Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

John Wick των δυτικών προαστίων 2

 


Το μέρος έζεχνε μοναξιά και πλήξη. Δεν είχε διαφορά από τα μπουρδελάδικα της παραλιακής ή του κέντρου. Δίποδες αμηχανίες που στιμώχτηκαν άλλη μια Παρασκεύη για να πείσουν τον εαυτό τους πως διασκεδάζουν, χωρίς να μπορούν να κουνηθούν ή να χορέψουν. Ούτε να μιλήσουν από την ένταση της ηχορύπανσης και της χλωρίνης που πίνουν. Δεν ήρθα για διασκεδάση, αν και έχω δει ψυχιατρία με περισσότερο κέφι. Ο καγκουρολεχριτόφλωρος με κοιτάζει με υπεροψία. Αφήνει το περόστροφο πάνω στο τραπέζι.

 "Ωραίο. Από τα Jumbo;"

"Νομίζεις πως φοβάμαι να το χρησιμοποιήσω;"

"Το όπλο ζυγίζει μισό κιλό και η σκανδάλη ένα τόνο"

"Τι σημαίνει αυτό;"

"Πως αν τρέμεις να το ακουμπήσεις πάνω στο τραπέζι, μάλλον θα λιποθυμήθεις αν πρέπει να σημαδέψεις κάποιον"

"Δε μου φαίνεσαι και πολύ τρομακτικός. Το μαγαζί είναι γεμάτο. Ακόμη κι αν με σκοτώσεις, δε θα βγεις ζωντανός"

"Αν μιλάς για τις φιλενάδες που έχεις για μπράβους, τους έβαλα για ύπνο νωρίς. Δεν αντέχουν το ξενύχτι. Κι αν μου ξέφυγε καμία, θα την κεράσω καθώς θα φεύγω. Ήδη με έχει πιάσει πονοκέφαλος, και δεν ξέρω αν είναι απο τη μουσική ή την άθλια κολώνια σου. Λέγε, που είναι;".

Γέλασε και τελειώσε το ποτό του. Άναψε τσιγάρο και ήρθε πιο κοντά. Φύσηξη τον καπνό στο πρόσωπο μου.

"O Κλαύδιος δε θέλει να σε δει"

"Τελευταία φορά, που είναι;"

"Ό,τι πιεις κερασμένο. Άραξε, όλο και κάτι θα βρεις να περάσεις την ώρα σου".

Πήρα ένα από τα τσιγάρα του και το άναψα. Κοίταξα γύρω μου. Όσο ο σκυφτούλης νόμιζε πως κοίταζα την ξανθιά απέναντι,εγώ χαρτογραφούσα το χόρο και την χορογραφία εξόδου.

Σβήνω το τσιγάρο στο χέρι του και αρπάζω το όπλο. Του σπάω τη μύτη.

"Αν δε μου πεις που είναι, θα στο βάλω τόσο βαθιά, που θα χρειαστεί οδοντίταρος για να στο βγάλει!".

Τρία χτυπήματα και δύο σπασμένα δάχτυλα μετά, είναι πιο συνεργάσιμος. Πρώτη σφαίρα στο μάτι. Ο κόσμος δεν έχει καταλάβει ακόμα τι έγινε. Προχωράω προς την έξοδο. Δύο μπαμπουίνοι με πλησιάζουν. Πυροβολώ στον αέρα. Στα δευτερόλεπτα που μεσολαβούν, δύο σφαίρες είναι αρκετές. Ένας τρίτος με περιμένει έξω. Δύο στα πόδια, αφού γονατίσει, άλλη μια στο κεφάλι.

Η λεωφόρος μοιάζει με φιτίλι που καίγεται, όσο επιταχύνω, μπορώ ν'ακούσω τη φωτιά να ψιθυρίζει. Χρώματα και σχήματα λιώνουν στο σκοτάδι. Βάζω τη ζώνη. Παρκάρω και κοιτάζω γύρω από το μέρος. Ο Κλαύδιος τρώει στο αγαπημένο του εστιατόριο. Τσεκάρω πόσες σφαίρες μου έμειναν. Βάζω το όπλο στο παντελόνι και βγαίνω από το αυτοκίνητο. 

Κάθομαι απέναντι του. Ο Κλάυδιος κάνει νόημα στην φρουρά του να παραμείνει στη θέση της.

"Τζον, δεν έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις Παρασκευή βράδυ;"

"Είχα, μέχρι που κάποιος μου χάλασε τα σχέδια"

"Εσύ τα χάλασες. Το ξέρεις, δεν μπορείς να βγεις από το παιχνίδι"

"Έχω βγει, εδώ και πολύ καιρό"

"Λυπάμαι, αλλά η νέα διοίκηση δε συμφωνεί. Κάποιοι κανόνες άλλαξαν. Δεν μπορείς να βγεις, ζωντανός τουλάχιστον"

"Είχαμε κάνει μια συμφωνία"

"Τζον, αν ήταν στο χέρι μου, θα την τηρούσα. Όμως οι ανώτεροι διαφωνούν".

Ανάβω τσιγάρο και βάζω κρασί. Ένας από τους μπράβους πλησιάζει, ο Κλαύδιος του κάνει νόημα. Τσουγκρίζουμε.

"Έχεις δύο επιλογές. Ή μας σκοτώνεις όλους τώρα - που είμαι σίγουρος πως μπορείς να το κάνεις άνετα- ή ν'ακούσεις την πρόταση μου".

Τελείωσε το πιάτο του και άναψε τσιγάρο.

"Δεν ξέρεις πόσο μου έχει λείψει αυτός ο γλυκός καρκίνος. Είναι η πιο αξιόπιστη απόλαυση, σε αφήνει πάντα ανικανοίητο και κάποια στιγμή θα σε σκοτώσει. Μακάρι να ήταν και οι γυναίκες έτσι"

"Ακούω"

"Πάντα στο θέμα ε; Ποτέ χρόνος για κουβέντα"

"Αν ήθελα να βαριέμαι με συζήτηση, θα είχα φτιάξει Tinder. Πες μου".

Χαμογελάει και παραγγέλνει κι άλλο κρασί. Οι μπράβοι πάντα σε εγρήγορση, τα πρόσωπα τους έχουν τσαλακωθεί από την ένταση.

"Βγάλε από τη μέση τους δύο ύπατους, και μετά μπορούμε να συζητήσουμε ό,τι θέλεις"

"Και πως ξέρω ότι θα κρατήσεις το λόγο σου"

"Δεν το ξέρεις. Μπορείς να με σκοτώσεις όποια ώρα θέλεις. Ακόμη και τώρα. Όμως δε θα έχεις αυτό που θέλεις"

"Γιατί θέλεις προαγωγή; Αφού δικά σου πιόνια είναι και οι δύο"

"Όχι προαγωγή, στέψη. Αν θυμάσαι καλά, η Ρωμαική δημοκρατία ήταν ένας ευφημισμός για την αριστοκρατία. Κάποιες φορές, πρέπει οι υπήκοοι να ξέρουν ποιος τους κυβερνάει πραγματικά. Όταν τα πιόνια νομίζουν πως η σκακιέρα τους ανήκει, πρέπει να φύγουν".

Δυστυχώς είχε δίκιο. Έσβησα το τσιγάρο και άδειασα το ποτήρι μου.

"Που και πότε;"

"Αύριο.  Η Μεσαλίνα και ο Καλιγούλας θα είναι στον πύργο. Έκτακτο μετοχικό συμβούλιο. Θέλεις μήπως βοήθεια; Το μέρος φυλάγεται από παντού"

"Όχι. Χρειάζομαι κάτι πολύ συγκεκριμένο"

"Τι;"

"Όπλα. Πολλά όπλα".

Ο Κλαύδιος χαμογέλασε.

"Ένα στενό πιο κάτω, θα βρίσκεται ένα μαύρο φορτηγάκι. Εκεί θα βρεις ό,τι θέλεις. Αφού τελειώσεις, θα σε περιμένω στο σπίτι".

Στο γυρισμό κόντεψα να ξηλώσω το γκάζι. Με τρελαίνει η αναμονή. Αν ο γέρος δεν κρατήσει την υπόσχεση του, θα τους σκοτώσω όλους και θα φύγω από την χώρα.

Το φορτηγάκι ήταν γεμάτο από ακριβά παιχνίδια. Πήρα όσο περισσότερα μπορούσα και περπάτησα προς την είσοδο του πύργου. Ένα έκτρωμα από γυαλί, κακέκτυπο κτιρίου της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου. Είχα άσχημο προαίσθημα. Λίγο πριν μπω, επιβεβαιώθηκε. Οι σεκιουριτάδες του πεντάευρου είχαν αντικατασταθεί από άσβερκα δίποδα ψυγεία.

"Απαγορεύεται η είσοδος"

"Δεν παίρνεις την αρραβωνιαστικιά σου και να φύγεις;"

Χαμογελάνε και πλησιάζουν.

"Απαγορεύεται η είσοδος".

Ο ένας από τους δύο έχει μια τσάντα περασμένη στον ώμο. Θα είναι μεγάλο το πάρτι.

"Τι έχει η τσάντα;"

"Δε σε αφορά"

"Ελπίζω να πήρατε αρκετά ταμπόν, γιατί δε θα σας φτάσουν"

Πετάω το τσιγάρο μέσα στο στόμα του.  Σπασμένη μύτη με την άκρη του όπλου, σπασμένος καρπός, αγκωνιά στο λαιμό. Μια σφαίρα στο μέτωπο για τον επόμενο. 4 hit combo, good. 

Stage 2

Η γραφειοκρατία του υποκόσμου δε διαφέρει πολύ από την αντίστοιχη του νόμιμου καπιταλισμού. Αμέτρητες στρατιές υπαλλήλων, μαριονέτες που κράτανε μαριονέτες, τόσες πολλές ώστε να μην μπορείς να δεις ποιος κινεί τα νήματα, όσο ψηλά κι αν κοιτάξεις. Οι πρώτοι όροφοι πρέπει να είναι γεμάτοι με συνεργεία καθαρισμού. Μικρές ομάδες που αναλαμβάνουν εκφοβισμό, απαγωγές και δολοφονίες αντιπάλων χαμηλά στην τροφική αλύσιδα.

Μια γνώριμη φάτσα με πλησιάζει.

"Τζον, προλαβαίνεις να φύγεις".

Ο Μάρκος βλέπω αναβαθμίστηκε. Αν και το κουστούμι δεν του πάει, αυτό τον φοράει και δεν αισθάνεται και πολύ άνετα.

"Το ίδιο θα σου έλεγα και'γω"

"Δε θα τα καταφέρεις αυτή τη φορά, ο Πύργος είναι γεμάτος, δε θα φτάσεις ποτέ στην κορυφή"

"Αν ήθελα κουβεντούλα, θα έβγαινα για ποτό. Θα κάνεις κάτι ή θα κοιτιόμαστε όλο το βράδυ σαν αμήχανοι έφηβοι σε κλαμπ;".

Ο Μάρκος βγάζει το όπλο και του απασφαλίζει.

"Τελευταία ευκαιρία"

"Μάρκο το ξέρεις πως σε συμπαθώ, γι'αυτό θα σε σκοτώσω τελευταίο".

Δύο σφαίρες στα γόνατα, του παίρνω το όπλο και του σπάω τα δόντια. Μπαίνω στα γραφεία. Τα μούτρα πίσω από τις οθόνες αμφιβάλλω αν ξέρουν να διαβάζουν, πόσο μάλλον να χρησιμοποιούν υπολογιστή. Συρτάρια ανοίγουν, όπλα γεμίζουν, βλέμματα σκληραίνουν. Το ποδόσφαιρο είναι ένας ανεξάντλητος θησαυρός στρατηγικής. Το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο των Ολλανδών, έχει τις ρίζες του στην αρχιτεκτονική. Όταν ζεις σε μια τόσο μικρή χώρα, πρέπει να εκμεταλλεύεσαι το χώρο. Να παίζεις έτσι ώστε όταν επιτίθεσαι, το γήπεδο να μοιάζει πιο μεγάλο για σένα, κι όταν αμύνεσαι πιο μικρό για τον αντίπαλο.

Όταν σκοτώνεις, πρέπει να κάνεις και τα δύο. Πυροβολώ τα φώτα και ρίχνω δύο αυτοσχέδιες χειροβομβίδες, γεμάτες καρφιά. Το Καλάνισκοφ είναι ό,τι καλύτερο προσέφερε η ΕΣΣΔ στην ανθρωπότητα. Σκοτώνω όποιον στέκεται, φτάνω στην άλλη πλευρά. Δεν τελειώσαμε, έχουν κρυφτεί κάτω και πίσω από τα γραφεία. Ώρα για τα δακρυγόνα. Δύο γεμιστήρες μετά, πετάω τη μια τσάντα που πήρα απότο φορτηγάκι στο πρώτο ασανσέρ και το στέλνω στον επόμενο όροφο. 1 λεπτό μετά την εκρήξη ανεβαίνω. 22 hit combo, excellent.

Stage 3

Αδειάζω ό,τι όπλο έχω πάνω μου και ό,τι βρίσκω. Σπαμένα δόντια, κομμένες γλώσσες και δάχτυλα, μαχαίρια, μολύβια, μέχρι η άμπωτη του αίματος να γίνει πλημμυρίδα. Το κύμα με φέρνει στην κορυφή. Το κοστούμι μου στάζει καπνό, έχω φάει δύο μαχαιριές, ένα πλευρό έσπασε και έχω εγκαύματα στα χέρια. Θα μπορούσε να ήταν χειρότερα. Το ρετιρέ είναι σαν κρυστάλλινο κλουβί. Η Μεσαλίνα και ο Καλιγούλας με περιμένουν. Φαίνονται μόνοι τους. Αόπλοι. Η αλαζονεία τους τρέφει την αυταπάτη πως κανείς δε θα τους πειράξει.

"Έπρεπε να γίνουν όλα αυτά, Τζον; Μπορούσες απλά να κλείσεις ένα ραντεβού αν ήθελες να μας δεις".

Είναι όμορφη. Το κόκκινο ταγιέρ δεν μπορεί να κρύψει τις καμπύλες της. Αφήνει τον καπνό να βγει αργά από τα χείλη της. Ο Καλιγούλας γελάει και ετοιμάζει δύο ποτά. Μου προσφέρει το ένα. Το κοιτάζω καχύποτα.

"Έλα τώρα, πιστεύεις πως θα έκανα κάτι τέτοιο; Μην είσαι τόσο μεσοαστός Τζον".

Αδειάζω το ποτήρι και κάθομαι απέναντι τους. Ο χώρος μοιάζει ασφαλής.

"Τζον, το πρόβλημα σου είναι πως κάνεις παρέα με τα λάθος άτομα. Ο Κλαύδιος δεν μπορεί να σε βοηθήσει"

"Και μπορείτε εσείς;"

"Αν είχες έρθει από την αρχή εδώ, όλα θα ήταν καλύτερα"

"Αν δεν είχετα απαγάγει τη γάτα μου, τίποτα από όλα αυτά δε θα είχε συμβεί"

"Όλα αυτά για μια γάτα; Που να είχες και σκύλο Τζον"

"Το ξέρεις πολύ καλά πως δεν είναι απλά μια γάτα. Θέλω να με αφήσετε ήσυχο"

"Φοβάμαι πως δεν είναι τόσο απλό"

"Τι θα χρειαστεί;"

"Βγάλε τον Κλαύδιο από τη μέση και μπορούμε να συζητήσουμε με καλύτερους όρους".

Βάζω δεύτερο ποτό, πίνω λίγο και το αδείαζω στο πρόσωπο του Καλιγούλα, σπάω το ποτήρι και τον πιάνω από το λαιμό. Η Μεσαλίνα πετάγεται από τον καναπέ.

"Αν δε με αφήσετε ήσυχο,δε θα σταματήσω μέχρι να σας σκοτώσω όλους! Προτιμώ να πεθάνω παρά να ξαναδουλέψω για σας!"

"Τζον, μην το κάνεις! Δε θα καταφέρεις τίποτα έτσι!".

Πετάω τον Καλιγούλα κάτω.

"Θα με αφήσετε ήσυχο;"

"Δε γίνεται Τζον, το ξέρεις".

Βγάζω το τελευταίο  μου όπλο, σκοτώνω τον Καλιγούλα. Η Μεσαλίνα τρέμει, προσπαθεί να βγάλει το αίμα από πάνω της. Την αρπάζω και τη φιλάω. Ηρεμεί, περνάει τα δάχτυλα της στα μαλλιά μου. Βγαίνουμε στο μπαλκόνι, τις σκίζω τα ρούχα και μπαίνω μέσα της. Είναι τόσο μούσκεμα που η καύλα στάζει μέχρι τα παπούτσια της. Της τραβάζω τα μαλλιά και φιλιόμαστε. Τα νύχια της σχεδόν μου ματώνουν την πλάτη. Με χαιδεύει αχόρταγα, δεν έχω καταλάβει αν ψάχνει για το όπλο ή αν παραληρεί. Τη νιώθω να τελειώνει, σχεδόν λιώνει πάνω μου. Τη φιλάω τρυφερά.

"Είχες δίκιο, έπρεπε να το είχα κάνει χρόνια".

Είναι ακόμα ζαλισμένη. Έχει κλειστά τα μάτια και προσπαθεί να ανασάνει.

"Ποιο;".

Τη φιλάω και την πετάω κάτω. Αναρωτιέμαι τι να σκεφτόταν καθώς έπεφτε. Ελπίζω η ηχώ του οργασμού να μην άφησε το μυαλό της να καταλάβει τι έγινε. Μπαίνω στο σπίτι, κάνω μπάνιο με τα ρούχα. Τα βγάζω από πάνω μου σαν να αλλάζω δέρμα. Κάθομαι στον καναπέ. Πριν τρία χρόνια, περίμενα τη γυναίκα μου. Είχε αργήσει να γυρίσει από το νοσοκομείο. Λίγο πριν μπει στο αυτοκίνητο, είδε μια μικρή ουρά να εξέχει από την μπροστινή ρόδα. Το γατάκι ήταν τόσο βρώμικο που δεν μπορούσες να καταλάβεις πως ήταν ολόλευκο. Είδα το όνομα της στην οθόνη του κινητού, αλλά δεν άκουσα τη φωνή της στην άλλη άκρη. Το αυτοκίνητο είχε γίνει σαν πατημένη κονσέρβα.

Άντεξε 10 ώρες στην εντατική. Το τελευταίο πράγμα που μου είπε ήταν πως βρήκε το γατάκι. Μου έδωσε την τσάντα της πριν χάσει τις αισθήσεις της. Γύρισα στο σπίτι με μια βρώμικη γάτα και ένα θετικό τεστ εγκυμοσύνης. Πέθανε μετά από δύο ώρες. Όχι, δεν έγιναν όλα αυτά για μια γάτα. Ήταν το μόνο κομμάτι της που έμεινε ζωντανό. Αν δεν είχε καθυστερήσει για να την βγάλει από τη ρόδα και να τη φροντίσει, ίσως να ήταν ακόμα ζωντανή. Αυτή η λευκή χνουδωτή μπάλα που κοιμάται δίπλα μου είναι ό,τι μου απέμεινε από εκείνη.

Πολλοί ρωτάνε αν επέστρεψα. Λοιπόν ναι, από ό,τι φαίνεται επέστρεψα.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου