Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Ο κόσμος είναι ένα λάθος παλιό

"Γιατί γίνατε σκηνοθέτης;"
"Για να γνωρίζω πιο εύκολα γυναίκες"
"Ποιο μέρος απολαμβάνετε περισσότερο όταν γυρίζετε μια ταινία;"
"Το κάστινγκ"
"Σας αρέσει να ανακαλύπτετε νέα ταλέντα;"
"Είναι ο μόνος τρόπος να βάζεις ωραίες γυναίκες να κάνουν ό,τι θέλεις,χωρίς να είναι ποινικά κολάσιμο,ανήθικο και ακριβό"
"Είστε πάντα τόσο ειλικρινείς;"
"Όχι και θέλω να με πιστέψετε"
"Τόσο κυνικός;"
"Ο γιατρός μου είπε να το αραιώσω"
"Ποια είναι η αγαπημένη σας ταινία από τη φιλμογραφία σας;"
"Προχθές πέτυχα μια στη τηλεόραση.Μου άρεσε,μέχρι που η γυναίκα μου,μου είπε πως ήταν δικιά μου.Έχει πλάκα το Αλτσχάιμερ,είναι μια μορφή νεότητας"
"Ετοιμάζετε κάτι αυτό το καιρό;"
"Μπάρμπεκιου στο εξοχικό"
Έκλεισε το laptop και  άναψε το νιοστό τσιγάρο.Αναρωτήθηκε τι είδους σκηνοθέτης ήταν.Που έβλεπε παλιές του συνεντεύξεις,αλλά ποτέ τις ταινίες του.Πόσο διεστραμμένος ήταν ο ναρκισσισμός του; Είχε σβήσει η πείνα,εδώ και χρόνια,να αιχμαλωτίζει στιγμές.Χάιδεψε τη κορνίζα.Από τους πέντε,μόνο εκείνος και ο Γιώργος ήταν ακόμα ζωντανοί.
Που πήγαν τόσα χρόνια;Που χάθηκαν εκείνα τα όνειρα;Έφυγαν,σαν παραμελημένες γυναίκες,να βρουν κάποιον που θα τις φροντίσει,που θα τους δώσει σημασία.Κοίταξε τα χέρια του.Δάχτυλα σαν τσαλακωμένο χαρτί,δέρμα σαν μουτζουρωμένη εφημερίδα.Τράβηξε ένα από τα μεγάλα άλμπουμ και κάθισε στο καναπέ.
Αφίσες των ταινιών του από όλο το κόσμο,αφίσες φεστιβάλ,φωτογραφίες.Τι έμεινε από όλα αυτά;Τι πραγματικά άξιζε;Πλησίαζε το τέλος,για αυτό ένιωθε έτσι;Έβαλε ένα ποτό και κάθισε στο μπαλκόνι.Πεθύμησε ένα ταξίδι.Στο σπίτι του Γιώργου.Η Σίκινος είναι υπέροχη αυτή την εποχή.Του είχαν λείψει οι διαφωνίες τους,οι ατέλειωτες συζητήσεις μέχρι το πρωί.
"Τι θα γίνει,θα γυρίσεις επιτέλους μυθοπλασία;"
"Τώρα;Μετά από σαράντα χρόνια;"
"Ποτέ δεν είναι αργά"
"Για κάποια πράγματα είναι"
"Για να κάνεις παιδί ή να μάθεις μια ξένη γλώσσα ναι,αλλά όχι για να γυρίσεις ταινίες"
"Ίσως έχεις δίκιο.Λες να κάνω επιτέλους εκείνη τη μικρού μήκους που έλεγα στη σχολή;"
"Μικρού μήκους στα εξήντα;Κάνε μια μεγάλου,τόσα χρόνια το αποφεύγεις.Αφου είναι να κάνεις τη μαλακία,κοίτα να τη κάνεις όπως πρέπει,όσο πιο χοντρή γίνεται"
"Μαλακία οι ταινίες;"
"Στην Ελλάδα,ναι"
"Γιατί;"
"Τι γιατί;Τόσα χρόνια τα ίδια συζητάμε.Γιατί ξοδεύεις χρήματα που δεν έχεις,υποχρεώνεσαι σε ανθρώπους που δεν συμπαθείς,για να φτιάξεις κάτι που δεν θα είναι ποτέ όπως το φαντάστηκες,και που θα κόψει λιγότερα εισιτήρια κι από λεωφορείο"
"Τότε γιατί συνεχίζεις;"
"Έχω να γυρίσω ταινία από το 2011"
"Δε σου έλειψε;"
"Τα γυρίσματα ναι,όλα τα υπόλοιπα όχι"
"Θα βοηθήσεις στη δικιά μου;"
"Φυσικά.Τι θέλεις να κάνω;"
"Δεν έχω αποφασίσει ακόμα.'Ισως κάνω μια μεγάλη μήκους που να αποτελείται από πέντε ή έξι μικρές,μια σπονδυλωτή"
"Όταν ακούω αυτή τη λέξη,μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι.Τα 60s και τα 70s τελείωσαν"
"Δε σου λείπουν αυτή η εποχή;"
"Εγώ πάντως δε της λείπω"
"Σοβαρά;"
"Σοβαρότατα.Θα ήθελα να μπορούσα να αγοράσω καινούργιες αναμνήσεις.Κάποιου νεότερου.Ξέρεις πόσο θα με βοηθούσε στο να γυρίσω νέες ταινίες;"
"Δε σου λείπει να είσαι νέος;"
"Μου λείπει να μην πονάει η μέση μου,όποτε αλλάζει ο καιρός" 
"Δε σου λείπει το πόσο εύκολα έμοιαζαν όλα;"
"Νομίζεις πως ήταν εύκολα.Όλα ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου"
"Δεν θα ήθελες να τα μάθεις όλα από την αρχή;"
"Δεν θα'θελα να ξαναμάθω από την αρχή την ερωτική απογοήτευση.Ούτε τον έρπη ή την ακμή"
"Πότε γέρασες τόσο γρήγορα;"
"Δε θυμάμαι.."
Η θάλασσα έμοιαζε με οθόνη,που ράγιζε από τα φώτα.Ο άνεμος ήταν γλυκός,άφηνε μια γνώριμη ανατριχίλα,μια αίσθηση προσμονής.Έσβησε το τσιγάρο άτσαλα.
"Ήταν εύκολο τότε.Απλά έπρεπε να διαλέξεις ποιον να μισείς και έβρισκες κατευθείαν τη θέση σου στο κόσμο.Σήμερα είναι δύσκολο,μπορεί να μισείς και να λατρεύεις το ίδιο πράγμα,τους ίδιους ανθρώπους"
"Γιατί σταμάτησες να κάνεις ταινίες;"
"Γιατί δεν έχω τίποτα να πω.Ποτέ δεν είχα"
"Γιατί το λες αυτό;Έχεις γυρίσει τόσο ωραία φιλμ"
"Ποια;"
"Το.."
"Μαλακία ήταν"
"Ναι,αλλά το.."
"Το έσωσε η μουσική"
"Ούτε η τελευταία;"
"Δεν ήταν ούτε το 40% της αρχικής ιδέας"
Άδειασε το ποτήρι και το ακούμπησε με δύναμη στο τραπέζι.Γύρισε και τον κοίταξε ξαφνιασμένος.
"Θέλεις να μου πεις τι πραγματικά σε απασχολεί.Γιατί αυτή τη γκρίνια,την ακούω δεκαετίες.Γκρίνιαζες πριν καν γυρίσεις τη πρώτη σου σπουδαστική μικρού μήκους.Λέγε"
Γέλασε αμήχανα.Έβγαλε τσιγάρο.Το χτύπησε αρκετές φορές στη ράχη του πακέτου.Ξαφνικά οι λέξεις έγιναν κομμάτια παζλ,που δεν μπορούσε να τις ενώσει με κανέναν τρόπο.Έστρεψε το βλέμμα στην ακτή.Η μουσική δυνάμωνε,τα χρώματα άνθισαν και το φως ήταν πιο μεθυστικό από ποτέ.Εκείνο το καλοκαίρι,όλα ήταν διαφορετικά,καινούργια.Επειδή όλα ήταν δικά της,όλα ξεκινούσαν από εκείνη και όλα τελείωναν στη σκιά της.
Δίπλα της,όλα έμοιαζαν εύκολα,σαν παιχνίδι.Σου μάθαινε τα πάντα από την αρχή.Εκεί που έβλεπες εμπόδια,εκείνη έβλεπε ομορφιά.Σαν παιδί,ξετύλιγε το κόσμο σαν δώρο και απολάμβανε κάθε λεπτομέρεια.
Ήθελες να τα παρατήσεις όλα.Να ταξιδέψεις σε όλο το πλανήτη μαζί της.Να γίνετε το πιο διάσημο ζευγάρι φωτογράφων.Τα καρέ σας να βρίσκονται σε κάθε εφημερίδα και περιοδικό.Τι απέγινε αυτό το κορίτσι;Γιατί το άφησες να φύγει;
Κάθε βράδυ,πριν κοιμηθείς,ανοίγεις το κουτί με τις κοινές σας αναμνήσεις.Κοιτάζεις ξανά και ξανά,τις ίδιες φωτογραφίες.Τις Polaroid που τραβάγατε για πλάκα,τις ασπρόμαυρες.Οι αγαπημένες σου εξακολουθούν να είναι αυτές που κοιμάται.Σαν χορτάτη γάτα,σαν παιδί εξαντλημένο από το παιχνίδι.
Κάθε νύχτα,κρυφά από τη γυναίκα σου.Ξανά και ξανά,με την ίδια σειρά.Το ίδιο ξόρκι,μα η μαγεία δεν υπάρχει πια.Σκέφτηκες να τη ψάξεις στο ίντερνετ.Τρέμεις.Να την δεις γερασμένη.Ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη,χωρίς εσένα.Χωρίς εσένα.
Ο ψίθυρος των κυμάτων έσβησε τις σκέψεις σου.Έβαλες το τσιγάρο πίσω στο πακέτο.Εκείνη η νύχτα,στο σπίτι του φίλου σου,ήταν η τελευταία που θυμάσαι.Όχι αν ήταν καλή ή κακή.Απλά να τη θυμάσαι,για κάτι.Άνοιξες το laptop,τα μηνύματα σου πάντα είναι σαν γράμματα.Ακόμα πιστεύεις πως τα αριστουργήματα σου,είναι πέντε δέκα γράμματα που έχεις στείλει.Κανείς δεν θα το μάθει,κανείς δεν θα τα διαβάσει.Εύχεσαι μόνο,οι παραλήπτες να τα έχουν κρατήσει.
"Το μέλλον διαρκεί πολύ.Καταπίνει το παρόν,η αναμονή μετατρέπει κάθε στιγμή σε παρελθόν.Βαρέθηκα να περιμένω,να φοβάμαι,να ελπίζω,να θυμάμαι,να νοσταλγώ,να μετανιώνω που δεν μετάνιωσα.Αυτό το μέλλον δεν έχει πια μέλλον".
Άραγε τι να κάνει ο Γιώργος τέτοια ώρα;Να χαζεύει τη παλίρροια,ακούγοντας Cure;
"Όχι,μην αγχώνεσαι,δεν είναι σημείωμα αυτοκτονίας αυτό που διαβάζεις.Πάμε να κάνουμε αυτή τη ταινία.Δε με νοιάζει πως,που και με ποιους.Απλά πάμε.Μη με ρωτήσεις γιατί.Θυμάσαι εκείνο το βιβλίο του Κορτάσαρ,που το αποστηθίζαμε όλο το καλοκαίρι;Θυμάσαι το απόσπασμα που το είχαμε κάνει ρεφρέν;Κάπου πρέπει να υπάρχει μια χωματερή που στοιβάζονται οι εξηγήσεις.Πριν βρεθεί κάποιος που θα εξηγήσει τη χωματερή,ας κάνουμε αυτή τη ταινία.Υπό δύο όρους:Θα είναι η πιο φιλόδοξη,φαντασμαγορική,μαγική και η πιο χοντρή μαλακία στην ιστορία του κινηματογράφου.Και δεν θα τη ξαναπείς σπονδυλωτή".
Πάτησε το Enter και έγειρε πίσω στη καρέκλα.Πήρε μια βαθιά ανάσα."Άραγε..Τα καλύτερα λάθη επαναλαμβάνονται;Ή μόνο τη πρώτη φορά είναι σωστά;"Άναψε τσιγάρο,ακούμπησε τα πόδια στο γραφείο και έμεινε να κοιτάζει το τζάμι.Η Σίκινος είναι υπέροχη αυτή την εποχή....







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου