Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Rustland Κεφάλαιο 17

                         "Fuck The Pain Away"
 "Δεν έχει περάσει πολύς καιρός,μα θυμάμαι τον εαυτό μου σαν να ήταν κάποιος άλλος,κάποιος ξένος.Λες και συγκατοικούσαμε στο ίδιο σώμα.Δεν ξέρω ποιος ήταν ο αληθινός και ποιος ο εισβολέας,ποιος η ψυχή και ποιος ο δαίμονας.
                                  Αναρωτιόμουν,αν άλλαξα εγώ ή τα πράγματα.Τώρα ξέρω.Τα πράγματα αλλάζουν με τέτοιο τρόπο,ώστε να μένουν όλα ίδια.Το περιτύλιγμα της ψευδαίσθησης ανανεώνεται,το περιεχόμενο μένει πάντα το ίδιο.
                                  Δεν θυμάμαι να υπήρχε μια συγκεκριμένη στιγμή αφύπνισης ή επιφοίτησης.Άρχισα να βλέπω τα πάντα διαφορετικά σιγά σιγά,σαν τυφλός που η όραση του επανερχόταν σταδιακά.Τα φώτα μ'ενοχλούσαν,αυτά που έβλεπα μου πονούσαν τα μάτια.  
                                   Υπήρχαν βράδια που μου έλειπε το σκοτάδι,η γλυκιά άγνοια.Τα πάντα ήταν διαφορετικά.Όλα όσα μου ήταν αδιάφορα,έγιναν τα πιο σημαντικά.Έψαχνα να βρω την ουσία πίσω από κάθετι,να δω πίσω από τις μάσκες.Φιλτράριζα το ο,τιδήποτε,πετούσα το περιττό και κράταγα μόνο την αλήθεια.
                                   Όταν διυλίζεις την πραγματικότητα,η αλήθεια που σου μένει,είναι το πιο μικρό κομμάτι και το πιο πικρό.Μετά από λίγο καταλαβαίνεις.Πως η ζωή είναι το αντίθετο απ'τις ταινίες,δεν υπάρχει happy end.Δεν σ'ενοχλεί αυτό,ίσως γιατί πάντα το ήξερες.Σ'ενοχλούν όμως όλα τα υπόλοιπα.Οι άνθρωποι,κυρίως οι φίλοι σου.Λένε πως οι πιο παλιοί φίλοι,οι παιδικοί,είναι οι καλύτεροι.
                                   Μαλακίες.Μεγαλώνεις και εξακολουθείς να κάνεις παρέα με κάποιους από συνήθεια,επειδή σας ενώνει ακόμα το παρελθόν,ένα κομμάτι αθωότητας που το κρατάνε ζωντανό οι αναμνήσεις.Όταν όμως το φωτοστέφανο της αθωότητας σβήσει,δεν μένει τίποτα και απορείς.Πως και γιατί έκανες παρέα μ'αυτούς τους ανθρώπους.Αν ήταν πάντα έτσι ή άλλαξαν στη πορεία.
                                   Δυσφορείς,ασφυκτιάς ανάμεσα τους.Το καταλαβαίνουν και οι ίδιοι.Είσαι δύσθυμος,συνεχώς συνοφρυωμένος,σ'ενοχλούν τα πάντα.Τ'αστεία τους,οι σκέψεις τους,ο τρόπος που υπερασπίζονται την άγνοια τους.
                                   Απομακρύνεσαι,ανησυχείς.Μήπως δεν είσαι καλά,μήπως είσαι άρρωστος.Φοβάσαι την απομόνωση,την μοναξιά.Συνεχίζεις να κοιτάς γύρω σου,μέσα σου,στις οθόνες και στα μάτια των άλλων.Διαβάζεις,ακούς,προσπαθείς να καταλάβεις,να δικαιολογήσεις.Ύστερα από λίγο δεν σ'ενδιαφέρει,δεν σ'ενοχλεί.Και απορείς ξανά.
                                    Δεν μοιράζεις πια άλλοθι,απαλλάχθηκες απ'το βάρος.Και θέλεις ν'αλαφρώσεις κι άλλο.Θέλεις να βρεις ανθρώπους που δεν θα χρειάζεται να τους δικαιολογείς,που να σας ενώνει το παρόν και το μέλλον,η αμφιβολία και η αμφισβήτηση.Περπατάς στους δρόμους,διαβάζεις στο internet.Γλιστράς ανάμεσα στους περαστικούς,περνάς απαρατήρητος,είσαι ένα φάντασμα.
                                              Παρατηρείς καλύτερα έτσι,βλέπεις και ακούς τα πάντα,όταν δεν ψάχνεις έναν ακόμη καθρέφτη στους άλλους.Γιατί εδώ οι καθρέφτες σου τρώνε σιγά σιγά το πρόσωπο.
Ανακαλύπτεις,εξερευνάς,φτιάχνεις ξανά το παζλ.Ένα παζλ όπου κάθε κομμάτι είναι ένας από μας.
                                              Η εικόνα είναι πάντα ίδια,όσες φορές και με όποιον τρόπο κι αν το φτιάξεις,ό,τι κομμάτια και αν βάλεις.
Ένα πρόσωπο χωρίς μάτια με ραμμένο στόμα.Η σιωπή είναι ο καθρέφτης αυτής της ζωής.Βαδίζεις και καταλαβαίνεις πως δεν μπορείς να ξεφύγεις,επιπλέεις σ'έναν ωκεανό ασχήμιας.
                                               Μέρες νεκρές,νύχτες εξημερωμένες,μέσα σε αόρατα κλουβιά και αλυσίδες,καθυστερημένα παιδιά σε σώματα ενηλίκων,που πλατσουρίζουν μες τα ούρα τους και ζωγραφίζουν με τα σκατά τους στους τοίχους,τα ηλίθια όνειρα τους.Και η δίνη της ασφυξίας μεγαλώνει,πλησιάζει και'συ παλέυεις να ξεφύγεις.
                                                Απ'αυτόν τον εφιάλτη που είναι να ζεις τα όνειρα των άλλων.Όνειρα που δεν ήταν ποτέ δικά σου,που σου τα επέβαλλαν σαν ποινή.Να μοιράζεσαι τον πλανήτη,την πόλη,το οξυγόνο,το δέρμα σου με όλους αυτούς τους ανθρώπους.
                                                Άνθρωποι που νιωθουν ελεύθεροι μόνο όταν υπάρχουν φυλακισμένοι,όταν τα φτερά τους είναι οι φυλακές των άλλων.Άνθρωποι που νιώθουν ζωντανοί μόνο μέσα απ'τον θάνατο,τη μιζέρια και την δυστυχία των άλλων.Που αισθάνονται πλούσιοι,μόνο όταν υπάρχουν πιο φτωχοί απ'αυτούς
                                                Που νιώθουν δυνατοί,μόμο απέναντι σε πιο αδύναμους.Που έμαθαν να αγαπάνε τον φόβο και να φοβούνται την αγάπη.Που ο προσωπικός τους παραδείσος μπορεί να είναι φτιαγμένος μόνο από την συλλογική κόλαση.'Ανθρωποι που μαθαίνουν τον κόσμο μόνο μέσα απ'το μίσος,τα στερεότυπα και την ιδιοτέλεια.Που φοράνε την άγνοια τους με καμάρι και φοβούνται μη την χάσουν,σαν να ήταν η παρθενιά τους.
                                                Που αποφεύγουν την αλήθεια σαν να είναι αρρώστια,κάνουν ό,τι μπορούν για να μην κολλήσουν.Γεύονται τη ζωή μέσα από οθόνες,τα προφυλακτικά της πραγματικότητας.Μα όταν αυτά σπάσουν,τρέχουν μακρυά,φοβούνται μην κολλήσουν πόνο,ενοχές ή ακόμη χειρότερα ευθύνη.
                                              Πλάσματα με τρομαγμένα μάτια.Μάτια που μοιάζουν με κελιά και κάτι αργοπεθαίνει μέσα τους,μάτια που ψάχνουν μια ακόμα φυλακή.Που έμαθαν να βλέπεουν τα πάντα,μόνο μέσα από πληγές,τις κλειδαρότρυπες του πόνου,γι'αυτό ποτέ δε τα βλέπουν όλα.Πρέπει ν'ανοίξουν τη πόρτα,να περάσουν μέσα από τις πληγές τους.Αλλά δεν θέλουν.
                                             Φοβούνται την ελευθερία,γιατί ελευθερία σημαίνει ευθύνη,συνεχής επαγρύπνιση,να είσαι πάντα εκεί,απέναντι απ'τον φόβο.Απέναντι απ'τον καθρέφτη και να τον κάνεις κομμάτια,ειδικά αυτόν που σε δείχνει πιο όμορφο από ό,τι είσαι,πιο έξυπνο από ό,τι είσαι,πιο δίκαιο από ό,τι είσαι.
                                             Μόνο έτσι μπορείς να προχωρήσεις,κάνοντας κομμάτια τους καθρέφτες,διαλύοντας τις αντανακλάσεις των ψευδαισθήσεων και των αυταπατών σου.Γιατί είναι αντικατοπτρισμοί στην έρημο και όσο τους ακολουθείς,δεν θα βγεις ποτέ απ'αυτήν.Κανένας όμως δεν το κάνει.Και προσπαθείς να το χωνέψεις,να το συνηθίσεις,να μάθεις να ζεις με αυτό.Αλλά δεν γίνεται.
                                           
Στην αρχή αγχώνεσαι.Θέλεις να κάνεις κάτι,για όλους αυτούς που θεωρούσες φίλους σους,δικούς σου ανθρώπους.Δεν θέλεις να τους αντιμετωπίσεις με την ίδια αδιαφορία.Τους μιλάς,κάνεις ό,τι μπορείς για να τους κάνεις να σκεφτούν,να δουν διαφορετικά.
                                         Ύστερα θυμώνεις,αντιδράς άσχημα.Κι όταν ηρεμήσεις,απομακρύνεσαι,γιατί αυτοί οι άγνωστοι,απλά μοιάζουν με κάποιους που ήξερες.Πρόβατα ντυμένα λύκοι που τρέμουν σε καθε βήμα.Που δεν τους εξοργίζει ο θάνατος αλλά η καταστροφή της περιουσίας.Που δεν τους ενοχλέι η αδικία αλλά στεναχωριούνται όταν βλέπουν τις τράπεζες να καίγονται.
                                          Πρεζάκια της ρουτίνας,που θα κάνουν τα πάντα για την δόση τους,θα θυσιαστούν και θα θυσιάσουν  για να προστατέψουν τον έμπορο που τους προμηθεύει.Δεν θέλω άλλο,δυστυχώς όμως,δεν υπάρχει απόσταση αρκετά μεγάλη για να με προστατέψει.Μα δεν θα σταματήσω,δεν θα παραδοθώ.Όλες αυτές οι εκκωφαντικές τύψεις δεν μου ανήκουν
                                          Θα συνεχίσω,να περπατάω σαν φάντασμα μέσα στο πλήθος.Να τους βλέπω να πνίγονται στην θάλασσα των διαφημίσεων,μέχρι να ξεράσουν βία και απελπισία.
Θα χρησιμοποίησω τα σκουλήκια που σέρνονται στα κρανία τους
ως δόλωμα,για να τους βάλω να αλληλοφαγωθούν.
                                          Θα συνεχίσω ν'απελευθερώνω τα τέρατα που προσπαθούν να κρύψουν πίσω από τις λέξεις.Ν'ανοίγω ρωγμές στα φράγματα της σιωπής,ν'ανατινάζω τους υπονόμους και τα τείχη τους.Δεν έχω τίποτα πλέον και ο εαυτός μου είναι ξανά δικός μου.Η αναμονή έγινε πυρετός,πείνα,δίψα,τρέλα και λύσσα,χίλια στόματα και χίλιες φωτιές,που ψάχνουν να κάψουν,να γεννήσουν καινούργιο φως,καινούργια γλώσσα.
                                     Χρειαζόμαστε νέες,αγέννητες λέξεις και έννοιες.Γιατί αυτές που έχουμε είναι απομεινάρια της φωτιάς.Δεν μπορείς να γράψεις κάτι καινούργιο με την στάχτη.Αν καταφέρω να γεράσω,θέλω οι ρυτίδες μου να είναι υπογραφές των εμπειριών και των ονείρων  μου,όχι της πλήξης.
                                      Στη κόψη του οργασμού και όχι στο χείλος
 της αυτολύπησης.Δεν υπάρχει άλλος τρόπος,δεν υπάρχει άλλος δρόμος.Δεν χωράνε πλέον οι σκέψεις μου στις λέξεις,χρειάζονται πράξεις.Πράξεις που θα σταθούν απέναντι τους.Σ'αυτούς που θυασιάζουν το παρόν για να προστατέψουν το παρελθόν  και που θυσιάζουν το μέλλον για να προστατέψουν το παρόν.
                                      Η αλήθεια χρειάζεται την δύναμη,η δύναμη όμως δεν χρειάζεται την αλήθεια.Ήρθε η ώρα να σταθούμε απέναντι σ'αυτή τη δύναμη και να την χτυπήσουμε με όση αλήθεια έχουμε.Να γίνουμε το άθροισμα των φόβων της,το σκοτάδι να πάρει φωτιά,να γίνει λάβα και να πλημμυρίσει τα πάντα.
                                       Γιατί ο μόνος τρόπος,για να κλείσει αυτή η πληγή,είναι να τους θάψουμε μέσα της".Ο Σπύρος έκλεισε το τετράδιο και βγήκε από το δωμάτιο του αδερφού του.Άρχισε ν'ανησυχεί πραγματικά,να φοβάται.Για την ψυχολογική υγεία του αδερφού του.Δεν ήξερε αν αυτό που που διάβασε,ήταν γράμμα αυτοκτονίας ή ημερολόγιο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου