Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

Φερνάντο Ρεδόντο ή Ο Ποδοσφαιριστής Σαν Έργο Τέχνης

 


Την τελευταία δεκαετία, το ποδόσφαιρο όπως και ο κινηματογραφός,  βρίσκεται στην περίοδο των υπερηρώων. Μέσι και Κριστιάνο έσπασαν όλα τα ρεκόρ. 50,60,70 γκολ σε μια σεζόν, με καθέ  - πολλά από τα οποία είναι αστεία- ρεκόρ να γίνεται σκόνη. Επιδόσεις δεκαετίας του 1950, επιδόσεις πειραγμένου παίκτη στο Pro. 

O Κριστιάνο μου είναι πιο συμπαθής. Ένας ποδοσφαριστής που προσάρμοσε τον εαυτό του στην ομάδα, που δε σταμάτησε να βελτιώνεται, που μετατράπηκε από δαντελένιο εξτρεμ σε υπεραθλήτη. Έχει σηκώσει τρόπαια σε τρία πρωταθλήματα και ήταν ηγέτης. Αν καταφέρει να στέψει και πρωταθλήτρια Ευρώπης την πιο αντιπαθητική και λούζερ ομάδα της ηπείρου, νομίζω πως θα αξίζει να περάσει στην ιστορία ως ο κορυφαίος όλων των εποχών, αποκλειστικά και μόνο για αυτό το κατόρθωμα.

Ο Μέσι από την άλλη είναι υπερεκτιμημένος. Έχει περισσότερο ταλέντο από τον Πορτογάλο, είναι το πιο εντυπωσιακό κερασάκι στην τούρτα της Μπαρτσελόνα, αλλά μέχρι εκεί. Δεν είναι τυχαίο πως μετά το 2015, που σταμάτησε ο Τσάβι και αποχώρησε ο Ινιέστα, η ομάδα δεν ξανάπαιξε τελικό, ούτε πως σταμάτησε να τρομάζει όπως πριν. 

Ο Μέσι μπορεί να είναι φοβερός παίκτης, όμως ηγέτης δεν ήταν ποτέ. Και ούτε πήρε ποτέ την ομάδα από το χέρι όταν τα πράγματα ζόριζαν. Δεν αμφισβητώ το ταλέντο και τα επιτεύματα του, θα πρέπει να είναι κάποιος τυφλός και ηλίθιος για το κάνει. Όμως δεν είναι ο κορυφαίος όλων των εποχών, όπως και δε μπορεί να είναι κανένας ποδοσφαιριστής ( εκτός από το Ντιέγκο, αμην) .

Μασκότ του συστήματος, που είχε όλη  την προβολή και τα φώτα συνεχώς πάνω του , στερώντας πρώτα από τους συμπαίκτες του Τσάβι και Ινιέστα, την αποθέωση που άξιζαν, και κυρίως την έμφαση που δεν έχει δοθεί, στο πόσο σημαντικοί ήταν για τις ομάδες τους. Δύο παίκτες που έγραψαν ιστορία και μ ετην εθνική τους.

Ο Μέσι κέρδιζε Χρυσές Μπάλες και διάφορα τέτοια βραβεία, ακόμα και σε χρονιές που δεν έκανε σχεδόν τίποτα. Ακόμη πιο απωθητική είναι η εικόνα του καλού παιδιού. Που δεν ευθύνεται απόλυτα ο ίδιος. Το καλό παιδί που φοροδιαφεύγει. Που έκανε ό,τι ήθελε στ' αποδυτήρια, που μείωνε κάθε νεό παίκτη που δε συμπαθούσε. Που φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την πτώση της ομάδας του, αφού ήθελε προπονητές μπάτλερ, για να τους δίνει χαρτάκι και να εγκρίνει το ποιος θα παίζει και ποιος όχι, απαξιώνοντας μεταγραφές όπως του Γκριεζμάν.

Ο κύριος λόγος που τον αντιπαθώ είναι ο εξής : Κάποια στιγμή, πέτυχα ένα βίντεο που είχε όλα τα γκολ του από φαουλ. Στην αρχή εντυπωσιάστηκα. Δέκα λεπτά αργότερα, άρχισα να νιώθω σαν το Σίσσυφο. Σε σημείο που θα προτιμούσα να σπρώχνω βράχους, παρά να δω άλλο ένα φάουλ του Μέσι. Η τελειότητα είναι βαρετή, είναι αφόρητη. Το έχω ξαναγράψει στο blog, εγώ τους θεούς μου τους θέλω αλήτες. Υπερφυσικούς και ταυτόχρονα γήινους.

Νοσταλγώ το Ζιντάν. Αφήστε τις σάπιες κοινοτυπίες που μηρυκάζουν οι ξύλινοι αθλητικοί "δημοσιογράφοι". Ο Γάλλοαλγερινός έκλεισε με αρχοντικό τρόπο την καριέρα του. Αν η Γαλλία είχε πάρει και το Παγκόσμιο Κύπελλο, θα ήταν το πιο μεγαλειώδες τέλος καριέρας στην ιστορία. Ακόμα και έτσι, δε θα το ξεχάσουμε ποτέ. Μόνο που έπρεπε να ρίξει την κουτουλιά στη μούρη του καριόλη, να μείνει για πάντα η εικόνα του χωρίς δόντια.

Nοσταλγώ τον Καντονά, τους σηκωμένους γιακάδες και την κλωτσιά στον οπαδό της Κρύσταλ Πάλας. Τον Φάουλερ και τον πανηγυρισμό σνιφάρω κοκαΐνη. Αν όμως πρέπει να συνοψίζω τη νοσταλγία μου σε μια εικόνα, αυτή έχει ονοματεπώνυμο. Φερνάντο Ρεδόντο.


Ο Αργεντινός ήταν το αντίθετο από τα περισσότερα κλισέ Λατινοαμερικάνου ποδοσφαιριστή. Γόνος μεσοαστικής οικογένειας, με αγαπημένους συγγραφείς τους Μπόρχες και Μάρκες ( όταν ο μέσος ποδοσφαιριστής δεν μπορεί να διαβάσει ούτε εφημερίδα), αρνήθηκε δύο φορές να παίξει στην εθνική Αργεντινής, τη μια για να αφοσιωθεί στις σπουδές του στη Νομική ( και επειδή δεν θα έπαιζε βασικός), και τη δεύτερη επειδή βρήκε αστεία την ιδέα της πειθαρχίας που είχε στο μυαλό του ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός Ντανιελ Πασαρέλα.

Ο προπονητής της μπιανκοσελέστε δεν ήθελε σκουλαρίκια και μακριές κόμμες. Απαίτησε από τον Ρεδόντο να κουρευτεί. Ο Αργεντινός μέσος δεν κατάλαβε το πως αυτό θα βελτίωνε την απόδοση του και αρνήθηκε για δεύτερη φορά να παίξει με την εθνική. 

Ο Ρεδόντο ήταν προορισμένος να παίξει στη Ρεάλ Μαδρίτης. Ένας αριστοκρατικός - με όλες τις καλές έννοιες της λέξης, όταν εκφράζουν το ταλέντο κάποιου- μεταξένιος αμυντικός μέσος, που έγινε αμέσως από τους αγαπημένους του Μπερναμπέου. Δε μιλάμε για μια ακόμα μεγάλη ομάδα. Μιλάμε για το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό σύλλο του πλανήτη. Ένα ποδοσφαρικό σύμπαν που καταπίνει θεούς και αποκαθηλώνει όποιονδήποτε νομίζει πως είναι μεγαλύτερος από την ομάδα. Στη Μαδρίτη ο πραγματικός σταρ είναι η ίδια η Ρεάλ.

Η Τενερίφη ήταν ο ιδανικός προθάλαμος για τη Μαδρίτη. Στη Ρεαλ ο Ρεδόντο δεν έφτασε στα σύννεφα, τα κατέβασε να περπατάνε μαζί του. Ψηλόλιγνος, ντελικάτος, σχεδόν θηλυπρεπής, υπερβολικά φιλάρεσκος ακόμη και για ποδοσφαιριστής, με τις φήμες να μιλάνε για ενυδατικές κρέμες προσώπου και αρκετά προιόντα περιποίησης μαλλιών. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, και χωρίς να το γνωρίζει, ο Σιμεόνε του έδωσε το τέλειο προσωνύμιο, βαφτίζοντας τον λευκό πρίγκηπα.

Ο Ρεδόντο στο Μπερναμπέου δεν κέρδισε ούτε το 1/3 των τίτλων του Μέσι. Δεν έχει σημασία, γιατί στις 19 Απριλίου του 2000, ο Αργεντινός μέσος σταμάτησε τον χρόνο. Υπάρχουν στιγμές που αλλάζουν μια ζωή, που κρατάνε μια ζωή, που περίμενες μια ολόκληρη ζωή για τις βιώσεις, όλα ήταν ένας πρόλογος, σκαλοπάτια για να φτάσεις μέχρι εκεί. Στιγμές πιο κινηματογραφικές από όλες τις ταινίες, που μετατρέπουν το χρόνο σε όνειρο, το όνειρο σε χρόνο, σε τέχνη, στιγμές που καταλαβαίνεις πως είσαι ζωντανός, πως είσαι ερωτευμένος, ευτυχισμένος, στιγμές που στα δευτερόλεπτα που διαρκούν, το νιώθεις μέχρι το μεδούλι σου, πως θα είναι για πάντα, το μέτρο σύγκρισης για όλα, στιγμές που δε θα ξαναζήσεις και που πάντα, θα ψάχνεις κάτι από την ένταση τους παντού.

Στιγμές που γινόμαστε μάγοι, αλχημιστές και μετατρέπουμε το χρόνο, το παρωδικό, σε κάτι μαγικό, αιώνιο, θεικό, που θα ξεφεύγει για πάντα από τους νόμους και τους κανόνες, της μνήμης και της φύσης. Στιγμές που νιώθεις το Big Bang σεροτονίνης στα εγκεφαλικά σου κύτταρα, να δημιουργεί εκείνες τις αναμνήσεις που δίνουν νόημα.

19 Απριλίου 2000, Μάντσεστερ, Όλντ Τράφορντ. Προημιτελικός Champions League. Mάντσεσερ Γιουνάιντεντ - Ρεαλ Μαδρίτης. Το πρώτο παιχνίδι στην Ισπανία έχει τελειώσει 0-0. Οι Άγγλοι είναι οι πρωταθλητές Ευρώπης και φαβορί. Η βασίλισσα σε περίεργη χρονιά, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. 52 λεπτό, ο Ρεδόντο κατεβαίνει από τα αριστερά, πλησιάζει τη μεγάλη περιοχή. Ο Μπεργκ προσπαθεί να τον κλείσει, ο Αργεντινός γυρίζει πλάτη με τη μπάλα. Και.. 20 χρόνια μετά, ο Νορβηγός αμυντικός ακόμα προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε. Αν ήμουν ο Μπεργκ, θα έστελνα κάθε χρόνο ευχαριστήριες κάρτες στο Ρεδόντο, γιατί ακόμη και ώς θύμα, κέρδισε μια θέση στην αιωνιότητα και στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Ένας ανθυποαδιάφορος αμυντικός, έγινε για πάντα μέρος ενός έργου τέχνης. 20 χρόνια μετά,πάντα θα γυρίζω σε αυτή τη φάση. Δεν είναι πως η Ρεαλ κέρδισε το παιχνίδι - εξίσου εκπληκτική είναι η πάσα στο Ραούλ-, ούτε πως κέρδισε το τρόπαιο. Είναι αυτή η ντρίμπλα. Εκεί ο θεός έκλεισε την τηλεόραση και δεν ξαναείδε ποδοσφαιρικό αγώνα. Γιατί αυτή η φάση ΗΤΑΝ το τρόπαιο.

20 χρόνια μετά, πείτε μου για το γκολ του Μέσι με την Κομποστέλα, για ό,τι θέλετε, αλλά δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Το τακουνάκι αυτό πρέπει να μπει σε μουσείο μοντέρνας τέχνης. Η μόνη φάση που μπορεί να κοντράρει το γκολ Ζινταν το 2002 και να κοιτάξει στα μάτια - έστω για λίγο- το δεύτερο γκολ του Μαραντόνα με την Αγγλία το 1986. Μόνο αυτά φτάνουν.

20 χρόνια μετά, πείτε μου για τα τρόπαια, τα γκολ, τα ρεκόρ του Μέσι, που είναι πρώτος σε γκολ με το αριστερό πόδι τα Σάββατα που ο μήνας έχει 26. Πέιτε μου ό,τι θέλετε. Παρκάρετε στο παχύ έντερο του κάθε μαλάκα τα κύπελλα, τα πρωταθλήματα και το κάθε τρόπαιο, όταν τα χρησιμοποιεί ως επιχείρημα. Ανταλλάσω όλες τις κούπες του κόσμου για μια τέτοια στιγμή, που θα με ταξιδέψει πίσω στο χρόνο και θα κάνει τα πάντα, έστω για λίγο, να μοιάζουν όμορφα. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου