Σάββατο 21 Ιουλίου 2018

Τα αντικείμενα VI

"Ξέρεις τι χρώμα έχει το αίμα στο σεληνόφως;Μοιάζει με στάχτη.Όλα μοιάζουν διαφορετικά στο φως του φεγγαριού,λες και αποκαλύπτει την σκοτεινή πλευρά όλων των πραγμάτων. H σκιά της κυλούσε σαν φωτιά στην άσφαλτο.Το άρωμα της με παγίδευσε στη τροχιά της,πριν καν με πλησιάσει.
                                                 Δεν άκουγα τι μου έλεγε,απλά κοιτούσα υπνωτισμένος τα χείλη της.Ήθελα να με φιλήσουν με κάθε τρόπο,ήμουν δηλητηριασμένος από τη δίψα που μου προκαλούσε.Φύσηξε το καπνό στα μάτια μου και με άρπαξε από το γιακά.Με φίλησε σαν σαρκοβόρο ζώο που αρπάζει τη λεία του.Ήμουν μουδιασμένος από τη γεύση της,όταν με έσπρωξε μακρυά.
                                 Δεν κατάλαβα πότε μου πήρε το όπλο.Δεν πρόλαβα να πω λέξη.Ένιωσα τις σφαίρες σαν ξαφνικό άνεμο.Την άσφαλτο σαν θάλασσα,επέπλεα στο νερό.Βούλιαζα αργά,στα αόρατα νερά του τέλους.Στάθηκε από πάνω μου.Ήταν ακόμη πιο όμορφη,τα μαλλιά της σαν λιωμένο φωτοστέφανο.Πέταξε το τσιγάρο της στο πρόσωπο μου,το αισθάνθηκα σαν το τελευταίο της χάδι.
                                 Ο ήχος από τα τακούνια και το γέλιο της ήταν το ιδανικό ρέκβιεμ.Το ήξερα,από τη στιγμή που τη γνώρισα.Δεν με σκότωσαν οι σφαίρες απόψε.Ήμουν ήδη νεκρός από το πρώτο φιλί.."
                          Η κασετίνα σκούντηξε τη μολυβοθήκη."Τι έπαθε πάλι το τάμπλετ,γιατί παραμιλάει συνεχώς στον ύπνο του;""Δε παραμιλάει,ο μαλάκας κατεβάζει συνέχεια audio books και έχει πάθει κρίση ταυτότητας.Τα παίρνει τόσο στα σοβαρά που νομίζει ότι μιλάνε για αυτόν""Δε μπορεί να είναι μαλάκας από μέσα του;Μας έχει ζαλίζει τον επεξεργαστή με τη φλυαρία του".
                                Το μολύβι σηκώθηκε,χασμουρήθηκε και έξυσε τη μύτη του."Παιδιά,μη παραπονιέστε.Τη προηγούμενη εβδομάδα διάβαζε τις 50 αποχρώσεις του γκρι και πριν από κανέναν μήνα την Αγία Γραφή.Νόμιζε πως είναι ο Χριστός για μέρες.Τον κλείσαμε στη ντουλάπα μέχρι που τελείωσε η μπαταρία του".
                                               Το συρραπτικό  βγήκε από το συρτάρι και πλησίασε το τάμπλετ.Εκείνο συνέχιζε να παραληρεί."Τα φώτα ξεθώριαζαν,σαν μελάνι στην επιφάνεια του νερού.Οι ήχοι έσβηναν σαν τρ...".Το τάμπλετ έπεσε στο πάτωμα και έσβησε.Το συρραπτικό σκούπισε τα χέρια του και ξαναμπήκε στο συρτάρι."Με εκνευρίζουν αφάνταστα οι τύποι που μιλάνε συνέχεια για τον εαυτό τους.Ειδικά όταν δεν είναι καν δικός τους".

                                             *   *   *
"Σε μένα μιλάς;Ε;Σε μένα μιλάς;Εσύ εκεί,σε μένα μιλάς;Ε;Σε μένα μιλάς;Ε;""Σταματήστε να βάζετε τη γυάλα με το χρυσόψαρο μπροστά στο καθρέφτη,δεν έχει πλάκα τη δωδέκατη φορά!"


                                             *   *   *
"Δεν αντέχω χωρίς αυτήν,τη θέλω,δεν μπορώ να ζήσω μακρυά της!"Το μαχαίρι του βουτύρου είχε πέσει κάτω και χτυπιόταν με αναφιλητά.Τα υπόλοιπα μαχαίρια προσπαθούσαν να το ηρεμήσουν."Κάθε φορά τα ίδια λες,το ξέρεις;Και με τη μαρμελάδα,και με τη μαργαρίνη τις ίδιες μαλακίες μας έλεγες""Δεν είναι το ίδιο,εκείνες ήταν όλο λιπαρά,δε τις ένοιαζε τίποτα άλλο,παρά μόνο ο εαυτό τους.Ενώ εκείνη....Λιώνει στο άγγιγμα μου".  
                                       "Όλα λιώνουν αυτή την εποχή,Ιούλιος είναι""Γιατί κάθομαι και σε ακούω,εσύ όλες σαν κρέας τις βλέπεις""Αφού είμαι μαχαίρι για κρέατα,πως θέλεις να τις δω;""Αναίσθητος είσαι,χωρίς αισθήματα και ρομαντισμό!Αφήστε  με ήσυχο!".Γρήγορα μαζεύτηκαν και τα υπόλοιπα σκεύη γύρω του.
                                       "Αφήστε τον,χρειάζεται χρόνος για να επουλωθεί το τραύμα της αγάπης,έλα μαζί μας,μη κάθεσαι με αυτούς,μόνο αιχμηρά σχόλια ξέρουν να κάνουν και τίποτα άλλο""Επειδή είσαι πιάτο της σούπας,νομίζεις πως είσαι και διανοούμενος;""Σε οικτίρω,δεν θα πέσω στο επίπεδο σου,να κάνω διάλογο με ένα βρωμερό πιρούνι,πήγαινε να τσιμπήσεις κανέναν μεζέ,όπως λέτε και σεις χυδαϊστί""Τσίμπα ένα αρχίδι!".
                                        Οι τόνοι ανέβηκαν,το μαχαίρι του βουτύρου γρήγορα ξεχάστηκε και τα σκεύη πιάστηκαν στα χέρια."Γιώργο μη στραβώνεις,πάμε να φύγουμε!""Το πιρούνι όμως είχε στραβώσει,οι δύο αιχμές του είχαν γίνει μπούκλες"Άντε σπάσε ρε μαλάκα,τι μας κολλάς και μας μιλάς;"Κλώτσησε το αντικολλητικό πυρέξ και αυτό έγινε χίλια κομμάτια.
                                       Μόλις μπήκε η νοικοκυρά στη κουζίνα,όλοι κρύφτηκαν.Το ψυγείο παρακολουθούσε από μακρυά ενοχλημένο."Δεν πάει άλλο η κατάσταση με τη πλέμπα,κάτι πρέπει να γίνει""Τι θα κάνουμε αφεντικό;""Καθάρισε τους όλους""Όλους;""Όλους".Το πλυντήριο πιάτων φόρεσε τα γάντια του και κατέβηκε αργά τη ταξική σκάλα της κουζίνας..



                                 
                              
                            
                                  
                                                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου