Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2018

Η σκιά της σκιάς μου

Κάθε πρωί ξυπνούσε όλο και πιο ανόρεκτος.Δεν είναι ότι έβλεπε όμορφα όνειρα,αλλά μελαγχολούσε που δεν μπορούσε να απαλλαγεί από την πραγματικότητα,με το να ξυπνήσει σε κάποια άλλη.Είχε αποκτήσει δυσανεξία στον εαυτό του.
           Ψάρεψε ό,τι βρήκε στο βυθό της ντουλάπας και το φόρεσε.Άλλο ένα πρωί που το μόνο που είχε γεύση ήταν η οδοντόκρεμα.Άλλο ένα γιατί στο σωρό με τις αναπάντητες ερωτήσεις.Όσο λιγότερα ξόδευε,τόσο περισσότερα χρωστούσε.Όσο περισσότερο δούλευε,τόσο λιγότερα έβγαζε.
             Όσο λιγότερα επιθυμούσε,τόσο περισσότερα αγόραζε.Για να εντυπωσιάσει ανθρώπους που νόμιζε πως τον ενδιέφεραν,για κρύψει τα κενά που νόμιζε ότι δεν είχε.Οι μέρες και οι νύχτες μίκραιναν,έλειπαν κομμάτια.Παζλ που δεν θα τελείωναν ποτέ,εικόνες που θα έμεναν για πάντα μισές και χωρίς νόημα.
            Μέσα στο πλήθος,αισθανόταν πως πνίγεται στο σκοτάδι.Έψαχνε τη μοναξιά του σαν να ήταν το μόνο φως.Μετά από λίγο το φως γινόταν αβάσταχτο,του έκαιγε τα μάτια.Ξαναχανόταν στους δρόμους,για να κρυφτεί στην ανωνυμία και στα ξένα βλέμματα.Ανάμεσα σε ζωντανούς που έχουν ξεχάσει πως πέθαναν και σε νεκρούς που δεν θυμούνται αν έχουν ζήσει.
            Το πρόσωπο του έμοιαζε με μολυσμένη θάλασσα,όλα επέπλεαν νεκρά πάνω του.Η αμφιβολία που κάποτε ήταν η σπίθα πίσω από οτιδήποτε,είχε στειρώσει και βαλσαμώσει τα πάντα μέσα του.Από κάποια πράγματα δεν μπορείς να κρυφτείς.Οι λέξεις για να είναι ζωντανές,πρέπει να ταξιδεύουν.
            Στο χώρο,το χρόνο,να αλλάζουν στόμα,φωνή,σκέψεις.Η σιωπή έχει γεύση μόνο όταν τη μοιράζεσαι με κάποιον.Εδώ και καιρό το μόνο που αγκαλιάζεις είναι το πάτωμα.Σφίγγεις πάνω σου τα συρματοπλέγματα,για να θυμηθείς πως τρέχει αίμα μέσα σου.Και το μόνο που επιστρέφει,είναι ο ίδιος εφιάλτης.
            Ο φόβος τρέφεται από τη πείνα και τη δίψα σου,η σιωπή από τις κραυγές που πνίγεις κάθε μέρα.Κι αν η σκιά σου πάρει τον έλεγχο του κορμιού σου;Κι αν νιώθεις τα πάντα,αλλά δεν μπορείς να ελέγξεις καμία σου κίνηση Στριφογυρίζεις στο κρεβάτι,βουλιάζεις στον ιδρώτα σου.Το σπίτι ζουρλομανδύας,στενεύει συνεχώς.
              Το νιώθεις;Το στόμα σου γκρεμός,οι προτάσεις χάνονται πριν αγγίξουν τα χείλη σου.Γλιστράς όλο και πιο βαθιά μέσα σου.Η φωνή που ακούς,είναι η δικιά σου,αλλά δεν σου ανήκει πλέον.Τίποτα δεν ήταν δικό σου.Καταχράστηκες τον εαυτό σου,χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
               Και τώρα ήρθε η στιγμή να πάρει αυτό που του ανήκει.Σαν προφήτης,σπάει τη πέτρα και αναβλύζει φωτιά και νερό.Βγαίνει φως από κάθε πόρο του δέρματος σου.Τώρα συνειδητοποιείς τι είσαι.Ρωγμές ενός καθρέφτη,ενός τείχους που πρέπει να πέσει,ενός φράγματος στη καρδία της ερήμου.
               Ανάμεσα στα δευτερόλεπτα,του ονείρου και του ξυπνήματος,ανοίγεις για πρώτη φορά τα μάτια.Οι αισθήσεις σου είναι νεογέννητες.Ονειρεύεσαι πως επιτέλους θα ξυπνήσεις.Θα ξυπνήσεις και θα έχεις λιγότερους εφιάλτες να φοβάσαι,λιγότερους φόβους να συγκατοικούν μέσα σου.
                Κάτω απ'το κρεβάτι,το κουκούλι του παλιού σου εαυτού.Τσόφλια από το σκοτάδι.Δε το'χες καταλάβει ή έκανες πως δεν το ήξερες;Εσύ ήσουν η σκιά,εσύ ήσουν ο παρείσακτος τόσα χρόνια,μέσα σε αυτό το μυαλό,μέσα σ'αυτό το σώμα.Εσύ ήσουν ο ξένος.


          
           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου