Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Χριστουγεννιάτικο πρελούδιο

 

Άλλος ένας χρόνος τελειώνει. Τι μένει; Τι ήταν πραγματικά σημαντικό και θα μπει στο μουσείο των νευρικών κυττάρων; Η μνήμη λειτουργεί σαν καλλιτέχνης, σαν τρελός επιστήμονας.

Φανταστείτε το εργαστήριο της, ο ορισμός της ακαταστασίας. Χιλιάδες ρολά φιλμ κρεμασμένα, τσαλακωμένα χαρτιά παντού, στοίβες από φωτογραφίες. Το χάος είναι μια τάξη που δεν την γνωρίζεις. Και τα σημαντικά είναι αυτά που δεν φαίνονται. Η μνήμη ξέρει ποια είναι τα μικρά της αριστουργήματα και που θα τα βρει. Σε ποιο συρτάρι, κάτω από ποιο σημειωματάριο, πίσω από ποιο σωρό από πράγματα.

Κοιτάζω το νιοστό αρχείο word που χρησιμοποιώ για τις πρόχειρες σημειώσεις μου. Χαζεύω τις λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς. Ταινίες, σειρές, δίσκοι. Έχουν κάποιο νόημα αυτές οι λίστες; Είναι μια αποτυχημένη απόπειρα να χαρτογραφήσεις το χρόνο. Οδική σήμανση για την προσωπική σου πορεία τις τελευταίες 365 μέρες (366 φέτος).

Χαρτογραφώ θα μπορούσε να σημαίνει πως βάζω σύνορα, κατοχυρώνω ένα κομμάτι του χρόνου, νομίζω πως μου ανήκει. Τίποτα απ' όλα αυτά δε συμβαίνει. Ποιος πραγματικά ξέρει τι πραγματικά του ανήκει το έτος που φεύγει; Πιο καρέ είναι το αριστούργημα που θα γίνει το εξώφυλλο στο άλμπουμ του 2024; Ποια πρόταση, ποιες λέξεις ήταν τόσο σαγηνευτικές, που ανέβλυζαν άρωμα, που έγιναν ξόρκι, και κάθε φορά που τις επαναλαμβάνεις (όταν είσαι ξαπλωμένος στο σκοτάδι, τις ψιθυρίζεις σαν τραγούδι) τα πυροτεχνήματα της μέθης ταξιδεύουν μέσα στις φλέβες σου;

Όσοι ποστάρουν κατά ριπάς στα social, όσοι προσπαθούν να ταξινομήσουν τη μνήμη, μου θυμίζουν συλλέκτες πεταλούδων. Όσο όμορφες κι αν είναι ταριχευμένες, είναι νεκρές. Όταν καταγράφεις και τις πιο ασήμαντες στιγμές, ευτελίζεις την αξία της ανάμνησης. Το ποτάμι της κάθε μέρας έχει ελάχιστα ρινίσματα χρυσού. Τις περισσότερες καθόλου. Αν υπήρχε μόνο χρυσός στη ροή του χρόνου, τότε το νερό και το χώμα θα ήταν ανεκτίμητα.

Μα είναι κακό να βγάζεις φωτογραφίες; Καθόλου. Αλλά η αυταπάτη πως θα εμφιαλώσεις το συναίσθημα και την ένταση της στιγμής, είναι σιαμαία με το ναρκισσισμό. Η ευτυχία είναι ένας οργασμός, κρατάει λίγο. Δεν αποταμιεύεται, ούτε τοκίζει σ'ένα κάδρο.

Τι έκανα το 2024; Κατανάλωσα πολλή μουσική, άκουσα ελάχιστα τραγούδια. Πολλές ταινίες, ελάχιστο κινηματογράφο. Αρκετά κείμενα, λίγη λογοτεχνία. Δεν έγραψα πολύ. Σκηνοθέτησα μια μικρού μήκους. Τράβηξα φωτογραφίες, μπορούσα περισσότερες. Τι πραγματικά με συγκίνησε από όλα αυτά; Κάποιες στιγμές σε μια πρόβα. Δύο τρία πλάνα, μερικές προτάσεις, μια δύο λήψεις.

Τι θέλω το 2025; Λίγο παραπάνω από όλα αυτά. Ένα λίγο πιο  όμορφο σχεδόν τίποτα. Δεν κάνω απολογισμούς, πάντα μου έμοιαζαν με δημοσίευση ισολογισμών, και δεν τα πάω καλά με τη λογιστική. Γι'άλλη μια χρονιά, τα timelines θα γεμίσουν με παπαρολογίες, για να παραφράσω τον Φελίνι, έχουμε γεμίσει με στρείδια που νομίζουν πως είναι μαργαριτάρια.

Τεντώνομαι στον καναπέ. Μια από τις ελάχιστες πολυτέλειες που επιτρέπω στον εαυτό μου, είναι μια φορά το μήνα, ν'αγοράζω κυριακάτικη εφημερίδα. Αυτή η αναχρονιστική συνήθεια, με κάνει να νιώθω καλύτερα. Έστω για λίγο, νιώθω μια ταξική ανωτερότητα σε σχέση με την πλέμπα που βυζαίνει την οθόνη του κινητού. (Φυσικά και είμαι τη μισή μέρα στο κινητό, αλλά δεν περιφέρω τα συμπλέγματα μου στις πασαρέλες των social, χαζεύω memes, είμαι εκλεκτικά ηλίθιος). Είναι μια παιδιάστικη αίσθηση υπεροψίας, που με κάνει να γελάω. Προφανώς και είμαι απολίθωμα, τουλάχιστον προσπαθώ να το διασκεδάσω. Ξεχωριστός μεσήλικος.

Το άνοιγμα της ζελατίνας, η μυρωδιά από το δέρμα του χαρτιού, η υφή του ιλουστρασιόν εξωφύλλου. Μια τελετουργία νοσταλγίας, καλύτερων εποχών. Η ανάγνωση έτσι χορταίνει το μυαλό καλύτερα. Όταν διαβάζω στην οθόνη, νομίζω πως τρώω junk food.

Να φτιάξω μια λίστα με στόχους για το νέο έτος; Μόνο και μόνο για γελάω με το πόσο ηλίθιο είναι αυτό; Όπως και το ότι δε θα κάνω ούτε ένα; Μια λίστα με τα πρέπει και μια με τα θέλω; Πρέπει να κόψω το κάπνισμα. Πρέπει να σοβαρευτώ, αν και είναι αργά πια. Η ωριμότητα είναι δυσανάλογη με την ηλικία μου.

Τι θέλω; Αυτά που πραγματικά θέλω, δε γράφονται, ούτε στον εαυτό μου δεν τα παραδέχομαι. Κι αυτά που μπορώ να γράψω, μάλλον δεν τα θέλω. Φτιάχνω τη νιοστή playlist στο Spotify, το οποίο δε χρησιμοποιώ ποτέ, απλά είναι άλλο ένα πρόχειρο. Δεν ήταν και πολύ καλό το 2024. Δεν περιμένω να είναι καλύτερο το 2025, απλά προσδοκώ πως θα έχει δύο τρία χαρούμενα plot twists. Σε όποιον διαβάζει ακόμα αυτό το blog, καλές γιορτές.


ΥΓ Να δείτε οπωσδήποτε το Flow. Δεν είναι απλά η καλύτερη animated ταινία του 2024, είναι ένα ποίημα.



Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

Κβαντική υπερεντροπία ή πως έσωσα τον κόσμο από κάτι cyborgs (κάτι τέτοιο, δε θυμάμαι...)

 

"Μπαμπά, τι θα μου πάρεις τα Χριστούγεννα;"

"Να πας να δουλέψεις"

"Μα είμαι 9 χρόνων!"

"Τα παιδιά στην Κίνα δουλεύουν από τα 6"

"Μα θέλω κάτι" 

"Να πεις τα κάλαντα" 

"Δε φτάνουν για το καινούργιο iPhone!"

"Το ξέρεις πως είσαι υιοθετημένο;"

"Από πότε;"

"Από αύριο, αν συνεχίσεις τις ίδιες μαλακίες. Άντε να παίξεις, μη σε στείλω στο μετρό να παίζεις ακορντεόν "

"Πιο πολλά θα μαζέψω από τα κάλαντα, και θα πάρω το iPhone!"

"Άμα μαζέψεις πιο πολλά, θα πληρώσεις το ρεύμα!".

Ξύπνησα, ευτυχώς δεν έχω παιδιά (απ'όσο ξέρω). Γιατί κάνει ο κόσμος παιδιά; Για να είναι συνεχώς απασχολημένος μαζί τους, ώστε να μην σκέφτεται την ματαιότητα της ύπαρξης; Παρά το ό,τι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός έχει μεταλλαχθεί σε τεχνοφεουδαρχία, κάποιες σταθερές δεν αλλάζουν, η πυρηνική οικογένεια είναι απαραίτητη,  ώστε οι μάζες να παραμένουν αλυσοδεμένες στη χρηματιστικοποιημένη αρχιτεκτονική πίσω από την αυξανόμενη δυναμική του χρέους, ώστε να μην έχουν χρόνο να σκέφτονται και ν'αντιδρούν στην τοκογλυφική δυστοπία . Η δυσανάλογη ανάπτυξη μεταξύ παραγωγικής και χρηματιστηριακής οικονομίας, η μόχλευση χρήματος που καταλήγει σε υπεράκτιες και μερίσματα, η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων  έχει μετατρέψει όλο τον πλανήτη σ'ενα  σισύφειο BDMS πάρτι, όπου η μπουρζουαζία μας σοδομίζει μέχρι θανάτου, και φτιάχνει τασάκια με τα κρανία μας. Τι μαρξιστικό παραλήρημα ήταν αυτό; Μάλλον είναι η μελαγχολία των Χριστούγεννων που πλησιάζουν...




Θα περάσω τις γιορτές με τη μόνιμη σύνοδο μου, την κατάθλιψη, εξιδανικεύοντας ένα παρελθόν που δεν υπήρξε ποτέ, για να ξεχνάω το μέλλον που δε θα έρθει ποτέ. H παρτούζα γίνεται λιγότερο πληκτική όταν συμμετέχουν η νοσταλγία, η ανωριμότητα, η ευθυνοφοβία και η τρυφηλότητα.
Γιατί με έπιασε άγχος από τώρα για τα Χριστούγεννα, ακόμα δεν μπήκε ο Νοέμβριος, ούτε το Jumbo να ήμουν. Τι θα κάνω στις γιορτές; Θα δω τις ίδιες ταινίες. Πρέπει να γράψω κριτική. Γιατί γράφω κριτικές για ταινίες που δε μου αρέσουν, ενώ δεν πληρώνομαι; Γιατί γράφω κριτικές για ταινίες που δε μου αρέσουν; Γιατί γράφω κριτικές; Γιατί βλέπω ταινίες;
Μήπως γιατί είμαι άχρηστος, τεμπέλης και αντικοινωνικός; Όχι, δε με καλύπτει αυτή η ερμηνεία, αυτά είναι μεθοδεύσεις του κεφαλαίου, για να με ρίξει στ'αδηφάγα γρανάζια της παραγωγής, ώστε ν'αντλήσει υπεραξία από τ'αναρίθμητα ταλέντα που δεν έχω.
Κάτι άλλο πρέπει να είναι. Εδώ και χρόνια, λέω την ατάκα πως έγινα σκηνοθέτης, γιατί θέλω τον έλεγχο, την ψευδαίσθηση του ελέγχου, κυρίως του χρόνου. Εντάξει, είναι μια ψευδοδιανοουμενίστικη παπατζα που μ'αρέσει, που αν και την πιστεύω ακράδαντα, την λέω μπας και εντυπωσιάσω κάποια (τη μοναδική φορά που έπιασε, δε μου βγήκε σε καλό...). Όχι, όχι, πρέπει να είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. 
Η περιδίνηση σε αβυθομέτρητα ερέβη, με κατακρύμνισε σε μια άβυσσο βουβού κοπετού και στο ψυγείο. Το οποίο ήταν πιο άδειο κι από τον τραπεζικό μου λογαριασμό. Πιο κενό κι από τα επιχειρήματα του κυβερνητικού εκπροσώπου. Πιο παγωμένο κι από αστείο του Σεφερλή στην Αλάσκα, στο ζενίθ χιονοθύελλας.
Κάτι έπρεπε να γίνει. Ποιος τηγανίζει πατάτες τέτοια ώρα; Να παραγγείλω; Η ζυγαριά ασκεί βέτο, το στομάχι το θεωρεί casus belli και καταλήγω στο τηλέφωνο. Σουβλάκια; Πίτσα; Κρέπα; Ένα βρώμικο θέλω, αλλά δυστυχώς το αγαπημένο μου μαγαζί έκλεισε. Επιστρέφω στο ψυγείο. Στην ακρώρεια της κατάψυξης υπάρχουν κάτι κεφτεδάκια. Η ημερομηνία λήξης είναι για τους αδύναμους.
Μασουλάω βαριεστημένα κάτι που μοιάζει με μοσχαρίσιο κιμά (και μάλλον είναι άγνωστης ταυτότητας τετράποδα - ή και όχι - που πέθαναν σε ναρκοπέδιο) χαζεύοντας το Alien: Romulus, το οποίο είναι το πρώτο Alien από το Temu. Τα βλέφαρα μου λιώνουν. Αποκοιμήθηκα στον καναπέ. 


Καλώς ήρθατε στον εφιάλτη #3947. Βλέπω ότι δουλεύω σε free press, ο περιοδικός Τύπος πέθανε εδώ και χρόνια. Τα διάφορα site ποικίλης ύλης, είναι ουσιαστικά οι ακόμη χειρότερες μετενσαρκώσεις του, τα παλιά lifestyle μεταμορφώθηκαν σε urban εναλλακτικά, παλι lifestyle σου πουλάνε, απλά τώρα δε στο λανσάρουν Κωστόπουλοι, αλλά μεσήλικες πρώην υπάλληλοι του Κωστόπουλου και τα hipster minions τους. Θλιβερά κείμενα με εξυπνακίστικες πίπες του στυλ" η αγαπημένη τραγουδίστρια της αγαπημένης σου τραγουδίστριας ". Αφόρητα βαρετές σαρανταπεντάρες που επειδή άκουσαν Billie Eilish και δύο τραγούδια της Taylor swift από τις κόρες τους, νομίζουν πως είναι η επιτομή του zeitgeist. Όσο αλλάζουν τα πράγματα, τόσο μένουν ίδια. Τα περισσότερα δημοφιλή sites ή portals, είναι απλά η μετάλλαξη των περιοδικών lifestyle. Κάποια πασπαλισμένα με μια δήθεν προοδευτικότητα, αλλά το περιεχόμενο παραμένει το ίδιο. Εξυπνακίστικά άρθρα, που 9 στις 10 είναι κλεμμένα από ξένα sites, κουτσομπολιό και γυμνό. Πριν από 30 χρόνια, τα διάβαζες στα διάφορα Κλικ και Nitro, τώρα πέφτεις από το ένα clickbait στο άλλο, με τους γνωστούς πρωτότυπους τίτλους "μοίρασε εγκεφαλικά στον ανδρικό πληθυσμό η τάδε ανθυποcelebrity". Η όποια καινοτομία περιορίζεται, πως βλέπεις τα ίδια άρθρα, σε υποτίθεται γυναικεία site, με περιτύλιγμα ψευδοφεμινισμού και συμπερίληψης
Η αρχισυντάκτρια, μας ανακοινώνει πως έχουμε σύσκεψη, η έτερη συντάκτης κινηματογράφου γκρινιάζει για το κείμενο μου, πάλι ταινία δράσης; Μ'εξορίζουν σ'ένα φεστιβάλ πειραματικού κινηματογράφου. Τσακωμός, Οι μισές+ μικρού μήκους είναι queer ταινίες, μετά την προβολή έχει live με indie ατάλαντα συγκροτήματα που νιαουρίζουν απαίσιους στίχους. Φυσικά καταλήγω να τσακώνομαι σε κάποιο πηγαδάκι, δυστυχώς χωρίς το Μάκη, ο ρίψασπις βαρέθηκε λέει να τον σέρνω σε τέτοιες μαλακίες. 
"Τα  Μονοκοτυλήδονα γελάνε το χειμώνα ήταν αριστούργημα, μια ιστορία φεμινιστικής αφύπνισης και αλληλεγγύης, ένα τρίο υπέροχων χαρακτήρων που συνθέτουν μια αληθινή κινηματογραφική θηλυκή αγία τριάδα"
"Όλα αυτά επειδή μοιράστηκαν τα ταμπόν τους;"
"Νομίζω πως το Έσοπτρον ή η ενδελέχεια της αβιογένεσης ήταν καλύτερο. Μια μπαλάντα εκφραστικής εσωτερικότητας, για το ψυχολογικό ολοκαύτωμα που αντιμετωπίζουν τα σπουδαστ@ σ'ενα ίδρυμα Προκρούστεια κλίνη που αναπαράγει τα φυλετικά στερεότυπα και παράγει ευνουχισμένες αρρενωπότητες και θηλυκότητες"
"Νταξ ρε κοπελιά, γυναικεία ενδυνάμωση, Wakanda forever, και τέτοια, θα γυρίσετε καμιά ταινία που να βλέπεται; Και όχι από τον κύκλο σας στο group therapy, που πάτε γιατί βγάλατε παρανυχίδα; "
"Εννοείται από αυτά τα ανεγκέφαλα μάτσο με εκρήξεις; "
"Γυρίστε κι ένα ανεγκέφαλο με εκρήξεις που θα έχει γυναίκα πρωταγωνίστρια"
"Δεν υπάρχουν ταινίες δράσης με γυναίκες πρωταγωνίστριες"
"Το Aliens τι ήταν; Τα δύο πρώτα Terminators; To Mad Max: Fury Road; Το Furiosa;"
"Μόνο John Wick βλέπεις στο σινεμά;"
"Το Atomic Blonde είναι καλύτερο κι από τα 4 John Wick"
"Αυτά είναι αηδίες, για σεξιστές σαν εσένα, εμείς γυρίζουμε ταινίες με μηνύματα!"
"Kρυπτογραφημένα προφανώς, γιατί μόνο εσύ και η παρέα σου τα καταλαβαίνετε"
"Ρε άντε γαμήσου, σκούπιδι της πατριαρχίας!".
Είμαι φιλήσυχος τύπος, δε μου αρέσουν οι καυγάδες και οι εντάσεις. Αλλά όταν με προκαλούν, θ'αντιδράσω. Φυσικά ο εφιάλτης τελείωσε με μια οργασμική σκηνή καταστροφής. Η έκρηξη με πέταξε μακριά. 



Επανεκκίνηση

Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ. Οκ, το τμήμα του art direction έκανε φιλότιμες προσπάθειες, αλλά τα σκηνικά Escape From New York και Mad Max γωνία, είναι από το παζάρι του Σχιστού. Το πιο περίεργο είναι πως κανείς δεν βλέπει περίεργο το ότι είμαι εδώ. Ενδυματολογικά μη συμβατός με τη χλωρίδα. Πριν αρχίσει ένας γόνιμος διάλογος πάνω στις ερμηνευτικές διαφωνίες, οι μεταλλαγμένοι χούλιγκανς με πήραν σηκωτό, και με πήγαν σε ένα αρχιτεκτονικό έκτρωμα, που το ονομάζουν ο ναός της έκλειψης.
Για κάποιο ανεξήγητο λόγο, νομίζουν πως θα φοβηθώ από τις ντόπιες φορεσιές. Sorry παιδιά, αλλά η κολεξιόν δυστοπίας που λανσάρετε, δε θα πουλήσει. Μοιάζετε με κατοικούς Μενιδιού με cosplay κατοίκων Μενιδίου Μπαγκλαντές. Πριν προλάβω να μιλήσω, ο -μάλλον, δεν ξέρω, δεν απαντώ- αρχηγός με διακόπτει.
"Άσε, ξέρουμε. Ξεκινάς όλες αυτές τις ιστορίες, με τη μανιέρα "Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ",  νομίζεις πως είναι το trademark σου, που σε μερικά χρόνια θα γίνει πλατινένιο σουξέ και όλοι θα το γράφουν, ενώ είναι απλά ένα τέχνασμα, για να δικαιολογήσει την τερατώδη απουσία πλοκής, που είναι απλά μια θλιβερή αφορμή, για να γράψεις ανθυποεξυπνάδες που μόνο εσύ γελάς μαζί τους, ανύπαρκτους χαρακτήρες και γραφικούς διαλόγους".
Το'πιασα, δεν έχει προκαταρκτικά. Όχι πια φίλοι, μόνο σεξ.
"Μάλιστα, έχετε γίνει όλοι εμβριθείς κριτικοί λογοτεχνίας στο μέλλον ή μόνο εσύ πέρασες τρίτη δέσμη;"
"Σιλάνς, άνθρωπε από το παρελθόν! Επειδή στην εποχή σου κάνετε μπάνιο όποτε θέλετε, και έχετε πρόσβαση σε τρόφιμα, δε σημαίνει πως μπορείς να μας μιλάς έτσι!"
"Καλά, κάτσε να βγει και τρίτη τετραετία ο Μητσοτάκης και τα λέμε".
Επικράτησε ψυχρασία.
"Και για να έχουμε καλό ρώτημα, γιατί διαλέξατε εμένα;"
"Γιατί έτσι"
"Κατά τ'άλλα, εγώ φταίω για την ανύπαρκτη πλοκή..."
"Τέλος πάντων, μετά από περίπλοκους υπολογισμούς και μακρόχρονη έρευνα, καταλήξαμε σε μια λίστα. Δε θέλω να σε στεναχωρήσω, αλλά ήσουν 47 στην κατάταξη"
"Και γιατί δε φέρατε κάποιον από τους 46 πάνω από μένα;"
"It's complicated. Όλοι είχαν σοβαρές δουλειές, να βρουν τη θεραπεία κατά του καρκίνου, να πάρουν Νόμπελ Λογοτεχνίας, κτλ. Εσύ είχες χρόνο"
"Θέλεις να πεις, πως δε θα κερδίσω Όσκαρ;"
"Δε σου λέω τίποτα, αφού δε σου αρέσουν τα spoilers"
"Θα το δεχθώ. Και δε μου λες αρχηγέ μου, τι περιλαμβάνει το μενού; Για κυρίως, θα ξεκινήσεις επανάσταση με τα υπόλοιπα παρατραγουδόπουλα, και όποιος επιβιώσει, θα έχει επιδόρπιο throatpie στη φυλακή;"
"Μη βιάζεσαι άνθρωπε από το παρελθόν. Άκου, τον πλανήτη τον ελέγχουν οι Σκοτεινοί άρχοντες του σκότους. Παλιά τους λέγατε καπιταλιστές. Τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα. Βρήκαν νέους τρόπους να καρπώνονται την υπεραξία. Κατάφεραν να συνδυάσουν την τεχνολογία και με τις απόκρυφες τέχνες. Ο κόσμος θα βουλιάξει στο αιώνιο έρεβος, αν καταφέρουν να ολοκληρώσουν το σχέδιο τους"
"Με κουράζει τόσο exposition, ακόμα δεν αρχίσαμε. Πάμε λίγο πιο γρήγορα, δε μου αρέσουν οι ταινίες του Nolan"
"Οι Σκοτεινοί άρχοντες του σκότους ανακάλυψαν ένα αρχαίο ξόρκι. Θα καλέσουν εξωδιαστατικές οντότητες, που γεννήθηκαν αιωνιότητες πριν τον χρόνο και θα σκλαβώσουν για πάντα τις ψυχές μας. Ακόμα και αν κάποιος πεθάνει, θα συνεχίσει να τους υπηρετεί για πάντα. Ούτε ο θάνατος δε θα μπορεί να μας λυτρώσει"
"Ακούγεται σαν την επόμενη μεταρρύθμιση για το συνταξιοδοτικό"
"Αύριο, θα ευθυγραμμιστούν οι πλανήτες, για πρώτη φορά μετά 158 χρόνια. Οι Σκοτεινοί άρχοντες του σκότους θα θυσιάσουν 100 ανθρώπους, ώστε να καταφέρουν ν'ανοίξουν μια ρωγμή στο χωροχρόνο και οι..
"Νταξ, μη συνεχίζεις, έχω διαβάσει Λαβκραφτ και ξέρω. Θα έρθουν κάτι εκτρωματικά εκτρώματα, σουπιά με διασταύρωση σαρανταποδαρούσας και ολίγη από νυχτερίδα, και θα μας κάνουν buttplugs στην καλύτερη. Οκ, ποιο είναι το σχέδιο;".
Το σχέδιο ήταν χειρότερο κι από το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι λιγότερο από ανύπαρκτο. Θα έκαναν έφοδο στο αρχηγείο των κακών, ένα ηφαίστειο διασταύρωση με cyborg φυλακή. Μιλάμε σίγουρη επιτυχία. Θα έχουμε πεθάνει πριν ξεκινήσουμε. Προσπαθώ να μεταγγίσω λίγη λογική στη στρατηγική, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
"Και γιατί να σε ακούσουμε; Ό,τι κι αν γίνει, εσύ θα επιβιώσεις, είσαι μια καρτουνίστικη εκδοχή του εγκεφαλικά κατάκοιτου που γράφει αυτή την ιστορία"
"Κοιτάξτε, δε λειτουργεί έτσι το storytelling, πρέπει να υπάρχει μια πλοκή, ανάπτυξη χαρακτήρων και.."
"Ναι, ναι, η πορεία του ήρωα, κτλ. ξέρουμε, πήγες σε σχολή σκηνοθεσίας και ξέρεις. Δε μας ενδιαφέρουν όλα αυτά. Δεν είσαι ο πρωταγωνιστής σε αυτή την ιστορία, δεν είσαι καν κομπάρσος, σε φέραμε σαν τεχνικό σύμβουλο"
"Δεν πάσχω από τη ματαιοδοξία των ηθοποιών για να μ'ενοχλεί αυτό. Αλλά δεν πρέπει να ακούσετε τις συμβουλές μου;"
"Και σας το είπα, τον Ανσελότι έπρεπε να φέρουμε"
"Συμφωνώ και προσυπογράφω, όμως εμένα φέρατε, εμένα θα λουστείτε. Λοιπόν, αυτό είναι το gameplan...".
Πρέπει να κερδίσουμε χρόνο. Θα στείλουμε μήνυμα για προσωρινή ανακωχή και συνομιλίες. Θα πάμε στην έδρα του εχθρού. Εκεί, θα αυτοσχεδιάσουμε. Κάποιος τρόπος θα υπάρχει, να το γκρεμίσουμε το ρημάδι τους, έχω δει ταινίες εγώ και ξέρω. Δεν μπορώ να πω, ότι το κοινό ενθουσιάστηκε, αλλά συμφώνησαν, μιας και δεν υπήρχε καλύτερο σχέδιο.
Ο εχθρός συμφώνησε, σε δύο μέρες θα ταξίδευε η αποστολή σε εχθρικό έδαφος. Νύχτωσε, μια δυσοίωνη αίσθηση, πλανητικής εμβέλειας μαλακία απλώθηκε στην απεραντοσύνη τ'ουρανού. Οι ρακοσυλλέκτες πολεμιστές ήταν μπερδεμένοι, κάπου ανάμεσα στην επαναστατική μέθεξη και την ποιητική μελαγχολία. Ποσό κοντά είναι τα σύνορα του θανάτου, μ'εκείνα της ομορφιάς και της ανάμνησης της ευτυχίας... 
Κάτσαμε όλοι γύρω από τη φωτιά. Πηχτή αμηχανία σιγόβραζε ανάμεσα μας.
"Πες άνθρωπε από το παρελθόν, πως είναι η ζωή στην εποχή σου; Πως είναι να είσαι ευτυχισμένος; Και πως τα καταφέρατε και τα κάνετε όλα ρδελομπου;".
Βαθιά ανάσα, βαθιά εισπνοή καπνού, μερακλίδικη. 
"Τίποτα σε αλκοόλ έχουμε;"
"Ούτε σταγόνα, εδώ και 25 χρόνια"
"Ε και πως θα γίνει, ξεροσφύρι θα το πάμε το μεγάλο flashback;"
"Έχουμε χυμό σπαράγγι"
"Καλά, άστο. Βάλε δύο σφηνάκια ορυκτέλαιο καλύτερα"
"Μεζέ να φέρω;"
"Ναι, αλλά μη μου πεις τι είναι".
Νταξ, δεν είναι χειρότερα από τις μολότοφ που έχω πιεί τα ξεφτιλάδικα των δυτικών. 
"Λοιπόν;"
"Γιατί βιάζεστε; Μισό, να αρχίσει το soundtrack, να χτίσουμε ατμόσφαιρα".
Λοιπόν παιδάκια, το 2024 δεν είναι τόσο καλό όσο νομίζετε. Κατανοώ, πως με όσα έχετε περάσει, σας φαίνεται παράδεισος, όμως μη σας ξεγελά το εξώφυλλο, το βιβλίο είναι άθλιο. Θα σας τα περιγράψω όσο πιο συνοπτικά γίνεται: Ο πλανήτης έχει μετατραπεί σ'ένα τεράστιο κουκλοθέατρο. Το κοινό είναι τρομοκρατημένο, από τις σκιές που το σκεπάζουν. Σκιές από ατελείωτες μαριονέτες, η μια κρατάει την άλλη, κανείς δεν ξέρει και δεν μπορεί να δει ποιος τις ελέγχει όλες. 
Κανείς δε γνωρίζει ποιοι είναι οι ιδιοκτήτες του θεάτρου, αλλά τελευταία έχουν αποθρασυνθεί. Χρεώνουν ακόμα και το βήξιμο. Το κοινό δεν ξέρει τι να κάνει. Αντί να τα σπάει όλα, είναι μπερδεμένο, όλοι κοιτάζουν το διπλανό τους, περιμένοντας, ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία.
Αθώοι μου τρωγλοδύτες, βλέπετε το παρελθόν εξιδανικευμένο και ζαχαρωτό, όπως βλέπουμε εμείς ταινίες και σειρές που διαδραματίζονται στα 80s. Ο πλανήτης καταστρέφεται, κάθε κρίση του καπιταλισμού, σφίγγει όλο και πιο σφιχτά τη θηλιά στο λαιμό της Γης. Και όλοι παρακολουθούμε υπνωτισμένοι, με την αυταπάτη, πως απλά βλέπουμε μια μαλακία βίντεο, που απλά θα κλείσουμε. 
Η δύση μοιάζει με τον Τιτανικό, και οι επιβάτες  τσακώνονται για το τι μουσική θα παίξει η μπάντα, ενώ βουλιάζουν. Στη μπλε γωνία, έχουμε τη Σκύλλα. Δεξιούς και ακροδεξιούς κάθε απόχρωσης. Συνωμοσιολόγους, χριστιανόκαυλους, τρακτερόβλαχους γουρουνομπήχτες, φασισταριά που πλασάρονται ως ευρωσκεπτικιστές και άλλα τέτοια φαιδρά, μυαλοπυρόπληκτους που νομίζουν πως πρέπει να συντηρήσουν, ιδέες και παραδόσεις, που έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια. Οι ίδιοι τις σκότωσαν και συνεχίζουν να τις σοδομίζουν και νεκρές.  
Κεντρώοι μετριοπαθείς, που δουλεύουν τον εαυτό τους και τους υπόλοιπους. Ηλίθιοι που δεν είναι αρκετά πλούσιοι για να δηλώνουν δεξιοί, και νομίζουν πως είναι πολύ έξυπνοι για να λέγονται αριστεροί. Τεχνοκράτες, μάνατζερς, και διάφοροι άχρωμοι, άοσμοι, άγευστοι πλασιέ του μεγάλου κεφαλαίου, που προσπαθούν να μας πουλήσουν τη δουλοπρέπεια τους ως τεχνογνωσία και λύση στα προβλήματα μας. 
Στη κόκκινη γωνία, αριστερίζοντες κομπάρσοι, λογιστές που προσπαθούν λιγότερο πειστικά από τους δεξιούς, να μας πείσουν, πως θα διοικήσουν πιο ανθρώπινα τη γαλέρα. Λιγότερα μαστιγώματα, οι αλυσίδες θα είναι οικολογικές και φιλικές με το δέρμα, ενώ όποιος θα πετιέται στη θάλασσα, θα έχει σωσίβιο, ψωμί χωρίς γλουτένη, και δύο χυμούς με χάρτινο καλαμάκι. Διάφορους ημίτρελους που τους προσβάλει ακόμη και το οξυγόνο που αναπνέουν, και ουρλιάζουν στα ψηφιακά τρελάδικα. Αφού δεν περνάνε αυτοί καλά, δε θα περνάει κανένας. Θα ακυρωθεί η ζωή και το σύμπαν, αν περνάει από το χέρι τους. Πολύχρωμοι θίασοι, που είναι έτοιμοι να γίνουν καμικάζι, αν κάποιος αμφισβητήσει τα 200 φύλα (τόσα ήταν την τελευταία εβδομάδα), αλλά για τα εργασιακά και πολιτικά δικαιώματα που έχουν πάει πίσω στο δέκατο ένατο αιώνα τουμπεκί. Σε λίγο ο Ντίκενς θα μοιάζει με τον Μπομπ Σφουγγαράκη.
Εκατομμύρια δίποδες κοπριές, που νανουρίζονται με αυτοβελτίωση, στον καθρέφτη των social σου κοιτιέσαι κι από μόνη σου αγαπιέσαι, πηγαίνουμε με 300 χλμ χωρίς φρένα στο γκρεμό, και όλοι βγάζουν selfies. Είμαι σχεδόν σίγουρος, πως ο τελευταίος άνθρωπος που θα μείνει ζωντανός, θ'αυτοκτονήσει, επειδή δε θα του κάνει κανένας like στη selfie που θα βγάλει με φόντο τα ερείπια. Kάτω από το λούστρο της συλλογικής εμπειρίας, υπάρχει η σκουριά της απληστίας. Αφήσαμε το μέλλον πίσω μας, ζούμε ένα αέναο παρόν. Δε βλέπουμε πια οι διαφημίσεις, οι διαφημίσεις βλέπουν εμάς και κάνουν swipe δεξιά, αν δεν τους κάνουμε.
Το φλεγόμενο χάος του καταναλωτικού κιτς αποδόμησε την ζωή. Η μόνη ψευδαίσθηση που μας τρέφει ακόμα, είναι πως ο καταναλωτισμός λειτουργεί  ως αντίδοτο στη μοναξιά. 
"Καλά όλα αυτά, αλλά είχατε κλιματισμό"
"Παγωτό!"
"Τσόντες!"
"Μαλακά στρώματα!"
"Τσόντες!"
"Πόσιμο νερό!"
"Γάτες!"
"Τις τσόντες τις είπαμε;".
Όπως κατάλαβες αγαπητέ αναγνώστη, ο διαδικτυακός εκδημοκρατισμός της πορνογραφίας είναι το ζενίθ του ανθρώπινου πολιτισμού. Οτιδήποτε ακολούθησε ήταν υποβιβασμός. Άντε να τους πείσεις τώρα, για το αδιανόητο, το άφατο και ανήκουστο. Πως ακόμα και το ίντερνετ κατάντησε βαρετό. Μπαίνω σε οποιοδήποτε site, και τρώω τόση ώρα για να απορρίψω όλα τα cookies, που έχω ξεχάσει τι ήθελα να δω. Όλα ξεθωριασμένα αντίγραφα ξεθωριασμένων αντίγραφων. Αναρωτιέμαι πως δεν έχουν ανατιναχθεί οι servers του πλανήτη από τη συμπυκνωμένη ανθρώπινη βλακεία. Ο παγκόσμιος ιστός υπάρχει μόνο για bots, πληρωμένες διαφημίσεις, τσόντες και stalking. Και κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, μια πασαρέλα ναρκισσισμού και ψυχοπαθολογίας.
Το κοινό δεν άντεξε τόση αλήθεια, και πήγε για ύπνο. Έπρεπε να ετοιμαστούμε για τη συνάντηση.  
Επιβλητικό το αρχηγείο των κακών. Έχω δει όλα τα έργα του Giger (εξαιρετικός ο τόμος της Taschen, δεν υπήρξε τοποθέτηση προϊόντος), και άνετα θα μπορούσε να είναι ανάμεσα τους. Αν εξαιρέσεις πως το μέρος μυρίζει πιο αποστειρωμένο κι από συνέδριο υποχόνδριων, δεν είναι χειρότερο από το Dark Sun. Αν και παίζει χειρότερη μουσική, αυτό είναι κατόρθωμα. Οι κομπάρσοι μοιάζουν με τους Borg από το Star Trek, δηλαδή με τους Cenobites του Hellraiser. O Clive Barker πρέπει να χάλασε πολλά λεφτά σε dominatrixes. Δε λέω, ποιοτικό cosplay, αλλά αν έχεις επιβιώσει στο ΤΕΛ Αιγάλεω των 90s, δε σε τρομάζει τίποτα.  Αμηχανία, νευρικότητα, σαν να γνωρίζεις τα πεθερικά. Περιμένουμε τον αρχηγό.  Που είναι η αρχηγός. Όλα καλά μέχρι που μπήκες εσύ. Οι πόρτες ανοίγουν. Slow motion. Γενικό, κοντινό στα πόδια της, pedestal up, το πλάνο σταματάει στο πρόσωπο της. Split screen, από τη μια το κοντινό της, στα υπόλοιπα κάδρα οι σύντροφοι μου την κοιτάζουν αποχαυνωμένοι καθώς περνάει από μπροστά τους.
Δεν έπρεπε να φάω εκείνα τα ληγμένα κεφτεδάκια. Άραγε, θα συμβεί ποτέ κάτι φυσιολογικό στη ζωή μου; 









Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

And all your demons are heaven sent

 


Η ανάσα της θάλασσας χαϊδεύει τα μαλλιά μου, ενώ το βλέμμα μου λιώνει αργά στην αγκαλιά του ορίζοντα. Απολαμβάνω την αυγουστιάτικη ραστώνη, σε ένα νησί του Ιονίου (το Αιγαίο είναι για την πλέμπα), διαβάζοντας τη ραψωδία Κ της Οδύσσειας, ενώ η ξανθιά συντροφιά μου, μου κάνει αργό μασάζ στον αυχένα με το στήθος της. Η εκ Λατινικής Αμερικής μιγάδα φίλη της, όταν δε με ταΐζει παγωτό, μου κάνει αέρα με το ακόμη μεγαλύτερο στήθος της.

Δεν ήθελα ν'αφήσω το βιβλίο, μέχρι που εμφανίστηκε η τέταρτη της παρέας, η κοκκινομάλλα με το ασημένιο μπικίνι. Τα κοράσια νιαουρίζουν με γλυκό παράπονο πως τις παραμελώ. Μα υπάρχει κάτι καλύτερο, από το να διαβάζεις Όμηρο στις διακοπές σου; Ίσως το να διαβάζεις Λουκιανό. Οι χαριτωμένοι αντιπερισπασμοί γίνονται εντονότεροι, όταν αρχίζουν να γλείφονται μεταξύ τους παιχνιδιάρικα. Αφήνω το βιβλίο και τις χαζεύω. Με προσκαλούν να γίνω η γέμιση στο λεσβιακό αμφίψωμο. Ανθυπομειδιώ και ανάβω τσιγάρο. Άστες λίγο ακόμα να ξεροψηθούν. Μα τι περιμένω, θ'αναρωτηθείς φίλτατε αναγνώστη; Τίποτα απολύτως, γιατί χτύπησε το ξυπνητήρι.

Είμαι στο ίδιο διαμέρισμα στα δυτικά, και πρέπει να ετοιμαστώ για τη δουλειά. Ευτυχώς είναι δέκα λεπτά από το σπίτι μου. Τα θετικά τελειώνουν εδώ. Μετά από δέκα συνεχόμενα δωδεκάωρα, νιώθω λίγο περισσότερο μαλάκας απ'ότι συνήθως. Μην αρχίσουμε πάλι τα μαρξιστικά για υπεραξίες και και μέσα παραγωγής.

Σέρνω το σάρκιον μου μέχρι το μπάνιο. Προλαβαίνω να πιω καφέ. Αυτό το ένα πρωινό τσιγάρο, είναι η μόνη πατρίδα μέσα στη ζούγκλα της καθημερινότητας. Τα μόνα λεπτά που πραγματικά μου ανήκουν. Μπαίνω στο κατάστημα. Οι ίδιες αντιπαθητικές φάτσες. Ταριχευμένες καλημέρες και ανούσιες κουβέντες. Οι δύο διευθύντριες ξινίζουν. Τρεις ώρες μετά, αναρωτιέμαι γιατί δεν έχω ανατινάξει το μαγαζί. Από ποιον θα λείψουν οι ανθυποηλίθιοι που εργάζονται εδώ;

Οι πωλητές έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια, το βλέπεις στα μάτια τους, το φως της ζωής έχει εκλείψει. Οι διευθύντριες με κοιτάζουν σαν εξωγήινο, όταν τους λέω πως δε θα δουλέψω στο ρεπό μου. Αναρωτιούνται τι κάνω στον ελεύθερο χρόνο μου, αφού δεν έχω οικογένεια. Γιατί δεν έρχομαι να δουλέψω κι άλλο, ώστε οι μέτοχοι της εταιρείας ν'αγοράσουν και πέμπτο εξοχικό;

Μπαίνω στο σπίτι, γεμίζω την μπανιέρα και πέφτω σαν βότσαλο. Σε λιγότερο από δώδεκα ώρες, πρέπει να είμαι πάλι εκεί. Τεντώνομαι, κουνάω το ποτήρι, ο ήχος από τα παγάκια με γαληνεύει. Πίνω τη τελευταία γουλιά Chivas, κλείνω τα μάτια και αφήνομαι, φύλλο στον αγέρα του τραγουδιού. Γίνεται να επιστρέψω στο όνειρο που είδα το πρωί; Κι ας λείπουν οι συμπρωταγωνίστριες. Ας είμαι μόνος μου με τα βιβλία μου. Ποιον κοροϊδεύω; Δεν έχω κουράγιο για πολύ διάβασμα εδώ κι χρόνια. Λίγο η ηλικία, λίγο η απόσπαση προσοχής. Μάλλον θα έβλεπα καμιά ταινία. Ακόμη και στις διακοπές. Δεν είναι ότι μου αρέσουν. Απλά είναι δεύτερη φύση πλέον. Βλέπω ταινίες για να ζήσω για λίγο διαφορετικές ζωές, να έχω διαφορετικά όνειρα.

Διαφορετικές αναμνήσεις. Η μνήμη μου, ένα κολάζ από πραγματικά γεγονότα, πλάνα και σκηνές ταινιών, φωτογραφιών, στίχων τραγουδιών και αποσπασμάτων βιβλίων. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι ήταν αληθινό και τι όχι. Μάλλον όσα θυμάμαι ως ευτυχισμένες στιγμές, δε συνέβησαν ποτέ. Έχει και τα καλά του το Αλτσχάιμερ...

Δε θέλω να πάω πουθενά, ούτε μέχρι το κρεβάτι. Θέλω να βουλιάξει αργά, σε βελούδινα νερά, μέχρι ένα τρυφερό μεταξένιο κύμα, να με αφήσει σε μια ερημική παραλία. Εντάξει, όχι και τόσο ερημική, να έχει ένα σπίτι, σαν αυτά στο Malibu. Να μπω μέσα, και στο πικάπ να παίζει κάτι τέτοιο. Δύο ποτήρια στο τραπέζι. Βιβλία, περιοδικά, κόμικ παντού στον καναπέ και το πάτωμα. Ο ήλιος λιώνει σαν παγάκι πάνω στα χείλη του ωκεανού. Οι ψίθυροι των κυμάτων σε αρμονία με τη μουσική. Η μυρωδιά των μαλλιών της με κάνει να νιώθω ασφαλής. Αργά, υγρά φιλιά. Τελικά, πάντα ήθελα να ζήσω ένα Άρλεκιν.

Ανοίγω τα μάτια, κοιτάζω την ώρα. Όταν δουλεύεις τόσες ώρες, ο οργανισμός απορυθμίζεται. Πονάει κάθε κύτταρο μου, θέλω να κοιμηθώ τρεις αιώνες, ενώ ταυτόχρονα η υπερένταση δε με αφήνει. Το μυαλό ένας διάδρομος γυμναστικής, που οι σκέψεις τρέχουν λυσσασμένα. Πως μπορώ να τραβήξω την πρίζα; Τι λείπει από τη συνταγή της μεταμεσονύχτιας κατάθλιψης; Μια κουταλιά υπαρξιακού τρόμου. Τι θα κάνω στα χρόνια που μου μένουν; Εκτός από το να μηρυκάζω τη νοσταλγία;

Υποψιάζομαι, πως οι περισσότεροι άνθρωποι, ακολουθούν τις κοινωνικές συμβάσεις και τα στερεότυπα, απλά για να μην έχουν χρόνο να σκέφτονται. Όταν έχεις παιδιά, αυτά είναι πολυτέλεια. Εσείς είστε πονηρός κύριε, που δεν κάνατε οικογένεια; Είμαι αποτυχημένος σύμφωνα με τους κανόνες της κοινωνικής καταξίωσης. Δεν έχω συμπληρώσει σχεδόν κανένα κουτάκι στη λίστα των προαπαιτούμενων της ευτυχίας.


Μετά τα σαράντα, δεν έχεις υπαρξιακά, απλά βαριέσαι. Κυρίως τον εαυτό σου. Ξέρεις σε μεγάλο βαθμό πως λειτουργεί ο κόσμος, και το μόνο plot twist σε αυτή τη ζωή είναι πως δεν υπάρχουν plot twists. Anticlimactic, σαν κουλτούρικη ταινία. Ναι, το ξέρω, έχω χρησιμοποιήσει αυτή τη χλιαρή ατάκα σε αρκετά κείμενα. Αλλά κάπως έτσι είναι, σαν ταινία του πολυατάλαντου Shyamalan. Χτίζει τόσο σασπένς, για να καταλήξει στο πιο ηλίθιο και ξενέρωτο τέλος. Ίσως ο θεός να είναι ένας κακός σκηνοθέτης. Μπορεί να φταίει ο σεναριογράφος ή η παραγωγή.

Το στρώμα μοιάζει από γρανίτη απόψε. Στα κόκαλα μου, η ηχώ του πόνου ουρλιάζει ρεφρέν από βιτριόλι.  Ας προσποιήθω πως προσποιούμαι ότι κοιμάμαι. Που είχαμε μείνει... Α ναι, στη ραψωδία Κ. Και στο λεσβιακό αμφίψωμο. Λοιπόν κορίτσια, σας επιτρέπω να με ικανοποιήσετε. Συνήθως, αυτά τα κείμενα είναι -λέμε τώρα- πιο ανάλαφρα και κωμικά. Σύμφωνα με την παραμορφωμένη αίσθηση του χιούμορ που έχω. Και τέσσερα στα πέντε, ξεκινάνε με την ίδια πρόταση. Σαν mantra ή ξόρκι. Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ. Όμως, θέλω να ξυπνήσω κάπου αλλού. Κάποιος άλλος. Πρωταγωνιστής σ'ένα άλλο όνειρο. Κι ας κρατήσει όσο μια ταινία ή ένας δίσκος.




Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2024

Joker: Folie à Deux

 

Το Joker του 2019 ήταν μια ευφυέστατη σύνθεση. Ένα δράμα με καμβά ταινίες του Scorsese (κυρίως το υποτιμημένο King Of Comedy, το οποίο είναι ανώτερο των Taxi Driver και Raging Bull) με πινελιές Falling Down, και γυαλιστερό περιτύλιγμα-κράχτη, τον δημοφιλέστερο κακό των υπερηρωικών comics. Το φιλμ ήταν καλλιτεχνικός και εμπορικός θρίαμβος. Δεν είχε σχεδόν καμία σχέση με τον χαρακτήρα που ξέρουμε. Το κερασάκι στην τούρτα, η ταινία πέρασε το μήνυμα της με θέαμα και όρους blockbuster. Δε μιλάμε για βαθιά μαρξιστική κριτική, αλλά έστω και στιγμιαία, έθεσε ερωτήματα πολύ πιο ουσιαστικά, από 100 art house ταινίες που δεν τις βλέπει σχεδόν κανείς. Φυσικά δεν άρεσε στους κριτικούς. Κριτικοί που βρήκαν έξυπνη σάτιρα και αλληγορία του καπιταλισμού το παιδαριώδες Triangle Of Sadness, αλλά όχι το Joker, είναι φαιδρά παρωχημένοι και επικίνδυνοι.

Διαβάζοντας άρθρα για το sequel, ήμουν επιφυλακτικός έως και αρνητικά προκατειλημμένος. Το πρώτο φιλμ, είναι γοητευτικό παράδοξο στο κινηματογραφικό υπερηρωικό σύμπαν, δε χρειαζόταν sequel. Όταν δε διάβασα πως θα είναι μιούζικαλ, ήμουν σχεδόν σίγουρος πως θα είναι έκτρωμα. Χαίρομαι που διαψεύστηκα. Στο χαρτί, το Joker: Folie à Deux μοιάζει τεράστιο ρίσκο. Το νιοστό περιττό sequel μιας ανέλπιστης επιτυχίας. Αναρωτήθηκα, αν ο Phillips έπαθε μεγαλομανία και θέλει να δαγκώσει περισσότερα απ΄όσα μπορεί να μασήσει. Η επιλογή της Lady Gaga ως Harley Quinn συμπλήρωσε μια ήδη μεγάλη λίστα από ενστάσεις και αμφιβολίες.

Είπαμε, στο χαρτί όλα έδειχναν φιάσκο. Στον αγωνιστικό χώρο, όλα ανατράπηκαν. Ο Phillips ανακατεύει ξανά με πολύ φαντασία τις επιρροές του, η σκηνοθεσία του ακροβατεί ανάμεσα στην άσκηση ύφους και την ουσία, και στο τέλος ισορροπεί ιδανικά. Η ταινία ξεκινάει μ’ένα animated πρελούδιο αλα Looney Toons. Όχι πολύ πετυχημένο ή αστείο, αλλά τραβάει την προσοχή σου. Η εισαγωγή στο Archam Asylum γίνεται μ’ένα μικρό σε διάρκεια μονοπλάνο, αλλά εξαιρετικά ουσιαστικό, στο να σου δώσει άμεσα και συνοπτικά την πληροφορία και να θέσει την ατμόσφαιρα. Η φωτογραφία του Lawrence Sher είναι ανώτερη της πρώτης ταινίας, και τολμώ να πω, πως είναι η καλύτερη που είδα σε φετινό φιλμ. Από την χρωματική παλέτα της Gotham City που είναι η χαοτικά παρακμάζουσα Νέα Υόρκη των 80’s, τα εκπληκτικά καδραρίσματα και τις κινήσεις της κάμερας, έως στην κορύφωση των σκηνών μιούζικαλ, που αγγίζουν την ομορφιά του One From The Heart του Coppola.

Και μιας και αναφέρθηκα στις σκηνές αυτές, ας το ξεκαθαρίσουμε. Κατανοώ πως αρκετοί θα ξινίζουν και θ’αποθαρρυνθούν να δουν την ταινία, μόνο και μόνο διαβάζοντας τη λέξη μιούζικαλ. Αυτές οι σκηνές είναι απόλυτα ενταγμένες στην αφήγηση του φιλμ, φέρνοντας στο νου τις αντίστοιχες στο All That Jazz,  έχουν λόγο ύπαρξης και κάποιες είναι οι ωραιότερες της ταινίας. Η παραγωγική τους αρτιότητα και η καλλιτεχνική διεύθυνση είναι αποστομωτικές. Η έξυπνη επιλογή των τραγουδιών και η ενσωμάτωση τους στην πλοκή, μαζί με τις αναφορές στην pop κουλτούρα, θ’αφοπλίσουν και τον πλέον δύσπιστο. Χαλαρώστε, το Joker θα δείτε, όχι τις Ομπρέλες  του Χερβούργου.

Η πλοκή παραμένει σ’ένα Scorsese σύμπαν, πασπαλισμένο με ολίγη από Φωλιά του Κούκου. Ερμηνευτικά, ο Phoenix, αν και κάπου επαναλαμβάνεται, είναι συγκλονιστικός. Και η πιο φευγαλέα σύσπαση του προσώπο του είναι μια πειθαρχημένη πινελιά στο πορτρέτο του Arthur Fleck. Η Gaga όταν υποδύεται κάτι κοντά στον εαυτό της, είναι πάντα καλή. Η Harley Quinn της δικής της εκδοχής, μπορεί να μην είναι τόσο σέξι όπως της Robbie, όμως είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα.  Από τους δεύτερους ρόλους ξεχωρίζει ο Gleeson στο ρόλο του σαδιστή φύλακα.

Σε αντίθεση με τα ¾ των σύγχρονων ταινιών, η μεγάλη διάρκεια δικαιολογείται. Δεν με κούρασε καθόλου. Ο ρυθμός και το μοντάζ των 138 λεπτών εκμεταλλεύονται με ιδανικό τρόπο τον κινηματογραφικό χρόνο. Αξίζει αναφοράς και το εξαιρετικό sound design. Έχει το Joker: Folie à Deux μήνυμα; Ναι, αλλά διαφορετικό, υποδόριο. Σηκώνει διάφορες ερμηνείες. Θα διχάσει περισσότερο από την πρώτη, και δε νομίζω πως θα έχει ανάλογες εισπράξεις.

 Θ’αφήσω ένα ανθυποspoiler, η ταινία είναι ιστορία αγάπης. Και το τέλος, έχει άρωμα Fight Club, όχι ως προς την πλοκή, αλλά ως προς την αίσθηση.  Πιθανόν να κάνω λάθος, όμως οι πραγματικά καλές ταινίες, αφήνουν τα ερωτήματα αναπάντητα. Και το Joker: Folie à Deux είναι από τις καλύτερες της χρονιάς.



Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

The Crow (2024)

 

Βαριέμαι να γράψω για ταινίες, αλλά αυτή τη φορά θα κάνω μια εξαίρεση. Το Crow του 1994 είναι η αγαπημένη μου ταινία, οπότε το φετικό εκτρωματικό περίττωμα αξίζει όλο τη χολή του σύμπαντος. 

To Hollywood έχει καταντήσει να είναι Weekend at Bernie's. Κάθε μήνα, παίρνει ένα πτώμα, του βάζει ρούχα, μακιγιάζ και μας το σερβίρει ως την επιτομή μεταξύ τέχνης και εμπορικότητας. Οποιαδήποτε ανθυποεπιτυχία κυκλοφόρησε τα προηγούμενα 40 χρόνια, πρέπει να περάσει από την Προκρούστεια κλίνη της αρπαχτής. Φυσικά πηγαίνουν όλα άκλαυτα. Είμαι σχεδόν σίγουρος, πως ένα μεγάλο κομμάτι αυτών παραγωγών, είναι λογιστικές αλχημείες για φοροαπαλλαγή, ξέπλυμα και ποιος ξέρει τι άλλο.

Τα studios μέχρι τα 00s είχαν στελέχη με καλλιτεχνικά κριτήρια. Τώρα μόνο χαρτογιακάδες που κοιτάζουν στατιστικά και μετοχές. Το χειρότερο δεν είναι αυτοί, είναι ο πληρωμένος στρατός από τα minions, που κοάζουν στο internet. "Μα γιατί δε σας άρεσε το remake, αλλάξαμε τον αρχικό χαρακτήρα που ήταν άντρας, τον κάναμε γυναίκα, μαύρο τετραπληγικό τρανσέξουαλ, Αβορίγινα non binary κάστορα, έχει φανταχτερά χρώματα και μοντέρνα μουσική, αυτή που νομίζουμε πως ακούνε οι νέοι στο TikTok, έχει συμπερίληψη, γυναικεία ενδυνάμωση, και κάτι άλλα που μας είπε το τμήμα marketing να λέμε, για να δωθεί έμφαση στο ξέπλυμα, γιατί δεν βλέπει τις ταινίες μας η πλέμπα;"


Το πρώτο φιλμ, ένα από τα πιο εμβληματικά των 90s, είχε ιδιαίτερη αισθητική, στοιχειωμένη ατμόσφαιρα και ένα από τα καλύτερα soundtracks που έχουν βγει ποτέ. Η φετινή δυσώδης κένωση δεν έχει τίποτα. Δεν πρέπει καν να μπαίνει στην ίδια πρόταση με την ταινία του Proyas. Οι συντελεστές πρέπει να καταδικαστούν σε ισόβια στα κινέζικα Γκούλαγκ, να φτυαρίζουν κοπριά μέχρι τελευταίας πνοής. 

Σενάριο και σκηνοθεσία, πιο διεκπαιρεωτικά κι από δημόσιο υπάλληλο Παρασκεύη πριν από τριήμερο και εργάτη στην ΕΣΣΔ τέλη 80s μαζί. Το Crow του 2024 είναι ένα John Wick από το παζάρι του Σχιστού, με επικάλυψη υπερφυσικού. Καμία συνοχή, κακός ρυθμός, αδιάφορο μοντάζ και φωτογραφία, όλα φωνάζουν αρπαχτή από χιλιόμετρα. Η προσπάθεια επικαιροποίησης της ιστορίας για να έχει απήχηση στο νεανικό κοινό, είναι πιο θλιβερή κι από προφίλ FB εξηντάχρονου. Ο πρωταγωνιστής μοιάζει με τον Tranno, καμία χημεία με την FKA Twigs, η οποία είναι επιεικώς κακή. Καμία ανάπτυξη χαρακτήρων, η δε τελική σεκάνς στην όπερα είναι επικά γελοία. 

Δύο θετικά υπάρχουν. Η μικρή διάρκεια και πως σου προκαλεί τη δίψα να ξαναδείς την τανία του 1994. Μην το δείτε στο σινεμά, εκτός πάσχετε από αυπνία ή ανίατο μαζοχισμό.





Δευτέρα 26 Αυγούστου 2024

Η πρώτη και η τελευταία νύχτα του καλοκαιριού

 

Το φεγγάρι προσπαθεί να τρυπώσει από τις γρίλιες. Οι αισθήσεις χαμένες, ανάμεσα στον καπνό και το σκοτάδι. Οι νότες μουσκεύουν τις σκέψεις. Τι άλλαξε και τι παρέμεινε ίδιο; Τι μας ανήκει πραγματικά; Ίσως, ούτε οι αναμνήσεις μας. Κάποιες φορές, ασχολούμαστε με τη μνήμη σαν ιατροδικαστές. Από τι πέθανε το μέλλον; Γιατί αυτοκτόνησαν τα όνειρα; Ξεφυλλίζω βιβλία, τετράδια και περιοδικά. Ψαχουλεύω τα συρτάρια του μυαλού, τους σκοτεινούς θαλάμους των κυττάρων. 

Ταξιδεύουμε πάνω στο δέρμα του χρόνου, ψάχνουμε μια πληγή για να κρυφτούμε, να βαφτίσουμε αιωνιότητα λίγους μήνες. Σκάβουμε τις στιβάδες, μήπως και μπούμε στις φλέβες του, μήπως ταξιδέψουμε στο αίμα τ'ουρανού. Η δύσοσμη φλυαρία του καλοκαιριού πλησιάζει. Η επιτηδευμένη πλαστική χαρά, η διαδικτυακή ρύπανση με stories κατανάλωσης τουριστικών προϊόντων. Θόρυβος, λεκιάζει τα αισθητήρια όργανα. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο, κάποιοι πρέπει να φωνάζουν ποικιλοτρόπως τη θερινή τους χαρά. Δε θυμάμαι που το διάβασα, η σιωπή είναι το πρελούδιο της ευτυχίας ή κάτι τέτοιο.

Γκρινιάζω χωρίς λόγο. Οι μικρές ώρες προσφέρονται για μεγάλες υπερβολές. Βαριέμαι, δεν μπορώ να κοιμηθώ. Κάνω πως κάνω ότι χαζεύω την ταινία στην οθόνη. Νυχτερινά πλάνα. Γενικά της πόλης, από ψηλά. Τα φώτα της, μπογιές που λιώνουν αργά. Οι λεωφόροι συλλαβίζουν εμμονές και αυταπάτες, οι επιγραφές και οι αφίσες, τατουάζ αλά Memento. Να θυμηθείς το πρωί ποιος είσαι ή ποιος νομίζεις πως είσαι. Το φιλμ δεν έχει καμία σχέση με αυτές τις σκέψεις. 

Είναι το δικό μου remix, το δικό μου cut. Είναι ανυπόφορα μέτριο. Κρατάω μόνο τα πλάνα που μου αρέσουν, και πλάθω μια διαφορετική ιστορία για τις οθόνες των νευρώνων μου. Ποια εκδοχή του μέλλοντος, θα εξετάσουμε απόψε, στην Προκρούστεια κλίνη της νοσταλγίας; Έχει σημασία; Αφού το αποτέλεσμα είναι σχεδόν πάντα το ίδιο. Παραλλαγές της ίδιας σκηνής. Αποπλάνηση. Ηχώ από τακούνια στην άσφαλτο. Μια βελούδινη σκιά γλιστράει κάτω από τα ρούχα σου. Σημάδια από κραγιόν, ρούχα παντού στο πάτωμα. Πεδίο μάχης, που έχει μόνο νικητές.

Ψίθυροι γεμάτη ρίγη, σεντόνια που έγιναν πελάγη. Η νύχτα ναυάγησε βαθιά μέσα στο απόλυτο. Δυσκολεύομαι να κόψω το τσιγάρο. Δεν είναι αυτό με τον καφέ. Λειτουργεί σαν σιγαστήρας, σωπαίνει για μερικές εισπνοές την παράνοια της πραγματικότητας. Εξακολουθεί να σε σκοτώνει, αλλά τουλάχιστον, έχεις λίγη ησυχία, για να πνιγείς στις σκέψεις σου. 

Η νικοτίνη κατεβάζει ταχύτητα, πατάει παύση στην τρέλα. Για πολύ λίγο. Σου χαρίζει μερικές ανάσες, πολύτιμα δευτερόλεπτα, ώστε να βουτήξεις ξανά στα μαύρα νερά της καθημερινότητας, και ίσως, ίσως αυτή τη φορά, να βρεθείς στην άλλη πλευρά της νύχτας. 


Ήταν η τελευταία νύχτα του καλοκαιριού. Τα κύματα ψιθύριζαν νωχελικά το τραγούδι τους. Μέτρησα το τρίτο πεφταστέρι γι'απόψε. Δε θέλω να γυρίσω πίσω. Αυτή η παραλία, σε μια έρημη πλευρά του νησιού, είναι το καταφύγιο μου, το κουκούλι μου. 
Κάθε βράδυ, περπατάω πάνω στο σύνορο μεταξύ πλημμυρίδας και άμμου. Πιωμένος, μουρμουρίζω τραγούδια, αποσπάσματα ποιημάτων, ατάκες από ταινίες. Ξαπλώνω, το νερό με αγκαλιάζει, γίνεται τα σεντόνια μου. Το φεγγάρι, μια θαμπή οθόνη, παίζει trailer, ονείρων που δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ. Σεκάνς αναμνήσεων, που το μοντάζ της νοσταλγίας, τις έκανε καλύτερες από ό,τι ήταν.

Έχει σημασία; Καμιά. Το ζητούμενο, να έχεις καλή πρώτη ύλη, πολλά και καλά πλάνα. Έχει νόημα, αν το αποτέλεσμα δεν ήταν ποτέ αληθινό; Όχι. Αυτός είναι ο στόχος, να τα θυμάσαι καλύτερα από ό,τι ήταν. Κάθε φορά καλύτερα, εντονότερα. Οι αισθήσεις να ξεχειλίζουν από ένταση, χρώματα, ήχοι, μυρωδιές, υπερθετικοί εμπειρίας.

Οι λέξεις είναι ελαττωματικές, στο να μεταφέρουν τα συναισθήματα στον έξω κόσμο. Τρύπια δίχτυα, το μισό χρυσάφι χάνεται πριν τα χείλη. Κλείνω τα μάτια, βαθιά εισπνοή, μέχρι όλη αυτή η μεθυσμένη γαλήνη, να γίνει τατουάζ στα σωθικά μου. Δεν πρόκειται να συμβεί. Αύριο το πρωί, θα είμαι ξανά ο ίδιος, το ίδιο αγχωτικό τίποτα, που πάλευει να σπάσει το τσόφλι του καθρέφτη, και να γεννηθεί.

Για πρώτη φορά, όπως ακριβώς θα ήθελε να είναι. Ο απόλυτα αληθινός εαυτός του. Κούφιες φράσεις, παρενέργειες του αλκοόλ και της μοναξιάς. Βουλιάζω τα πόδια μου στη μουσκεμένη άμμο. Φαντάζομαι πως γλιστράω μέσα στο υγρό βελούδο της. Πως καταλήγω σε έναν άλλο κόσμο. Μια παράλληλη διάσταση, όπου η πραγματικότητα είναι μια εξαίρεση. Εδώ, όλοι οι νόμοι είναι γραμμένοι από τα όνειρα.

Κάθε μέρα και μια ταινία. Η ύπαρξη σου έχει soundtrack, δράση, ειδικά εφέ. Χαμογελάω σαν ηλίθιος. Σε λίγες ώρες ξημερώνει, ο ήλιος θα ραγίσει τα βλέφαρα μου, και όλη μέρα, θα έχω έναν ολόσωμο πονοκέφαλο. Ας είναι. Δε θέλω να φύγω, δε θέλω να ξημερώσει. Μακάρι αυτή η νύχτα να διαρκέσει χίλια χρόνια. Πέφτω στη θάλασσα, επιπλέω. Συντονίζομαι με την αρμονία του σύμπαντος. 

Τι ακριβώς θέλω; Τι νομίζω πως θέλω; Άλλη μια νύχτα, που κάθε ερωτηματικό είναι αγκίστρι. Χωρίς δόλωμα. Βυθίζεται σε κάθε σκέψη, την τραβάει στην επιφάνεια της ρουτίνας. Σέρνομαι μέχρι το δωμάτιο, γεμίζω τη μπανιέρα και πέφτω με τα ρούχα. Γεύομαι ακόμα το αλάτι, το άρωμα της άμμου. Ψαχουλεύω τις τσέπες μου. Τρία τσιγάρα γλύτωσαν από το νερό.

Ακόμη δεν μπορώ να το κόψω. Τα φιλιά της νικοτίνης, κρατάνε ζωντανή την ψευδαίσθηση, πως είναι μικρές παύσεις στο τρελάδικο του πλανήτη. Ολιγόλεπτα time out στο Κολοσσαίο της καθημερινότητας. 

Το κινητό σε λίγο θα σβήσει. Ίσως προλαβαίνω ν'ακούσω ένα τελευταίο τραγούδι. Πόσες φορές, έχω ευχηθεί, τα τραγούδια να ήταν ξόρκια; Μια καλή playlist να μεταμόρφωνε τη ζωή σου. Έστω και για λίγο, όσο κρατούσαν τα τραγούδια... Δε μου λείπει κάποιος ή κάποια. Απλά, η νοσταλγία μου, εδώ και καιρό δεν έχει πρωταγωνιστικό χαρακτήρα. Νοσταλγώ κάτι που δεν έχει συμβεί; Που δε θα συμβεί ποτέ; Ανούσιες ερωτήσεις. Σημεία στίξης, σαν ρωγμές σε ένα τείχος, ένα φράγμα που στέρεψε εδώ και χρόνια. Μόνο το κενό στάζει από τις ρυτίδες. 

Δε θυμάμαι το όνομα, το μέρος, την ημερομηνία. Θολό περίγραμμα πυρετού, παλίμψηστο κινηματογραφικής σκηνής, ανάμνησης και ονείρου. Να τινάζει την άμμο από το μπικίνι της. Να γελάει, να παραπονιέται σαν γάτα. Τα δάχτυλα της, να δαμάζουν τη λάμψη , να κρύβει όλο το γαλάζιο, τα ταξίδια και τις τρικυμίες του, στις γραμμές της παλάμης της. 
Η μυρωδιά των μαλλιών της, έχει κάτι από την ανάσα της ερήμου. Δε μιλάμε. Ο χρόνος δεν υπάρχει, τον φυλακίσαμε μέσα στα κοχύλια που μάζεψε. Το παρελθόν έλιωσε. Σε ποιο χάρτη υπάρχει αυτός ο θησαυρός; Σε ποιο μύθο να ψάξω την άκρη του νήματος; Κουράστηκα να θυμάμαι, να ελπίζω, να περιμένω. Δε θέλω λύση στο αίνιγμα, θέλω ένα καινούργιο. Σε ποιο στρείδι κρύβεται το μαργαριτάρι μου; 

Βαρέθηκα να λαξεύω στον πάγο, μορφές που λιώνουν, δε σβήνουν καμιά φωτιά, δε ξεδιψανε καμιά προσδοκία, δε γίνονται ποτέ βροχή. Αποτυχημένος Πυγμαλίων για ακόμη ένα καλοκαίρι. Το τελευταίο τραγούδι σχεδόν τελείωσε. Θα κοιμηθώ στη μπανιέρα. Με το σβησμένο τσιγάρο στο χέρι. Οι δαίμονες μου πήραν σύνταξη. Γέρασαν πριν από μένα, έκλεισαν το μαγαζί των εμμονών. Μείναμε εγώ και η νοσταλγία, να παλεύουμε από συνήθεια. Σταματήσαμε να μετράμε νίκες, εδώ και χρόνια. Παλεύουμε, για να θυμόμαστε πως είμαστε ζωντανοί. 

Το σώμα μου σβήνει. Σε δύο μέρες πρέπει να επιστρέψω σπίτι. Δε με νοιάζει. Ας γίνει αυτός ο τελευταίος στίχος το ξόρκι που ζητάω. Για μια μέρα. Μου έλειψε να κολυμπάω στη φωτιά. Να μετράω τις πληγές μου και ν'αθροίζουν ευτυχία. Ή έστω, μια φαντασμαγορική δυστυχία. Θέλω ν'αφεθώ, ξανά.



Κυριακή 7 Ιουλίου 2024

Intermission

 


Ο ήλιος ρίχνει τους τίτλους αρχής της μέρας. Κλείνω το air condition. Νιώθω σαν κατεψυγμένη μπριζόλα, χρειάζομαι απόψυξη. Οι κλειδώσεις τρίζουν, ημικρανία. Τα teaser trailers της τρίτης ηλικίας όλο και πληθαίνουν. Θα βουλιάξω το μυαλό μου στο διαδικτυακό τρελάδικο. Κάθε μέρα, το μενού έχει ως εξής: Ορεκτικό τα αθλητικά, κάτι ελαφρύ για αρχή, για ν'αντέξω το κυρίως πιάτο της πραγματικότητας. Δεν έχω διάθεση ν'ακούσω μουσική και να ξεψαχνίσω τις νέες κυκλοφορίες.

Βουτάω στον καναπέ. Κλείνω τα μάτια. Φαντάζομαι μια ερημική παραλία. Μπαίνω αργά, το νερό είναι παγωμένο. Όσο προχωράω, κάθε περιττή σκέψη, κάθε μουτζούρα από τα κύτταρα μου λιώνει. Τα κύματα με βαφτίζουν στη λήθη. Βουλιάζω ολόκληρος. Η σιωπή κάτω από το νερό θεραπεύει κάθε ανθυποψία δυσαρμονίας. Επιπλέω. Και για μια στιγμή, συντονίζομαι με το σύμπαν. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ευθυγραμμίζονται. Αν υπάρχει τελειότητα, νιρβάνα, πείτε το όπως θέλει ο καθένας, είναι αυτή.

Δε σκέφτομαι, δε θυμάμαι, δε θέλω τίποτα. Μουλιάζω πάνω στο πιο γλυκό κενό. Ας με παρασύρει η παλίρροια, να σκορπίσω σε κάθε σημείο του χάρτη. Η ευλογία δεν κρατάει για πολύ. Βγαίνω από τη θάλασσα, ξαπλώνω στη σκιά. Από'κει και πέρα, η φαντασιώση νοθεύεται από τις πολλές ταινίες που έχω δει. Ανοίγω τα μάτια, βρίσκομαι ακόμα εδώ, στο φθαρμένο σκηνικό του σπιτιού. Ούτε φέτος θα πάω κάπου. Μ'ενοχλεί; Παύση ολόκληρου. Μ'ενοχλεί το ό,τι δε μ'ενοχλεί και τόσο πια. Συμφιλιώθηκα με την ιδέα. Λόγω ηλικίας, αρχίζεις και συμφιλιώνεσαι με τις ήττες της ζωής σου, πρελούδια της αποδοχής του βιολογικού τέλους.

Δεν έχει σημασία. Όσο ακόμα καίνε μικρές φωτιές μέσα στο σώμα (και δεν είναι η αρθρίτιδα), πάντα θα υπάρχουν ευκαιρίες, για να περάσεις στην άλλη πλευρά του χρόνου, για μια ακόμη απόπειρα ευτυχίας. Κλείνω τα φώτα, αφήνομαι στην αφήγηση στου Glen Hansard.



Τρίτη 11 Ιουνίου 2024

Στην άκρη της άκρης του κόσμου XVI-XIX

 

ΕΞΩΤ. ΤΑΡΑΤΣΑ – ΜΕΡΑ, FLASHBACK

Έχουμε αράξει με το δαίμονα σε μια ταράτσα και πίνουμε. Το Παρίσι ήταν όμορφο το 1968. Ο δαίμονας είναι σκεπτικός. Δεν έχω διάθεση για ψυχολογικό μασάζ, αλλά τι να κάνουμε;

«Τι συμβαίνει;»

«Αναρωτιέμαι, αν θα τα καταφέρουμε. Αν αξίζει τόση ταλαιπωρία. Μήπως είναι καλύτερα να ζεις στο παρελθόν; Πόσο χειρότερα να είναι από  το παρόν»

«Σε αυτό δεν έχεις και πολύ άδικο. Στο παρόν είχαμε ευροεκλογές. Η αποχή κέρδισε, η ακροδεξιά ανεβαίνει, η Ευρωπαϊκη Ένωση διαλύεται σιγά σιγά. Η δύση έχει χρεοκοπήσει πολιτικά, ηθικά, πολιτισμικά και σε λίγο και οικονομικά. Ο κόσμος  έχει χωθεί βαθιά στο κουκούλι του ατομικισμού και δεν πρόκειται να βγει, γιατί ξέρει πως δε θα γίνει ποτε πεταλούδα, οπότε πήγε στην παραλία και μπουκώνεται με τα placebo του καταναλωτισμού και των social media. Αντί να τα κάνει όλα λίμπα, που εργασιακά τον έχουν επιστρέψει στο δέκατο ένατο αιώνα και σε λίγο ο Ντίκενς θα μοιάζει με Άρλεκιν, πιπιλάει τις αυταπάτες και το ναρκισσισμό του. Υπάρχουν πολύ χειρότερα πράγματα από τα βρίσκεσαι στο Παρίσι του 1968. Σκέψου πως κάποιοι πλήρωσαν 150 ευρώ για να πάνε στους Coldplay, των οποίων τα τραγούδια είναι το μουσικό αντίστοιχο των screensavers. Οπότε ναι, κατά μια έννοια, καλά είμαστε εδώ».

Το λογύδριο μου δεν έπεισε το δαίμονα. Άδειασε το μουκάλι με το κρασί και έγειρε πίσω. Ο ήλιος έλιωνε στο κάδρο τ’ουρανού. Μια γλυκιά ψύχρα απλώθηκε. Νυστάζω, όμως πρέπει να συνεχίσω τη συνεδρία.

«Σκέφτεσαι την οικογένεια σου;»

«Ναι»

«Σου λείπουν;»

«Όχι ακριβώς»

«Να σου πω, έχουμε κάνει δικτυωτό καλτσόν  το χωροχρόνο και δεν είσαι σίγουρος για το τι θέλεις; Δεν είναι ώρα για διλήμματα, μη που πεις αύριο πως θέλεις να βρεις τον πρώτο σου έρωτα από το λύκειο»

«Που τέτοια τύχη, η Αλίκη δε θα με θυμάται καν…»

Ο δαίμονας πήρε ένα από τα τσιγάρα μου. Έκανε το μισό χωρίς να μιλάει. Άρχισα να βαριέμαι και να νιώθω μαλάκας, λες και ακούω τις υπαρξιακές κρίσεις  κάποιας πρώην, που βούλιαζε σε αβυθομέτρητα κατάθλιψης αν ο καφές της δεν είχε τρία παγάκια. Παίρνω το τσιγάρο από το δαίμονα και ανοίγω το δεύτερο μπουκάλι κρασί. Ζωντανοί δεν ξέρω αν θα γυρίσουμε, αλκοολικοί σίγουρα.

«Άσε τους μελό προλόγους και λέγε»

«Μη με παρεξηγείς, θέλω να γυρίσω στη γυναίκα και στην κόρη μου. Τους χρωστάω μια εξήγηση. Την αγαπάω την Έφη, όμως δεν την ερωτεύτηκα ποτέ. Αφέθηκα στις κοινωνικές συμβάσεις, νόμιζα πως αν έκανα ό,τι και οι άλλοι, θα ήμουν λιγότερο δυστυχισμένος, πως θα σιωπούσε μέσα μου η πείνα και η δίψα για κάτι άγνωστο. Δε συνέβη ποτέ αυτό, ακόμα και με τη γέννηση της κόρης μου. Χάρηκα, αλλά και πάλι, ξυπνούσα κάθε πρωί και η αόρατη θηλιά δεν είχε χαλαρώσει. Ήταν θλιβερά δειλό να τις εγκαταλείψω, πιθανόν να  μη με συγχωρήσουν ποτέ. Τους το χρωστάω. Να γυρίσω πίσω, να ξεκαθαρίσω τα πράγματα και να γίνω όσο καλύτερος πατέρας μπορώ. Το χρωστάω στην Έφη, δε γίνεται να είναι φυλακισμένη στη δική μου ανασφάλεια. Πρέπει να την αφήσω ελεύθερη. Πάντα θα την αγαπάω, όμως δεν είναι αυτό που θέλω. Βγαίνει νόημα από όλα αυτά;».

Θα μας ρίξει στα βαριά ο μαλάκας…

«Δυστυχώς καταλαβαίνω απόλυτα. Όταν φτάνεις στα σαράντα, συνειδοτοποιείς πως δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Και ίσως, να είναι καλύτερα να έχεις αυτό που χρειάζεσαι παρά αυτό που θέλεις. Μπορώ να σου πω υπεύθυνα, ότι αυτό είναι από τις μεγαλύτερες μαλακίες ever. Δε μπορείς να καλύψεις το κενό με το κενό, όσο όμορφο, γυαλιστερό και αστραφτερό κι αν είναι. Από τη μια, είσαι τυχερός. Δε βρήκες ποτέ αυτό που θέλεις»

«Εσύ το βρήκες;»

«Δυστυχώς. Και είναι πολύ πικρή ήττα, να θέλεις κάτι τόσο πολύ και να μην το έχεις»

«Είναι χειρότερο από το να μην το βρεις ποτέ;»

«Νομίζω πως ναι».

Ο δαίμονας αναστέναξε και ακούμπησε το κεφάλι του στον ώμο μου.

«Ό,τι κι αν γίνει, σ’ευχαριστώ που ήρθες μαζί μου. Είναι καθαρή αυτοκτονία, κανείς δε θα το έκανε για μένα»

«Δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω»

«Θα τα καταφέρουμε λες;»

«Πιθανόν, αυτός που γράφει αυτή την ιστορία είναι εθισμένος στo happy end»

«Θα με συγχωρήσει η Έφη;»

«Θα δούμε»

«Αν αγαπάς κάτι, άστο ελεύθερο, αν είναι δικό σου θα γυρίσει. Χαλίλ Γκιμπράν»

«Και αν δε γυρίσει, κυνήγησε το και σκότωσε το. Κάποιος serial killer»

«Μήπως να πάμε για ύπνο;»

«Έπρεπε εδώ και δύο ώρες».


                                                                 


Τρεις χάρτες καίγονται αργά, οι φλόγες σβήνουν πρώτα τα ονόματα, και μετά καταπίνουν τις γραμμές. Αυτών που υπήρξαν, που θα μπορούσαν να υπάρχουν, εκείνων που δεν υπήρξαν ποτέ. Αισθάνεσαι σαν μπουκάλι πεταμένο στη θάλασσα, μ’ένα μήνυμα που δε θα διαβαστεί ποτέ. Διεσχίζεις τις σελίδες του εγώ, μια έρημο από λευκή σιωπή. Πάντα σε γοήτευε η έρημος, είχε κάτι μαγικό. Είσαι παντού και πουθενά, άπειροι δρόμοι και κανένας. Μα το νόημα της ερήμου είναι η όαση. Κι εσύ την έψαχνες πάντα στα λάθος μέρη. Ενάντια στα κύματα του χρόνου και της λήθης.

Καλώς ήρθες στην τελευταία ζωή της μέρας σου. Υποδύθηκες όλες τις ζώες σαν ηθοποιός που παίζει όλους τους ρόλους. Όσο κι αν σκάβεις το παλίμψηστο της πραγματικότητας, είσαι πάντα στο ίδιο σημείο. Η καλόβολη πλήξη δεν είναι ποτέ αρκετή. Ασφυκτική ανεπάρκεια, οι ανάσες των δευτερολέπτων όλο και πιο λίγες. Αυτή η πόλη είναι σκηνικά που έστησαν φαντάσματα. Φόβοι, όνειρα, σκέψεις, λάθη, ένα στοιχειωμένο ενυδρείο, που όλα είναι ζωντανά και νεκρά ταυτόχρονα. Όσο προσπαθείς να θυμηθείς ξεχνάς, κι όσο προσπαθείς να ξεχάσεις, θυμάσαι. Παλεύεις να κάνεις και τα δύο, να βρεις ένα όνομα γι’αυτήν που χάθηκε, ένα ξόρκι, βάζεις φωτιά, προσπαθείς ν΄ανοίξεις δρόμο μέσα σε αυτό το γρανιτένιο σκοτάδι, τη σπηλαιώδη μοναξιά. Το αίμα των τραγουδιών, των ποιημάτων, δεν έφτασε να γιατρέψει το αδηφάγο τίποτα. Κι αυτή ανάμνηση, που είστε αγκαλιά, τα χέρια σου στα μαλλιά της, σώματα ανάμεσα στα κύματα και τα κοχύλια, θα μείνει για πάντα μια φωτογραφία, ένα πλάνο που δε χώρεσε σε καμία ταινία, ένα glitch αιωνιότητας, μια παραφωνία της μοίρας.

Η φυλακή της μνήμης είναι ατέλειωτη, σκαρφαλώνεις τείχη που υψώνονται στο άπειρο. Δεν το έμαθες ακόμα; Η πόλη είναι ένα σαφάρι, τα θηράματα το μαθαίνουν πάντα όταν είναι αργά. Εδώ τα πάντα είναι φτιαγμένα από δηλητήριο. Στείρες φαντασιώσεις, άφησες για πάντα το μέλλον πίσω σου. Σ’αυτό το μέρος, η ευτυχία είναι το προπατορικό αμάρτημα. Τρέχεις ανάμεσα στις παραμορφωμένες αντανακλάσεις, σε ατέλειωτους διαδρόμους από οθόνες. Σε όλες, το ίδιο πλάνο, μια γυναίκα πέφτει από ψηλά. Δε θυμάσαι πόσες έσπασες, για να την προλάβεις πριν την φιλήσει η άσφαλτος. Για να μην δεις την ίδια κατάληξη, ξανά και ξανά. Τόσες φορές, που μόνο η επανάληψη του πόνου σε κάνει να νιώθεις ζωντανός.

Σε μια κόκκινη πόλη, που μικραίνει, τσαλακώνεται σαν χαρτί, ένας άντρας τρέχει, περνάει από τη μια διάσταση στην άλλη, τρυπάει τα σύμπαντα για ν’αποτρέψει το αμετάκλητο. Μια γυναίκα πέφτει, δηλητηριασμένη από το ίδιο της το μυαλό και το σώμα, μολυσμένη από τις φωνές των δαιμόνων της. Κάπου αλλού, στις ρυτίδες του κόσμου, δύο ηλίθιοι παλεύουν με το θάνατο. Ηρωικά ρομαντικοί μέχρι το τέλος του χαρτογραφημένου χρόνου.



Τέσσερις αιωνιότητες παρά τέταρτο, έχουμε φάει περισσότερο ξύλο από τις 6 ταινίες Rocky, συν τα 3 Creed. Ο δαίμονας έχει ματώσει από κάθε πόρο, αλλά συνεχίζει. Ο θάνατος δεν έχει καν ιδρώσει. Κάθε του χτήπημα μολύνει με έρεβος τις ψυχές μας.  Αλλιώνονται οι αναμνήσεις μας. Κάθε άνθρωπος που αγάπησες, κάθε θραύσμα ευτυχίας πεθαίνει. Κάθε μνήμη είναι ποτισμένη με φρίκη. Ο θάνατος δε σε νικάει απλά, ισοπεδώνει κάθε δευτερόλεπτο της ύπαρξης σου. Σε κάθε γροθιά, βιώνεις τον πόνο από χιλιάδες ζωές που δε θα ζήσεις, η μια χειρότερη από την άλλη. Το παρελθόν σου όλο και πιο αβάσταχτο. Δε σε αγάπησε ποτέ κανένας, όλοι σε απεχθάνονται, ακόμα και κι αν πέρασες μερικά λεπτά μαζί τους. Εκατομμύρια ψίθυροι από βιτριόλι, καταπίνουν κάθε χιλιοστό της ύπαρξης σου, της φαντασίας και της μνήμης σου.

Η μάχη είναι μάταιη. Όση φαντασία κι αν βάλω, τα χτυπήματα του θανάτου κομματιάζουν τα όπλα μας σαν παιδικά παιχνίδια. Προσπαθώ να σηκώσω το δαίμονα. Φτύνει αίμα.

«Φύγε να σωθείς»

«Δε γίνεται»

«Τι θα κάνουμε;»

«Δεν ξέρω».

Ο θάνατος χαμογελάει. Το σκοτάδι αγκαλιάζει τα πάντα. Μόνο τα μάτια του φαίνονται, κρατήρες ηφαιστείου. Μας πιάνει από το λαιμό, μας σηκώνει σαν κουτάβια στον αέρα. Νιώθω ένα ανείπωτο ψύχος να κυλάει μέσα μου. Λίγο πριν πεθάνω, δε θυμάμαι τίποτα. Μας παίρνει κάθε ανάμνηση. Η απόλυτη ήττα.

«Σσσσσς, σε λίγο όλα τελείωνουν. Αφεθείτε στο τέλος».

Τι συμβαίνει, ο μάγος κάνει photobombing στις αναμνήσεις μου λίγο πριν ξεθωριάσουν.

«Τι κάνεις ρε μαλάκα στις καλοκαιρινές διακοπές μου, το 2005;»

«Δεν έχουμε πολύ χρόνο, πρέπει να θυμηθείς και να καταλάβεις»

«Δεν είναι λίγο αργά για tutorial

«Άσε τις σάχλες. Σου είπα, να θυμάσαι το μοναδικό νόμο που ισχύει»

«Εγώ τον θυμάμαι, ο θάνατος τον έχει ξεχάσει»

«Θυμήσου εκείνο το βράδυ, που ο Μάκης σου εξηγούσε το χρόνο σύμφωνα με την κβαντομηχανική. Πως ο χρόνος δεν είναι γραμμικός»

«Μπρο, μήπως να το κάνεις ταχύρυθμο το εντατικό, γιατί πεθαίνω;»

«Συγκεντρώσου, η μνήμη σου έχει σχεδόν χαθεί. Θυμήσου, οι δείκτες του ρολογιού κινούνται ταυτόχρονα μπροστά και πίσω. Δεν μπορείς να πας πίσω»

«Δε με βοηθάς!»

«Τίποτα δε συμβαίνει τυχαία. Ο πόνος ήταν τόσο δυνατός, που για ν’αντέξεις, έσπασες στα δύο. Τα όνειρα που βλέπεις, σαν κακή ταινία noir, είναι το μυαλό σου. Παγιδευμένο σε μια λούπα. Χωρίστηκες στα δύο, για να επιβιώσεις. Έχασες το μυαλό σου για να ζήσεις. Τώρα πρέπει να το βρεις, αν θέλεις να συνεχίσεις!»

Δε νιώθω τίποτα. Πνίγομαι. Με καταπίνει ένα πολικό κενό.

«Θυμήσου!».

Μια λάμψη φτερουγίζει μακριά. Ακούω γυαλιά να σπάνε, μπαίνουν στο δέρμα μου. Στο παρά ένα, αρπάζω μια γυναίκα, λίγο πριν πηδήξει από την ταράτσα. Ανοίγω τα μάτια, ανασαίνω λες και βγαίνω στην επιφάνεια του νερού, λίγο πριν πνιγώ. Επιστρατεύω όση δύναμη, φαντασία και αντοχή έχω, χτυπάω το θάνατο. Αυτός πέφτει πίσω, αρπάζω το δαίμονα και τον τραβάω μακριά.

Ο θάνατος σηκώνεται. Χαμογελάει και τινάζει από πάνω του τη σκόνη.

«Δε μπορώ να πω, είχα αιώνες να διασκεδάσω έτσι. Όμως δεν έχω χρόνο για άλλα παιχνίδια»

«Πρόσεχε μη σου φύγει το στραπον και πάρει αέρα η κωλοτρυπίδα σου πάλι και σφυρίζεις στις στροφές όταν πηγαίνεις μύτη τακούνι το κάρο με τα γιδοπρόβατα»

«Any last words?»

«You look like a Disney villain, made by someone who got molested as a child and liked it».

Δε μπορούμε να νικήσουμε, αλλά μπορούμε να πάρουμε την ισοπαλία. Σηκώνω το μαγικό κλειδί. Ο δαίμονας κι εγώ μεταμορφωνόμαστε σε στρατό, ορμάμε από παντού. Επικά επικοί, Lord Of The Rings, Excalibur και Braveheart στη νιοστή. Όλος ο πόνος, το σκοτάδι, οι ατέλειωτες νύχτες, η σιωπή, οι ενοχές, όλη η θλίψη σπάει σαν φράγμα. Θα μας νικήσει χίλιες φορές, θα μας πατήσει σαν έντομα. Αλλά σηκωθούμε ξανά, και ξανά, και ξανά.

Ακόμη και ο χρόνος ράγισε. Ο θάνατος ουρλιάζει, η κραυγή του σπάει τον κόσμο στα δύο. Το ωστικό κύμα μας πετάει δεκάδες μέτρα πίσω. Δεν ακούω τίποτα, τ’αυτιά μου στάζουν αίμα. Αμμοθύελλα. Η σιλουέτα του τρεμοπαίζει πίσω από τα πέπλα του ανέμου. Κάθε του βήμα σεισμός. Δεν ξέρω αν είναι η πραγματική του μορφή. Τα μάτια και το στόμα του είναι πληγές. Το χαμόγελο του, ένα παζλ από έντομα πανω σε ανοιχτό δέρμα. Όσο πλησιάζει, τόσο πιο γκροτέσκα η εικόνα του. Σηκώνει το χέρι του. Ο ουρανός ματώνει, όλες οι καταιγίδες του σύμπαντος θα ξεσπάσουν πάνω μας.

Κλείνω τα μάτια και χαμογελάω. Τουλάχιστον πέσαμε μαχόμενοι. Πάντα πίστευα, πως θα πεθάνω άστεγος, ενώ θα παλεύω για να μη μου παρουν το χαρτόκουτο. Πήγαμε το θάνατο στην παράταση, κάτι είναι και αυτό. Δε βλέπω όλη μου τη ζωή να περνάει στις οθόνες των ματιών μου, σαν trailer που είναι καλύτερο από την ίδια την ταινία. Δεν ήταν κι άσχημα. Μόνο που δεν πρόλαβα να κάνω πολλά. Μετανιώνω για όσα μετάνιωσα.  Έζησα τις καλύτερες στιγμές μου ταινία. Ακόμα και οι καλύτερες ταινίες, κάποτε τελειώνουν.

Μια τελευταία κλεφτή ματιά. Ο δαίμονας είναι αναίσθητος. Ο θάνατος κατεβάζει το χέρι του προς το μέρος μου. Post credits song playing.

Scream with me

Bleed with me

Seethe with me

Sing with me

Free me

Descend the shades of night


                                                  



Λίγο πριν μας καταπιεί το στόμα της αβύσσου, ένα χέρι μας τράβηξε πίσω. Ένα χέρι σταμάτησε το θάνατο πριν μας καταδικάσει. Ο μάγος. Αρκετά χρόνια νεότερος. Πότε πρόλαβε και έκανε πλαστικές το αρχίδι; Ο κόσμος επανέρχεται στις εργοστασιακές του ρυθμίσεις. Η κόλαση γύρω μας μαραίνεται, είμαστε ξανά στο Μεξικό.

«Ποιος νομίζεις πως είσαι πως μπορείς να με σταματήσεις;».

Ο θάνατος τραβάει το χέρι του, αλλά ο μάγος δεν τον αφήνει. Ο μάγος χαμογελάει.

«Et in Arcadia ego».

Ο θάνατος απελευθερώνει το χέρι του και ισιώνει το γιακά του. Κοιτάζει έκπληκτος το μάγο. Ο μάγος βγάζει ένα διπλωμένο χαρτί και του το δίνει. Ο θάνατος το ξετυλίγει αργα. Το διαβάζει, ενώ κοιτάζει καχύποπτα το μάγο.

«Ποιος σου το έδωσε αυτό;».

Ο μάγος δείχνει προς τα πάνω με το δείκτη του δεξιού του χεριού. Ο θάνατος συνοφρυώνεται. Μορφάζει ειρωνικά. Διπλώνει το χαρτί και το βάζει στην τσέπη του.

«Δεν ξέρω πως τα κατάφερες, αλλά θέλω να ξέρεις πως θα υπάρξουν συνέπειες. Κάποιος πρέπει να πληρώσει γι’αυτό το χάλι»

«Να καταθέσεις υπόμνημα»

«Τους θνητούς, τι θα τους κάνεις;»

«Δική μου δουλειά».

Ο θάνατος έτριξε τα δάχτυλα του και μετά τον αυχένα του.

«Δεν τελειώσαμε».

Ο μάγος του κούνησε το χέρι χαμογελώντας, καθώς τον έβλεπε να χάνεται. Πλησίασε προς το μέρος μας. Ήμουν ημιαναίσθητος.

«Πως νιώθεις;»

«Σαν τετραπληγικός που πέρασαν από πάνω του όλα τα τρένα της Ιαπωνίας. Γιατί άργησες τόσο;»

«Θα σας εξηγήσω»

«Σου αρέσει να κλέβεις τις εντυπώσεις, ε;»

«Μην κουράζεσαι άλλο, όλα στην ώρα τους».

Πέρασαν δύο εβδομάδες μέχρι να συνέλθουμε. Δεν ξέρω που ακριβώς είμαστε. Πιθανόν σε κάποιο νησί. Η βίλα είναι αχανής. Ο μάγος είναι στον κήπο, δίπλα του μια πολύ όμορφη μελαχρινή. Κουτσαίνω μέχρι το τραπέζι. Ο δαίμονας είναι στην πισίνα, πάνω σ’ένα στρώμα θαλάσσης. Κάθομαι και βάζω καφέ. Δεν μπορώ να πω, το πρωινό είναι εξαιρετικό. Ο μάγος με κοιτάζει παιχνιδιάρικα.

«Λοιπόν, θα μου πεις τι έγινε;».

Η μελαχρινή χαμογελάει. Φιλαει το μάγο και σηκώνεται από την καρέκλα.

«Μωρό μου, δεν αντέχω ν’ακούσω την ίδια ιστορία δύο φορές μέσα σε ένα πρωί».

Με πλησιάζει και με φιλάει στο μάγουλο.

«Ευχαριστώ»

«Για ποιο πράγμα;»

«Θα σου εξηγήσει ο κύριος».

Τη χαζεύουμε και οι δύο καθώς απομακρύνεται. Αδειάζω το φλυτζάνι με τον καφέ. Γιατί δε φτιάχνω ποτε γαλλικό στο σπίτι;  Ψάχνω για τσιγάρα.

«Δε νομίζεις πως ήρθε η ώρα να το κόψεις;»

«Μιλάς σαν την πρώην μου»

«Δίκιο δεν είχε;»

«Ακόμη και τα σταματημένα ρολόγια, δύο φορές τη μέρα, λένε σωστά την ώρα»

«Είσαι πάντα τόσο ευχάριστος το πρωί;»

«Δεν έχεις δει τίποτα, στο ζέσταμα είμαι».

Ο μάγος ανθυπομειδιά. Βγάζει ένα πακέτο τσιγάρα από την τσέπη του και μου το πετάει. Τρεις τζούρες μετά, νιώθω ζωντανός.

«Υποσχέσου μου πως θα το κόψεις»

«Στο τιμόνι που κρατάω»

«Εντάξει, έχεις χρόνο. Σου αξίζει μετά από όσα περάσατε»

«Θα μου εξηγήσεις επιτέλους τι έγινε;».

Ο μάγος ανοίγει μια χρυσή ταμπακιέρα, βγάζει ένα λεπτό ροζ τσιγάρο και το ανάβει. Κάτι μου θυμίζουν όλα αυτά.

«Σωστά θυμάσαι. Πρώτον, πρέπει κι εγώ να σ’ευχαριστήσω. Χωρίς εσάς τους δύο, δε θα τα κατάφερνα ποτέ. Και δεύτερον, να σας ζητήσω συγγνώμη»

«Για ποιο πράγμα;»

«Σας είπα ψέματα. Αλλά δε γινόταν διαφορετικά. Δεν έπρεπε να γνωρίζετε το σχέδιο»

«Το οποίο  ήταν;»

«Η κοπέλα που είδες είναι η Μάρθα, ο μεγάλος μου έρωτας. Σας είχα μιλήσει γι’αυτήν στο Λουτράκι. Δε μπορούσα να είμαι μαζί της. Όμως, δε μπορούσα να υπάρχω χωρίς εκείνη.  Η αποστολή σας ήταν αντιπερισπασμός. Να είναι όλη η συμπαντική γραφειοκρατεία απασχολημένη μαζί σας, ενώ εγώ έψαχνα τη Μάρθα στην άλλη πλευρά»

«Στην κόλαση;»

«Δεν έχει σημασία. Ήταν πιο δύσκολο από όσο υπολόγιζα. Όμως τα κατάφερα»

«Γιατί εμένα και το δαίμονα;»

«Ήσασταν οι κατάλληλοι. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο. Ελάχιστοι άνθρωποι, σε κάθε παράλληλο σύμπαν, στη ροή του χρόνου, κατάφεραν αυτό που έκανες εσύ»

«Τι έκανα;»

«Ξέρεις πολύ καλά. Θυμήσου τι σου είπα, κατά τη διάρκεια της μάχης»

«Νόμιζα πως ήταν απλά ένας λόγος ενθάρρυνσης, για να αντέξω τη μάχη. Από αυτούς που δίνουν οι προπονητές στις τελικές σκηνές»

«Ναι και όχι. Είναι αλήθεια όσα σου είπα. Πόνεσες τόσο πολύ, ώστε εξόρισες το μυαλό σου σε μια παράλληλη διάσταση. Μια διάσταση που δεν υπήρχε, εσύ τη δημιούργησες»

«Είμαι τόσο γαμάτος; Φτιάχνω δικό μου σύμπαν και σε αυτό δεν μπορώ να βρω ούτε χίλια ευρώ, να γυρίσω μια μικρού μήκους;»

«Συγκεντρώσου. Ναι, έφτιαξες δικό σου σύμπαν. Βάζοντας σε κίνδυνο την κοσμική ισορρροπία. Η συμπαντική αρμονία δεν έχει επανέλθει, κανείς δεν ξέρει πότε και αν θα συμβεί αυτό»

«Και πως σε βοήθησα ακριβώς;»

«Δημιούργησες μια ρωγμή, μέσα από την οποία βρήκα το δρόμο και τον τρόπο να φέρω πίσω τη Μάρθα. Όσο η συμπαντική γραφειοκρατεία ήταν απασχολημένη μαζί σας, τοποθέτησα όλα τα κομμάτια του ντόμινο στη θέση τους. Όχι χωρίς θυσίες. Δεν ξέρω αν μπορείς να με συγχωρήσεις, αλλά νομίζω πως μπορείς να με καταλάβεις. Δε γινόταν ν’αφήσω τον έρωτα της ζωής μου να χαθεί. Όλες οι αιωνιότητες δεν αξίζουν, χωρίς εκείνη».

Ανάβω δεύτερο τσιγάρο. Ο δαίμονας κάθεται δίπλα μου. Έχει δίκιο ο μάγος. Τον καταλαβαίνω.

«Και τώρα; Τι γίνεται;»

«Προς το παρόν, η Μάρθα κι εγώ θα ζήσουμε εδώ. Μετά θα δούμε. Όσο για σας…».

Ο μάγος φοράει γυαλιά ηλίου. Κάθεται πιο άνετα και παίρνει το καφέ στο χέρι.

«Ο δαίμονας θα γυρίσει πίσω στο χρόνο. Να επανορθώσει. Και μετά είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Εσύ, από την άλλη…»

«Εγώ τι; Δε διακιούμαι κι εγώ κάτι; Μου χρωστάει και μια ευχή ο δαίμονας»

«Δυστυχώς  η γραφειοκρατεία  το άλλαξε αυτό»

«Δηλαδή;»

«Πρέπει να χρησιμοιποιήσεις την ευχή σου, για να ελευθερωθεί ο δαίμονας»

«Αλήθεια τώρα;»

«Δε θα τον αφήσεις, έτσι δεν είναι;».

Ο δαίμονας με κοιτάζει σαν τη γάτα μου, όταν έχω να την ταίσω πάνω από δύο ώρες. Μόνο που δε γουργούριζει.

«Εντάξει, θα θυσιαστώ ξανά για την ομάδα».

Ο δαίμονας με αγκαλιάζει και βουτάει στην πισίνα. Φοράω κι’εγώ γυαλιά ηλίου για να δείχνω υπεράνω και άνετος.

«Μετάνιωσες;»

«Όχι. Αυτός το χρειάζεται περισσότερο από μένα. Αλλά εγώ τίποτα, ούτε ένα αναμνηστικό, ούτε ένα κουπόνι έκπτωσης;»

«Εσύ δεν έχεις ξεμπλέξει ακόμα»

«Δηλαδή, πρέπει να χαίρομαι που απλά δε θα μπω φυλακή;»

«Μακάρι να ήταν τόσο απλό. Βρίσκεσαι σε αχαρτογράφητες περιοχές. Ουσιαστικά, εσύ τις δημιουργείς.  Στο ανέφερα και πριν, είσαι από τους ελάχιστους, δραπέτης του χρόνου και της συμπαντικής τάξης»

«Τι σημαίνει αυτό;»

«Κανείς δεν ξέρει. Η δική σου αμοιβή είναι πως η περιπέτεια σου δεν τελειώνει εδώ. Ίσως να καταστρέψεις τα πάντα, ίσως και όχι. Ξεκουράσου προς το παρόν»

«Ποιοι είναι οι άλλοι που κατάφεραν το ίδιο με μένα;»

«Δεν ξέρω. Ο τελευταίος  λένε οι μύθοι, πως είναι κάποιος καραφλός από το Αιγάλεω, σου λέει κάτι;».

Ο μαλάκας ο Μάκης, και δε μου είπε τίποτα.

«Και κάτι ακόμα, πρέπει να μου δώσετε τα αντικείμενα που βρήκατε στο ταξίδι»

«Γιατί;»

«Είναι επικίνδυνο να τα κρατήσεις».

Βγάζω από την τσάντα το μαγικό κλειδί και το δίνω στο μάγο. Μου κάνει νόημα με το χέρι να του δώσω κι άλλα.

«Καλά τη φανέλα του Μπουρουσάγκα τι τη θέλεις;»

«Για να συμπληρώσω τη συλλογή μου».

Του δίνω τη φανέλα και  τις παλιατζούρες που αγόρασε ο δαίμονας στο Παρίσι.

«Αυτά είναι ;»

«Ναι»

«Εντάξει».

Ο μάγος  γελάει.

«Τι συμβαίνει;»

«Μπορείς να το κρατήσεις αυτό που σου έδωσε ο Όρσον Γουέλς»

«Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς»

«Κάτσε μερικές μέρες, ν’αναρρώσεις. Δεν έχει κόσμο αυτή την εποχή. Η Δήμητρα κι εγώ θέλουμε παρέα»

«Μάλιστα»

«Και μην είσαι με τη μούρη μέχρι το πάτωμα. Επέζησες μιας περιπέτειας χολυγουντιανού βεληνεκούς, νίκησες το θάνατο, δεν είσαι χαρούμενος;»

«Κάτι πιο εκλεκτό;»

«Δεν ευχαριστημένος με τίποτα, έτσι;»

«Είμαι τελειομανής»

«Μαλάκας είσαι, αλλά τέλος πάντων. Απόλαυσε τις στιγμές αυτές, γιατί δε θα κρατήσουν για πολύ»

«Πες μου κάτι, το Et in Arcadia ego σημαίνει αυτό που νομίζω;»

 «Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι»

«Δεν αντέχω τόση αμφισημία, πάω για μπάνιο!».

Οι μέρες πέρασαν με γλυκιά καλοκαιρινή νωχέλεια. Με μια γεύση εφηβικών διακοπών (δηλαδή χωρίς σεξ), με γαρνιτούρα πενταήμερης (με αλκοόλ, αλλά και πάλι χωρίς σεξ). Δεν μπορώ να πω, το συμπάθησα το μάγο. Χαλάλι η ταλαιπωρία. Αν και το παράκανε με τις ιστορίες του, ο Φιλέας Φογκ που προσπαθεί να εντυπωσιάσει τους χωριάτες με τις ταξιδιωτικές του εμπειρίες. Τελευταία νύχτα. Είμαι ημιμεθυσμένος στην πισίνα. Η δύση του ήλιου έχει μια ποιητική μελαγχολία απόψε. Πόσο επώδυνη είναι η ομορφιά, κάποιες στιγμές… Αύριο επιστρέφω σπίτι. Μου έλειψε. Ελπίζω ο Μάκης να ταΐζε τη γάτα.

Είμαστε τελικά κουβάρια από νευρώσεις και απωθημένα; Που όσο προσπαθείς να τα ξεμπερδέψεις, μπλέκουν περισσότερο; Και η ευτυχία είναι μια γάτα, που περιμένουμε να παίξει μαζί μας; Αισθάνομαι πως με χωρίζει ωκεάνεια απόσταση με την ευτυχία και οτιδήποτε της μοιάζει. Νιώθω σαν τον Σίσυφο, που εξετάζει ποια πέτρα θα είναι η πιο κατάλληλη για να τη σπρώξει πάλι στον ανήφορο. Αρκετά με την ομφαλοσκόπηση, πάω για ύπνο.

Την επομένη μέρα, ο μάγος  μας χαιρέτισε και μας ευχαρίστησε ξανά. Δε θα πω ψέματα, ζήλεψα την ευτυχία του. Ο δαίμονας με αγκάλιασε και δε με άφηνε. Έβαλε τα κλάματα. Το μπαγάσα, με συγκίνησε. Η πρώτη σχισμή στο χωροχρόνο άνοιξε. Λίγο πριν χαθεί μέσα της, ο δαίμονας γύρισε και με κοίταξε. Κοντοστάθηκε για λίγο και με πλησίασε.

«Αν ποτέ με χρειαστείς, ξέρεις που θα με βρεις»

«Ελπίζω όχι στο ηφαίστειο να κολατσίζεις ψυχές».

Μου δίνει το χέρι του.

«Δεν είμαι πια δαίμονας. Κέρδισα πάλι τη ζωή και το όνομα μου. Παναγιώτης».

Μετά τη θερμή χειραψία, μπήκε στη σχισμή. Λίγο πριν κλείσει, τον είδα ν’αγκαλιάζει τη γυναίκα και την κόρη του. Η δεύτερη σχισμή με οδήγησε πίσω στο διαμέρισμα. Το μόνο θηλυκό που με περιμένει, είναι μια γάτα δώδεκα ετών με τρία πόδια, υπερήλικη σε γατίσια χρόνια. Η καλύτερη σχέση που είχα ποτέ. Φυσικά πεινάει. Το γουργουρητό της με γαληνεύει. Βάζω τέρμα το air condition και πέφτω στο κρεβάτι. Ώστε σχεδόν διέλυσα τη συμπαντική αρμονία και έκανα σουρωτήρι το χωροχρόνο; Όχι κι άσχημα για έναν αποτυχημένο μεσήλικα. Τι άλλο με περιμένει; Ας ξεκινήσουμε με τα διαδικαστικά, αύριο ο Μάκης θα φάει XXXL βρισίδι.

Λίγο πριν οι αισθήσεις μου πατήσουν παύση, μια γλυκιά ανυπομονησία κάνει παρέλαση στα κύτταρα μου. Και κάποιοι στίχοι αντηχούν στα σοκάκια του μυαλού μου, σαν σύνθημα μετά από νίκη, σαν προσευχή. Σαν τραγούδι που ψιθυρίζεις στην ερωμένη σου.

«Ας φυλάξουμε αγανάκτηση, πόνο και δάκρυα

ας γεμίσουμε το κενό της απελπισίας,

κι η φωτια τη νύχτα ας θυμίζει

το φως των αστεριών που’χουν πεθάνει.

Χίλια χρόνια σιωπή σε μια κούπα

Από γαλάζιο ασβέστη, από άπειρο και φεγγάρι,

Οργώνουνε τη γυμνή γεωγραφία της νύχτας*.»


*Πάμπλο Νερούδα, Γενικό  Άσμα


THE END

EGALEOVERSE WILL RETURN IN 2025. OR 2026.