοσύνη και την τρυφερότητα να σε τρομάζουν.Γιατί ξέρεις πως δεν θα γίνουν ποτέ δικά σου.Νομίζεις πως σε χλευάζουν,σε γελοιοποιούν.Και θέλεις να τα καταστρέψεις πριν σε αγγίξουν,πριν ανοίξουν ρωγμές στα τείχη σου.
Και τότε ανακαλύπτεις πως η βία,η αυτή πανοπλία που φοράς,έχει ένα τίμημα.Μέρα με την μέρα,γίνεται το δέρμα σου,γίνεται ένα μαζί σου.Και αν κάτι αρχίσει να την τρυπάει,να την καταστρέφει,τότε θα πρέπει να το σταματήσεις,πριν χάσεις τον εαυτό σου,πριν η ζεστασιά σε κάνει κομμάτια.Πριν αρχίζεις να σκάβεις και ανακαλύψεις πως δεν υπάρχει τίποτα πια,πως είσαι απλά ένα σκιάχτρο,που κράταγε μακρυά ο,τιδήποτε ήθελε να βγει ή να μπει μέσα σου.Πως είσαι παρείσακτος στην ίδια σου την ύπαρξη."Η σερβιτόρα άφησε το ποτηρι μπροστά του.Άδειασε το μισό."Ο άνθρωπος είναι το πιο αποτυχημένο ζώο,ένα λάθος της φύσης.
Ένας ιός,που δεν μπόρεσε να τον εξαλείψει και καταστρέφει τα πάντα.Είμαστε απλά μαιμούδες που έχουν τρελαθεί,ένας καρκίνος που καταβροχθίζει τον πλανήτη.Σκεφτόμαστε και νιώθουμε περισσότερα από όσα μπορούμε ν'αντέξουμε,καταστρέφουμε τα πάντα,νομίζοντας ότι δημιουργούμε.Μας έκανε κακό η εξέλιξη.Δεν έπρεπε να μάθουμε πως κάποια στιγμή θα πεθάνουμε,όλα τα ζώα θα ήταν δυστυχισμένα αν το ξέρανε.Ίσως γι'αυτό είμαστε τόσο κακοί,αφού τίποτα δεν θα είναι δικό μας για πάντα,πρέπει τα καταστρέψουμε όλα.Μήπως και εκτονωθούμε,μήπως και ξεχάσουμε.Αλλά δε ξεχνάμε ποτέ.Ή μπορεί
εκείνο το κομμάτι ζώου που υπάρχει ακόμα μέσα στον άνθρωπο,αυτό που δεν εξανθρωπίζεται και δεν εξημερώνεται ποτέ,να είναι το μόνο υγιές,το μόνο που παλεύει να μείνει ζωντανό.Εκείνο που θέλει να κάψει τη μάσκα του κόσμου,να δει το πραγματικό του πρόσωπο και να μην τρομάξει από το θέαμα.Δε ξέρω τι είναι αλήθεια από όλα αυτά και τι θα ήθελα να είναι,δε ξέρω τι χρειάζομαι πιο πολύ.Αλλά μερικές φορές,τίποτα δεν είναι αρκετό.Τίποτα που να σε κάνει να πεις πως αξίζει αυτός ο κόσμος,αξίζει αυτή η ζωή"
Έσβησε το τσιγάρο αργά.Ο Πηγαδίτης τον κοίταζε παγωμένος."Τι έπαθες;""Τίποτα,αναρωτιέμαι""Τι πράγμα;""Αν έχεις πιει πολύ και αν εγώ πρέπει να πιω περισσότερο.Δεν θυμάμαι να σ'έχω ξανακούσει να μιλάς τόση ώρα""Δεν θα ξαναγίνει,στο υπόσχομαι""Όχι,δεν στο λέω γι'αυτό.Απλά..Δεν ξέρω τι να σου πω,δεν ξέρω αν μπορώ να σε βοηθήσω""Και μόνο που μ'άκουσες,φτάνει""Δεν ξέρω αν είναι αρκετό,ίσως χρειάζεται να μιλήσεις σε κάποιον ειδικό,κάποιον ψυχαναλυτή ή ψυχολόγο.""Μάλλον σε ψυχίατρο και να μου δώσει αρκετά χάπια για να μπαλώσουν τα κενά.Ελπίζω να μου δώσει από τα καλά,να το ευχαριστηθώ τουλάχιστον""Θα τα μοιραστούμε γιατί δε ξέρω αν μπορώ να σε αντέξω άλλο""Αφού με άντεξες τόση ώρα και με μια μπύρα μόνο,μπορείς ν'αντέξεις τα πάντα.Θα πιούμε άλλο ένα;""Δε νομίζω,νύσταξα.Πάω να φύγω,γιατί δεν θα σηκώνομαι το πρωί και θα με βρίζεις""Αν είναι έτσι,εντάξει.Θα κανονίσουμε άλλη φορά,μια πιο ευχάριστη έξοδο""Μήπως θέλεις να σε πάω σπίτι;Έχεις πιει αρκετά,καλύτερα να μην οδηγήσεις""Δεν πήρα το αυτοκίνητο,μην ανησυχείς.Θα κάτσω λίγο ακόμα"""Μη πιεις άλλο""Ένα τελευταίο και θα φύγω"" Όπως θέλεις.Καληνύχτα""Καληνύχτα".Ο Πηγαδίτης αμφιταλαντεύτηκε για μερικά δευτερόλεπτα.Είχαν μείνει δύο τσιγάρα στο πακέτο.Θ άφηνε το τελευταίο για το πρωί.Ήπιε τη πρώτη γουλιά και τράβηξε μια γερή τζούρα.Το χάδι της ζάλης σαν γυναικείο χέρι στα μαλλιά του.Έκλεισε τα μάτια και έγειρε πίσω.Κάποια τραγούδια είναι σαν ξόρκια,εξαφανίζουν το κόσμο γύρω σου.Έστω και για 3,5 λεπτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου