Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2019

Άρλεκιν

Τίναξε τα μαλλιά της και έριξε μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη. Ήταν μια καλλονή. Χαμογέλασε και φόρεσε τα γυαλιά της. Δεν ήταν η υπερφυσική, αλλά ταυτόχρονα και τόσο γήινη ομορφιά της, ούτε το φωτοστέφανο της αυτοπεποίθησης  που κάποιοι αποκαλούσαν έπαρση.
Το απαράμιλλο στυλ, τα ακριβά ρούχα και κοσμήματα. Κατά βάθος, ήταν ακόμη κορίτσι, η ίδια έφηβη που αντιμετώπιζε τον κόσμο με θαυμασμό και γενναιότητα. Αυτό ήταν το μυστικό της επιτυχίας της.
Όμως, ακόμη και εκείνη, μια από τις πιο ισχυρές γυναίκες της πόλης, είχε αδυναμίες. Η αχίλλειος πτέρνα της ήταν στην καρδιά. Μπήκε στο αυτοκίνητο και άνοιξε το ραδιόφωνο. Δεν είχε κίνηση, θα έφτανε γρήγορα. Ήταν αποφασισμένη να ξεκαθαρίσει την κατάσταση. Η καρδιά της ήταν ένα κουβάρι, που όσο προσπαθούσε να το ξεμπερδέψει, τόσο περισσότερο μπλεκόταν.
Πάρκαρε και πήρε μια βαθιά ανάσα. Η Μάρτζορι Κλέμενς δεν θα ανεχόταν άλλα παιχνίδια.
Η πιο επιτυχημένη μεσίτρια της Δυτικής Ακτής δεν θα άφηνε κι άλλα στρέμματα στην καρδιά της να γίνουν βορά ενός μάταιου έρωτα. Ακόμη κι αν ήταν ο έρωτας της ζωής της. Αγνόησε την γραμματέα και μπήκε δυναμικά στο γραφείο του. Εκείνος μιλούσε στο τηλέφωνο. Αιφνιδιάστηκε, αλλά προσπάθησε να φανεί ψύχραιμος.
"Κύριε Χάρινγκτον,δεν πρόλαβα να την σταματήσω, δεν με άκουγε!"
"Δεν πειράζει Τζένιφερ. Κλείσε την πόρτα και ακύρωσε τα υπόλοιπα ραντεβού μου".

Ο Βίκτορ Χάρινγκτον, διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης εταιρείας καλλυντικών άναψε τσιγάρο. Η Μάρτζορι στάθηκε απέναντι του, τον μαγνήτιζε με το βεζούβιο βλέμμα της.
"Τι θέλεις Μάρτζορι, γιατί ήρθες;"
"Ήρθα να σου πω αντίο. Αύριο φεύγω για Μπαχάμες. Μάλλον για πάντα, μπορεί και για τριήμερο, δεν ξέρω, είμαι πολύ μπερδεμένη".
Ο Βίκτορ ταράχτηκε. Για μερικά δευτερόλεπτα ο συναισθηματικός σεισμός του έκοψε την ανάσα.Έσβησε αμήχανα το τσιγάρο και σηκώθηκε.
"Πες μου τι πραγματικά θέλεις να μου πεις Μάρτζορι, κι άσε τις κούφιες απειλές!".
Έβγαλε τα γυαλιά της, δεν είχε νόημα να συγκρατεί τα δάκρυα της.
"Λυπάμαι Βίκτορ, δε μπορώ να το ανεχθώ άλλο. Δεν είσαι ποτέ 100% μαζί μου,το μυαλό σου είναι πάντα κάπου αλλού. Στην οικογένεια σου,στην δουλειά σου, ακόμη και όταν κάνουμε έρωτα! Δεν αντέχω να σε μοιράζομαι. Τα όνειρα μου δεν είναι για ενοικίαση, θέλουν έναν ιδιοκτήτη, για μια ζωή. Φεύγω Βίκτορ, δε μου αξίζει όλο αυτό".
Ο Βίκτορ την άρπαξε από τους ώμους.
"Πως μπορείς να μιλάς έτσι, μετά από όσα έχουμε ζήσει; Μετά από τόσο πάθος, τόσες νύχτες, τόσα ταξίδια; Πως μπορείς να μας προδίδεις έτσι;".
Η Μάρτζορι τα'χασε.Τα μαύρα του μάτια, το πυκνό μουστάκι, η μυρωδιά από το τροπικό δάσος του στέρνου του. Πόσες νύχτες  είχε περάσει εκεί, χάνοντας και βρίσκοντας τον εαυτό της. Πόσα ξημερώματα, ξύπνησε στην στιβαρή αγκαλιά του, νιώθοντας πιο ασφαλής από ποτέ και ταυτόχρονα τόσο εύθραυστη.
Η αρρενωπή του αρρενωπότητα την αφόπλισε για άλλη μια φορά, ανατρίχιασε ολόκληρη,τ ο ακαταμάχητο ερωτικό μούδιασμα, που μόνο εκείνος το προκαλούσε, της έριξε κάθε άμυνα.
Πλησίασε τα χείλη του σαν μεθυσμένη, όλη της η ύπαρξη διψούσε για αυτό το φιλί. Όχι, έπρεπε να φανεί δυνατή. Απομακρύνθηκε,του γύρισε την πλάτη.
"Όχι Βίκτορ, όσο κι αν σε θέλω, δεν θα πέσω ξανά στην παγίδα σου, την παγίδα των ψεύτικων υποσχέσεων". 
Στράφηκε προς το μέρος του.
"Η καρδιά μου δεν αντέχει άλλες τελευταίες ευκαιρίες. Αντίο Βίκτορ, μη με ψάξεις".
Ο Βίκτορ την πρόλαβε στην πόρτα.
"Μάρτζορι, μου ανήκεις!"
"Όχι Βίκτορ, κάποιες νύχτες, κάποια όνειρα και ένα κομμάτι του εαυτού μου σου ανήκουν. Όχι εγώ".
Έκανε μερικά βήματα μακρυά του.
"Και κυρίως,ποτέ δεν ήσουν πραγματικά δικός μου Βίκτορ. Πήγαινε στη γυναίκα σου".
Λίγο πριν ανοίξει την πόρτα,ο Βίκτορ την αρπάζει ξανά και την κολλάει πάνω του. Η Μάρτζορι τρόμαξε, δεν τον είχε ξαναδεί να δακρύζει.
"Όχι Μάρτζορι,δε μπορώ να σε αφήσω να φύγεις!
""Γιατί Βίκτορ;"
"Γιατί εσύ είσαι η γυναίκα μου!".
Το φιλί του έλιωσε κάθε αμφιβολία μέσα της. Την κόλλησε στον τοίχο, τα χέρια του αγκάλιαζαν αχόρταγα κάθε χιλιοστό των θέλγητρων της.
Το μεταξένιο της σώμα έτρεμε από λαχτάρα. Ένιωσε την άκρη του ανδρισμού του να πάλλεται στα λαγόνια της.
Έκαναν έρωτα σαν έφηβοι στον καναπέ. Λίγες ώρες μετά, απολάμβαναν τη δύση του ηλίου, από το τζακούζι, στο ιδιωτικό τζετ του Βίκτορ. Ο έρωτας είναι απρόβλεπτος και μόνο οι τολμηρές καρδιές μπορούν να ακολουθήσουν τα βήματα του χορού του, ενός χορού ανάμεσα στο για πάντα και στο ποτέ, με το ένα πόδι στην κόλαση και το άλλο στον ουρανό. Καρδιές όπως της Μάρτζορι και του Βίκτορ.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου