Παραμονή Χριστουγέννων. Νυσταγμένα μάτια χαζεύουν την οθόνη. Ξαφνικά πέφτει μαύρο. Η εικόνα επανέρχεται. Στο στούντιο του σταθμού, ένας άντρας με λαχανί κοστούμι, πορτοκαλί πουκάμισο και μάσκα κλόουν, με μια μεγάλη λαστιχένια μπλέ μύτη να ξεχωρίζει.
"Κυρίες και κύριοι, συγγνώμη για την ενόχληση, όμως κάνουμε επανάσταση".
Δεν ήταν πολύ πειστικός, όμως το Καλάσνικοφ που κράδαινε και οι χειροβομβίδες που κρεμόντουσαν από το πουκάμισο του έμοιαζαν αληθινές. Πίσω του, τέσσερα άτομα, με ροζ φόρμες εργασίας και μάσκες με το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Ο κύριος λαχανί στάθηκε μπροστά από την κάμερα. Έβγαλε ένα τσιγάρο, το άναψε, έκατσε πίσω στην καρέκλα και ακούμπησε τα πόδια του στο γραφείο. Ένα χέρι μπήκε στο πλάνο και του έδωσε ένα ποτήρι με ουίσκι. Ήπιε το μισό και έκανε νόημα στην κάμερα. Το πλάνο έσφιξε σε κοντινό.
"Αγαπητοί τηλεθεατές, το ξέρω πως περιμένατε άλλο ένα εορταστικό πρόγραμμα κονσέρβα, με κάποιον τραγουδιστή που φοροδιαφεύγει και δηλώνει στην εφορία μπουφετζής, από αυτούς που ανάμεσα στα μπαγιάτικα τραγούδια του, θα μας ζαλίσει τους αδένες με το πόσο ερωτευμένος είναι αυτή την εποχή, πόσο θέλει να κάνει οικογένεια και πόσο αγαπάει τις γιορτές.
Δυστυχώς δε θα μας πει ότι ψηφίζει δεξιά, ότι στα μαγαζιά που εμφανίζεται ανήκουν σε μέλη του υποκόσμου, απασχολούν ακροδεξιούς και είναι βιτρίνα για διάφορες ποινικά κολάσιμες πράξεις, πως η μόνιμη συνοδός του πληρώνεται με τη μέρα και ο ίδιος προτιμά στο κρεβάτι του υπερπροικισμένους μετανάστατες, από Αφρική κατά προτίμηση. Δεν είμαστε εδώ για να κρίνουμε τις σεξουαλικές προτιμήσεις κανενός, πως θα μπορούσα άλλωστε να κρίνω τον οποιοδήποτε, φορώντας λαχανί κοστούμι με πορτοκαλί πουκάμισο. Η ενδυματολογική επιλογή δεν έγινε τυχαία. Ο αισθητικός εμετός που υποβάλλεστε αυτή τη στιγμή, έχει συμβολικό χαρακτήρα.
Να σας υπενθυμίσει, πως μπορείτε να κλείσετε την τηλεόραση όποτε θέλετε. Καθημερινά, κάνετε το μαλάκα σε πολύ χειρότερες καταστάσεις, αλλά δε μιλάτε, δεν κάνετε τίποτα. Και αυτή τη στιγμή, μουρμουρίζετε βρισιές, γιατί κάποιος σας διέκοψε τη βραδινή σας διασκέδαση. Και πως θα χωνέψετε τώρα; ".
Ο κύριος λαχανί άδειασε το ποτήρι και πέταξε το τσιγάρο μέσα.
"Ας περάσουμε στο ψητό. Μην αλλάξετε κανάλι, είμαι σε όλες τις συχνότητες. Πριν μερικές ώρες, ρίξαμε στα απόθεματα νερού τεράστιες ποσότητες LSD και Viagra. Με την ελπίδα, αύριο το πρωί η πρωτεύουσα να γιορτάσει τη γέννηση του Χριστού με μια μεγαλειώδη μαστουρωμένη παρτούζα. Για να μη νομίζουν κάποιοι πως θα τη γλυτώσουν, προλάβαμε να διοχετεύσουμε αρκετά χιλιάδες λίτρα από το ιδιαίτερο μείγμα μας, σε αναψυκτικά, καφέδες, και γενικά σε κάθε είδους ρόφημα, τυποποιημένο και μη. Είναι απλά ζήτημα χρόνου, μέχρι να αρχίσετε να σοδομίζετε την πεθερά σας, ενώ φοράτε το τραπεζομάντιλο σαν μπέρτα.
Δώστε ρεπό στα ανούσια ερωτήματα και απολαύστε τη διαδρομή. Σε μερικά χρόνια, η ερώτηση "που ήσουν στη μεγάλη παρτούζα του 2023;" θα πάρει διαστάσεις θρύλου. Καλή χώνεψη και καλή διασκέδαση".
Μαύρο στην οθόνη. Αμέτρητα τηλεφωνήματα προς την Αστυνομία και το ΕΚΑΒ. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους τρομοκρατημένος. Χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να καίνε ό,τι βρουν μπροστά τους. Ολόκληρες συνοικίες έγιναν θρύψαλα. Ο όχλος ισοπέδωσε αστυνομικά τμήματα, περίπτερα και σούπερ μάρκετ. Αναφορές για όργια σε πλατείες και νυχτερινά μαγαζιά σε όλη την Αθήνα. Η πρωτεύουσα παρέλυσε. Τα ΜΑΤ παρατάχθηκαν έξω από τη Βουλή, αλλά σε μερικά λεπτά, το πλήθος τους ισοπέδωσε. Εμφανίστηκε μια νταλίκα που την οδηγούσε μια 80χρονη, ενώ από τα ηχεία ακουγόταν το Ανοίξτε τα τρελάδικα της Βιτάλη.
Η αφηνιασμένη γριά πάτησε πέντε ΜΑΤ και εισέβαλλε στο κοινοβούλιο. Χιλιάδες κόσμου την ακολούθησε. Σε λιγότερο από μισή ώρα, η Πλατεία Συντάγματος είχε γίνει φλαμπέ. Ο στρατός βγήκε στους δρόμους, όμως το πλήθος δεν έκανε πίσω ούτε στιγμή. Συνταξιούχοι καμικάζι, έπεφταν από τις ταράτσες ζωσμένοι εκρηκτικά, μετατρέποντας τα άρματα σε κονφετί. Για δέκα μέρες, η Αθήνα ήταν ένα χίπικο καρναβάλι με ντόπα για άλογα. Drones πετούσαν πάνω από τα ερείπια, βομβαρδίζοντας ηχητικά τα πλήθη, με death metal, Κατερίνα Στανίση και το soundtrack του Frozen. Στις συχνότητες της δημόσιας τηλεόρασης, προβάλλονται πορνό με κτηνοβασία και νάνους, στιγμιότυπα από το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου 1982-83 και συνεντεύξεις του Ευάγγελου Γιαννόπουλου. Tα ξημερώματα, λίγο πριν το πρόγραμμα τελειώσει, μια παραμορφωμένη φωνή απήγγειλε ένα λεκτικό παραλήρημα με συνοδεία μπουζουκιού.
"Η υπερβατική συνειδητότητα είναι η απουσία σκέψεων. Μετά όμως ήρθαν οι λέξεις και με βρήκαν, μου έδειξαν τη ζούγκλα μέσα στα μάτια τους. Μεθυστικό όργιο, που μετέτρεψες τη χωματερή τσιμέντου σε ποιητικό σύμπαν. Ιλαρό προσωνύμιο η πίστη που εκμηδενίζει την απόσταση και το χρόνο. Ξεδοντιασμένα βαμπίρ με ηπατίτιδα, ένα καρναβαλικό πάρτυ είναι η ζωή μας, αλλά ό,τι και να ντυθείς, ο ίδιος είσαι από μέσα. Γιατί αυτά τα ζώα δεν αντέχουν τη μοναξιά. Η αλληλοκανιβαλιστική υποστασιοποίηση του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού. Καληνύχτα εθνικιστικά ερμαφρόδιτα πνευματικά στειρωμένα χοιρινά, ό,τι κι αν λέτε στον εαυτό σας, είστε απλά μεταβλητό κεφάλαιο. Η ηγεμονία είναι όταν ο εκμεταλλευόμενος βρίσκει την ευτυχία στην εκμετάλλευση.
Όποιος πίστευε ότι οι μυστικές υπηρεσίες θα έβρισκαν τους εγκληματίες, ήταν βαθιά νυχτωμένος. Για να παρακολουθούν τους συνεργάτες του πρωθυπουργού καλοί ήταν, για σοβαρές δουλειές ούτε συζήτηση. Πολιτικοί, δημοσιογράφοι, γενικά όποιος είχε λόγο να φοβάται, έφυγε από τη χώρα νύχτα, τα ποντίκια το έσκασαν προς όλες τις κετευθύνσεις, και βάφτισαν την κλάψα τους στα μέσα δικτύωσης αντίσταση, επαγρύπνηση και άλλες λέξεις που δεν είχαν ιδέα τι σημαίνουν.
Η ενδέκατη μέρα ήταν ένα τεράστιο hangover. Άρχισε η γκρίνια. Οργανώθηκαν συμμορίες σε κάθε περιοχή. Έπεφταν κορμιά για τρόφιμα, τσιγάρα και καύσιμα. Οι πολιτικοί είχαν φύγει από τη χώρα. Τα Μ.Μ.Ε. είχαν ισοπεδωθεί, η όποια ενημέρωση γινόταν μέσω social media. Ο κόσμος άρχισε να βαριέται. Πόσες selfie να βγάλεις πάνω από τα αποκαΐδια; Ωραίο το πάρτι, αλλά κάποιος πρέπει να μαζέψει και να κάνει καμιά δουλειά. Αυτό ήταν το πρόβλημα.
Κανείς δεν ήθελε να δουλέψει, ειδικά με τους μισθούς που υπήρχαν. Ο επόμενος μήνας κύλησε με πειράματα. Κάπου ανάμεσα στην αλληλεγγύη, τον αναρχισμό, το πλιάτσικο και τη φεουδαρχία Mad Max version. Ο κύριος λαχανί επανεμφανίστηκε στο Tik Tok. Βομβαρδίστηκε από μηνύματα θυμού. Οι περισσότεροι τον κατηγορούσαν για την κατάσταση. Ο κύριος λαχανί άναψε το τσιγάρο του και χαμογέλασε.
"Αγαπητοί συμπολίτες, ειλικρινά πιστεύετε πως εγώ φταίω; Αναρωτηθείτε για μια στιγμή. Επειδή κάποιος με λαχανί κοστούμι στην τηλεόραση, σας είπε ότι τα αποθέματα νερού μολύνθηκαν με LSD και Viagra, σημαίνει πως είναι αλήθεια; Ελάτε τώρα, αναλάβετε τις ευθύνες σας, μεγάλα παιδιά είστε. Γκρινιάζετε συνεχώς χωρίς λόγο. Έχετε την ελευθερία σας και το μόνο που κάνετε, είναι ν'ανεβάζετε θλιβερά βίντεο που μουρμουράτε ασταμάτητα. Πνίγεστε στις αντιφάσεις σας. Ώρες ώρες μοιάζετε με φεμινίστριες που θέλουν να κερδίσουν τα καλλίστεία, τόσο θλιβερά ηλίθιοι. Σοβαρευτείτε. Και για να δείτε πόσο καλός είμαι, στο τέλος της μετάδοσης, θα σας δώσω τις διευθύνσεις από τις απόθηκες μεγάλων σούπερ μάρκετ - και όχι μόνο- για να συνεχίσετε το μικρό σας πάρτι. Καλά να περάσετε".
Οι αποθήκες έμοιαζαν με σπασμένες κονσέρβες μετά τις επιδρομές. Πέρασαν μήνες που όλο το λεκανοπέδιο έμοιαζε με φωτιά που σιγοκαίει. Επενέβη το ΝΑΤΟ. Ένα χρόνο μετά, σχεδόν κανείς δεν ήταν σίγουρος αν όλο αυτό είχε συμβεί πραγματικά. Τα Χριστούγεννα του 2024 ήταν ήσυχα. Στην ατμόσφαιρα υπήρχε μια ανθυποψία, ίσως επιθυμία πως το χάος θα επέστρεφε. Τίποτα δεν έγινε.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Ένας σκηνοθέτης περιμένει στην αίθουσα αναμονής. Η γραμματέας του λέει να περάσει στο γραφείο του διευθυντή παραγωγής.
"Ωραίο το σενάριο σας, αλλά από ό,τι είδα στο βιογραφικό σας, δεν έχετε εργασιακή εμπειρία σαν σκηνοθέτης. Αν τελικά συμφωνήσουμε, ίσως να προσληφθείτε ως δεύτερος βοηθός στη σειρά".
Ο σκηνοθέτης βαριεστημένα έδωσε ένα στικάκι στον διευθυντή. Στην οθόνη του υπολογιστή, πλάνα από γύρισμα. Ένας κλόουν με λαχανί σακάκι κάνει πρόβα τα λόγια του, γύρω του διάφοροι με ροζ φόρμες εργασίας και ψεύτικα όπλα. Ο διεθυντής προσπαθεί να παραμείνει ατάραχος.
"Είναι αλήθινό αυτό που είδα;"
"Ναι".
Ο διεθυντής έτριψε το πρόσωπο του ταραγμένος.
"Και γιατί να μην πάω στην αστυνομία;"
"Και τι θα κερδίσεις από αυτό; Και να πας, θα αρνηθώ τα πάντα. Επιπλέον, το συνεργείο καθαρισμού που ανέλαβε την επιχείρηση σου, βρήκε κάτι πολύ ενδιαφέροντα τιμολόγια. Ξέρεις για ποια μιλάω. Φαντάζομαι δε θέλεις να φτάσουν στα λάθος άτομα".
Ο διευθυντής έδωσε το στικάκι πίσω στο σκηνοθέτη.
"Τι θέλεις;"
"Τη σειρά θα τη σκηνοθετήσω εγώ. Χωρίς αντιρρήσεις και παρεμβάσεις"
"Εντάξει. Θα σου στείλει η γραμματέας τα συμβόλαια".
Έδωσαν τα χέρια.
"Δε γίνεται να μη σε ρωτήσω. Γιατί το έκανες; Και κυρίως πως;".
I don't know how I got here. I woke up in a labyrinth of screens. Everybody is famous, everyone is a star. At least, in their own minds. Social media is a market place, welcome to the bazaar, everyobody is a sex toy, an accessory. For sale or rent. This world is being sucked out of it's ass. Entertainment monopolies are destroying culture in every sense.
I'm not rich enough to afford mental breakdown. Are we that broken form the internet? The planet is getting fist fucked, but for a beautiful moment in time, we created a lot of value for the shareholders. What a magnificent abomination the west is... Filled with ultra fucked numb puppets with delusional princess syndrome, that find everything disgusting and all around offensive. A Kardashianized zoo that craves subconsciously to be atomic dust.
You're not special. You don't deserve anything. If you don't get it through your thick skull, that happiness, harmony, self-fulfillment or whatever word you use on Twitter these days, comes from the collective good. But this isn't fun, is it? You want a private, customised future. A trailer, of a movie that you' ll never watch, of a life that will never be. But it's yours and only yours, and that's what counts. Class conflict used to be classy.
Let's sabotage ourselves and fuck things up again, and see what happens. We are living in a simulation and someone turned the ridiculousness setting to max. Mental illness is a hell of a drug. We are all actors in this life. It's just that most of us are underpaid for the role we play. Are you ready for the Post apocalyptic rape porn? I'm still alive for reasons I don't understand. I didn't expect anything and I'm still disappointed. Sick and tired of parasites asking why it's hard to find a good host. I'm not angry. I always hated tantrums Network style. Another thing, that the second it came out, it was already branded, packaged and advertised. What is your favorite brand of chaos? Here, try our new flavor, the furious prophet, with a twist of lemon. I'm not pissed, I'm not even dissapointed anymore. I'm bored, friend.
I'm sick of your stories
of your reels
of your quotes
of your travels
of your TikToks
of your hashtags
of your captions
of your genders
of your racism
of your irony
of your vibes
of your post post everything
of your meta nonsense
of your filters
of your austerity
of your European Union
of your preaching
of your cancel culture
of your OnlyFans
We're fucking ostriches, with our heads so deep in the sewer, that the stench seems like the fragnace of heavens. In the meantine, let's play capitalism, like it's another season of Friends. Nobody is laughning, nobody is entertainted. And the landlords of the planet are puzzled. Why do the peasants don’t like my vanity projects? I specifically ordered them to like it. Anyway, our research team will make a better update for your digital dystopia. Keep on doing the dirty work, the heavy lifting and some day, the crumbs will fall at your feet.
We're not even extras in the global orgy. We are the domestic staff. Be a good slave, work endless hours, give us your money, give us your kids, give us your data so we can buy and sell you for the sixth time, and maybe you'll get a handjob. Isn't this fun children? No, it never was. We've reached the end of meaning. There's never was one, but we've passed the point of overanalyzing nothing 200 miles ago. If Dante was alive today, he'd blew his brains out to stop the headache from your whining. Because our stupidity is the real hell.
Life isn't another version of all those awful indie dramadies that play at the Sundance Film Festival. You know the ones, they're always a horrible combination of Wes Anderson, twee, and bad alt-rock music. Nothing feeds our souls, they're shrinking, weathering away from thirst. We are just commodities, polluting the Earth. A dumpster on fire. So keep on praying to whatever god you came up this week, for the world to end, because it won't get any better. Pray for rain. I don't know why I don't know why. Receptors overloaded, they burst and disconnect, 'til there was little feeling, please work with what is left. I'm bored beyond redemption.
Pray for rain and fuck these double dildo acrobat and carpet cleaner influencers
fuck your life coaches
fuck your toxicities
fuck your self-improvement
fuck your therapy
fuck your astrology
fuck your sexism
fuck your pretentious art
fuck your political correctness
fuck your clickbait
fuck your double standards
fuck your fake news
fuck your narcissism
fuck your tattoos
fuck these dysfunctional insecure actors and actresses
To Killer είναι μινιμαλιστικό σε σχέση με τις τελευταίες ταινίες του Fincher. Όμως είναι πολλά περισσότερα από μια άσκηση ύφους. Στο χαρτί είναι μια απλή ιστορία εκδίκησης. Έχουμε δει νιοστές παραλλαγές του θέματος. Η διαφορά ανάμεσα σε έναν καλό σκηνοθέτη και σε έναν μεγάλο, είναι πως θα σου παρουσιάσει κάτι συνηθισμένο με διαφορετικό τρόπο.
Η μεταφορά του ομώνυμου γαλλικού κόμικ στην οθόνη, είναι από τις καλύτερες ταινίες του 2023. Σε μια εποχή που κυριαρχεί η αφηγηματική φλυαρία(λέγε με Σκορτσέζε και Νόλαν), και κάθε "σοβαρό" φιλμ χρειάζεται 3+ ώρες για να ξεδιπλώσει το σύμπαν του, ο Αμερικανός σκηνοθέτης δείχνει πως η απλότητα της ποιότητας είναι πάντα καλύτερη από την ποσόστητα.
Ο Fincher βρίσκει στον Fassbender τον ιδανικό πρωταγωνιστή, το alter ego του υποκριτικά. Ο ανώνυμος επαγγελματίας δολοφόνος δεν είναι ο John Wick. Είναι κλινικός, χειρουργικά ακριβής. Θέλει να παραμένει αόρατος ακόμα και σε κοινή θέα. Η κινηματογραφική αφήγηση και η φωτογραφία περιγράφουν τις λεπτομέρειες των μεθόδων του εξαιρετικά, ούτε ένα πλάνο περιττό.
Σε μια ταινία με λίγους διαλόγους, ο Fassbender - στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του - λέει τα πάντα χωρίς να λέει σχεδόν τίποτα. Και ο παραμικρός μορφασμός αποκαλύπτει κάτι για τον χαρακτήρα. Το διακριτικό score των Renzor & Ross και τα τραγούδια των Smiths, ντύνουν ιδανικά τις σκηνές. Το μικρό αλλά χαρακτηριστικό πέρασμα της Tilda Swinton, η χορογραφία της μάχης στο Μαϊάμι, το ατμοσφαιρικό voice over, κομμάτια ενός παζλ που συμπλήρωνεται αρμονικά από την τελειομανία του Fincher.
Το Killer είναι η μετεμψύχωση του Samurai του Melville, σε μια καλύτερη εκδοχή. Και όπως ο Γάλλος σκηνοθέτης γύρισε μια άτυπη τριλογία με τον Delon, αρχετυπικά noir και οι εμβληματικότερες ταινίες της φιλμογραφίας του, θέλουμε κάτι ανάλογο από τη συνεργασία Fincher και Fassbender.
Γυρίζεις από το ένα πουθενά στο άλλο. Ένα ατελείωτο ηλιοβασίλεμα έχει παγώσει στην
οθόνη του ορίζοντα. Η κόκκινη πόλη είναι ένα λαβύρινθος, κάθε στενό σε οδηγεί
στην αρχή. Κανείς δεν ξέρει να σου πει αυτό που θέλεις, κανένας δεν μπορεί να
σου προσφέρει τ’όνομα που ζητάς. Τελευταία ελπίδα, ο υπόκοσμος. Σε αυτό το
κομμάτι της πόλης, όλα είναι διαφορετικά. Οδηγείς μέσα σ’έναν πίνακα του
Ιερόνυμου Μπος. Είσαι μόνιμα σε εγρήγορση, μια αίσθηση αόριστης απειλής
πολιορκεί τις αισθήσεις σου.
Παραισθησιογόνα ομίχλη, τα σχήματα και οι σιλουέτες
πνίγονται μέσα της. Η πόλη έτοιμη να εκραγεί στις αντανακλάσεις. Πυρακτωμένες
σκιές, πρόσωπα φαγωμένα από το σκοτάδι. Τι πραγματικά είναι αυτή η πόλη; Ένας
βυθός λασπωμένος από αίμα, θολωμένος από τις αναθυμιάσεις της παράνοιας;Ένα παράδοξο που τρώει την ουρά του;
Περνάς συνεχώς από το ίδιο σημείο, δεν μπορείς να βρεις το
κλαμπ που ψάχνεις. Παρκάρεις. Ανοίγεις λίγο το παράθυρο. Έντονη μυρωδιά
σκουριάς και σήψης. Κοιτάζεις τον ουρανό. Ένας βάλτος από σύννεφα έχει καταπιεί
τ’αστέρια. Τα ερωτήματα πυροβολούν ασταμάτητα μέσα σου. Γιατί βρίσκεσαι εδώ; Τι
ψάχνεις;Θυμάσαι τα τελευταία λόγια του
φίλου σου, πριν σου δώσει τα κλειδιά του αυτοκινητού του.
Το μπουλντόγκ έκατσε αναπαυτικά στην πολυθρόνα και άναψε το
πούρο του. Σε κοίταξε και γέλασε ειρωνικά.
“Η κόκκινη πόλη είναι υπόνομος ονείρων, χωματερή προσδοκιών.
Εδώ πεθαίνει το μέλλον. Κάτι περιμένει να γεννηθεί τόσα χρόνια, που έχει
πεθάνει χίλιες φορές. Και όταν το αμνιακό υγρό σπάσει τα τοιχώματα, θα
πλημμυρίσει θειικό οξύ κάθε στενό.Εδώ,
όλα είναι μια φάρσα που δε γελάει κανείς. Μια πασαρέλα από αυταπάτες. Πρόσεξε,
γιατί το χειρότερο σενάριο, είναι να βρεις αυτό που ψάχνεις”
“Γιατί με βοηθάς;»
“Επειδή βαριέμαι. Είμαι τόσο καιρό εδώ, έχω ξεχάσει ποιος
είμαι και τι θέλω. Παίζω χαρτιά κάθε βράδυ, περιμένοντας να πεθάνω. Ποιο το νόημα
να ζεις σε αυτό το μέρος; Ελπίζω να τα καταφέρεις. Να θυμάσαι δύο πράγματα.
Κανείς δεν έχει καταφέρει να φύγει από αυτήν την πόλη. Και πως τίποτα δεν είναι
αληθινό, τα πάντα επιτρέπονται».
Σου πέταξε τα κλειδιά κι έσβησε αργά το πούρο στο τασάκι.
Πριν κλείσει την πόρτα, σου έδωσε μια κάρτα. Πίσω από τα γράμματα αντιφέγγιζαν
φλόγες. Ανάβεις τη μηχανή και συνεχίζεις. Πόσες ώρες οδηγείς; Ζαλίζεσαι, το
πρόσωπο σου στον καθρέφτη ουρλιάζει χωρίς να λέει λέξη. Πέφτεις αιώνια στο κενό
της ίδιας σου της αντανάκλασης, πνίγεσαι μέσα στον εαυτό σου. Πρέπει να
σταματήσεις. Παραλίγο να τρακάρεις. Παρκάρεις άτσαλα, σβήνεις τη μηχανή. Όλα
θαμπώνουν. Λιποθυμάς.
Ήχοι σπίρτων που ανάβουν. Ανοίγεις τα μάτια. Μια πινακίδα
νεον αναβοσβήνει ρυθμικά. Φλεγόμενες λέξεις, σέρνουν τις σκιές του στον λασπώδη
πυθμένα. Βγαίνεις από το αυτοκίνητο, παραπατάς. Είσαι ακόμα μουδιασμένος από το
κενό του πόνου. Πλησιάζεις την πόρτα του κλαμπ. Κατεβαίνεις τις σκάλες. Το
μέρος ζέχνει τσιγάρο, φασαρία και πλήξη. Κάθεσαι στο μπαρ. Ένας σερβιτόρος σε
πλησίαζει, σου λέει πως σε περιμένει ο ιδιοκτήτης στο γραφείο του σε μισή ώρα.
Μασάς το ποτό σου. Κοιτάζειςγύρω σου. Φιγούρες που το έχουν σκάσει από πινακα του Μπρίγκελ παίζουν
χαρτιά με ανθρωπόμορφα ζώα. Φάλτσα γέλια, βρισιές. Το κεφάλι σου ραγίζει από τη
ζάλη. Παίρνεις το ποτό και κάθεσαι στο τελευταίο τραπέζι στη γωνία. Ανάβεις
τσιγάρο και κοιτάζεις την ώρα. Τα μάτια σου κλείνουν.
You wake
up. How long you were asleep? You look around puzzled. Everything is the same.
Or not? Too much noise from the table in front of you. The pitbull in the grey
suit is laughing hysterically.
“What,
you're waiting for the pacemaker to start? Shuffle the cards already!”
“Go easy on
the booze, big fellow”
“I’m an
articulate drunk, I know what I’m doing. Are we gonna play or not?”
“You tryin'
to snap my rhythm?”
The waiter
asks you to follow him. The owner is waiting in his office. He looks like an
extra from a Prohibition era film. He lights his cigar, leans back and smiles.
“You have
so many questions right now. Why are you here? What’s happening? Why are you
thinking and talking in another language? First of all, thank God that the
author of this abomination doesn’t speak other tongues. I can’t stand the
thought of having this conversation in French.”
You try to keep up, to comprehend. His smoke rings are perfect, one after the other.
“Do we
choose our illusions or they choose us? But that is irrelevant. I know who you
are and what you want. The thing is, do you really know? Sometimes, the thing
you want the most is the source of self-destruction”
“Spare me
the prose, I want a name.”
“Sure you
are. There’s a price.”
“What is
it?
“You can’t
go back.”
“I can live
with that.”
“Can you?
Do you remember who you were, before you got here?”
“No.”
“Maybe you
were happy.”
“If I was,
I wouldn’t be here. “
“And what
makes you so sure, that she will make you happy? Her heartis colder than a winter moon.”
“Cut to the
chase.”
He picks a
deck of cards, starts to shuffle.
“Humans are
amphibians... Half spirit and half animal... As spirits they belong to the
eternal world, but as animals they inhabit time. This means that while their
spirit can be directed to an eternal object, their bodies, passions, and
imaginations are in continual change, for to be in time, means to change. Their
nearest approach to constancy, therefore, is undulation.”
“What does
it mean?”
“First of
all, that you are uneducated. C.S. Lewis’ The Screwtape Letters is a masterpiece that
everyone should read. “
“I’ll
recommend it to my book club.”
“Secondly,
you need to reshape your perspective, if you want to survive this place.”
“I want a
name”.
He sighs
and puts down the cards.
“Go
downtown. Find the Notary.”
“And?”
“Bring me
his head and I’ll give you what you want.”
“His head?”
“Yes.”
You are
tired, beat- up. You nod and get up.
His grin is nightmarish, swallowing space and
time.
“One last
thing. The Future is, of all things, the thing least like eternity. It is the
most temporal part of time--for the Past is frozen and no longer flows, and the
Present is all lit up with eternal rays.”
“Let me
guess, C.S. Lewis?”
“You’re
catching up. Good luck.”
You can’t
drive back. Find a cheap hotel and rent a room. Fill up the bath tub with warm
water and sleep forever. Is this place some kind of Purgatory? Some psychotic comedian’s
version? His revenge on all the people who didn’t appreciate his humor? Questions
run too deep. You are exhausted, shutting down. You want to surrender, but that
song is always humming in the alleys of your mind.
Ah, my
friends from the prison, they ask unto me
“How good,
how good does it feel to be free?”
And I
answer them most mysteriously
“Are birds
free from the chains of the skyway?”
Ο δρόμος της επιστροφής ήταν ατελείωτος. Το μυαλό σου
χρειάζεται format. Δεν
ήπιες ούτε το μισό μπουκάλι. Δεν αντέχεις πια. Το αλκοόλ, την αυτολύπηση. Δεν
μπορείς να κλάψεις. Οι λέξεις έχουν χάσει όλο τους το οξυγόνο, τα ψίχουλα της
μνήμης δε φτάνουν να χορτάσουν το αδηφάγο παρόν. Η καρδιά έχει στεγνώσει, όμως ονειρεύεται. Δύο
μέρες μετά ήσουν έτοιμος. Βρήκες εύκολα το Συμβολαιογράφο. Το γραφείο του ήταν
σαν βομβαρδισμένη βιβλιοθήκη.Ήταν
τεράστιος. Ένας θαλάσσιος ελέφαντας μέσα σε μωβ κοστούμι. Έπαιζε νευρικά με το
χρυσό ρολόι που κρεμόταν από το γιλέκο του.
“Ξέρω ποιος είσαι και γιατί ήρθες”
“Υπάρχει κάποιος σε αυτή την πόλη που να μην το ξέρει;”.
Μια μουτζούρα χαμόγελου σχηματίστηκε στα χείλη του. Έβαλε το
ρολόι στην τσέπη και φόρεσε τα γυαλιά του.
“Λοιπόν; Θα με αποκεφαλίσεις τώρα ή αργότερα;”
“Δεν έχω σκοπό ν’αποκεφαλίσω κανέναν. Δεν μπορεί να μην
υπάρχει ένας απλούστερος τρόπος να βρω ένα όνομα”.
Έτριψε τα χέρια του και καθάρισε το λαιμό του.
“Θα προσπαθήσω να σου εξηγήσω την κατάσταση, όσο πιο
συνοπτικά μπορώ. Αυτός που σε έστειλε εδώ κι εγώ, είμαστε οι μόνοι που πουλάμε
ονόματα. Είμαστε καρτέλ. Εδώ και κάποιο καιρό, υπήρχε μεταξύ μας μια ανακωχή. Όμως
ο ανταγωνισμός δεν σταματάει ποτέ. Είσαι άλλο ένα πιόνι, ανάμεσα σε δύο
ολιγοπώλια”
“Μπορείς να μου δώσεις ένα όνομα;”
“Δεν είναι τόσο απλό”
“Αρχίζω και σκέφτομαι σοβαρά την πιθανότητα να σε
αποκεφαλίσω, αν δε μου δώσεις μια απλή απάντηση”
“Φέρε μου το κεφάλι του και θα σου δώσω ένα όνομα”.
Έφυγες χωρίς να κοιτάξεις πίσω. Κατέληξες στο σπίτι του
μπουλντόγκ. Σε περίμενε. Του περιέγραψες την κατάσταση. Δεν είχε διάθεση.
Έφερε ένα μπουκάλι ουίσκι και δύο ποτήρια. Μέχρι τα
μεσάνυχτα, είχατε πιει το μισό. Έσβησε το πούρο του βαριεστημένα και βούλιαξε
στον καναπέ.
“Μπορείς επιτέλους, να μου εξηγήσεις τι στο γαμημενό διαόλο,
γίνεται σε αυτή την πόλη;”.
Το μπουλντόγκ κάγχασε.
“Είναι ένα εργοστάστιο συναισθημάτων που δεν λειτουργεί
τίποτα σωστά. Οτιδήποτε παράγει είναι ελαττωματικό”
“Και τι ακριβώς πρέπει να κάνω;”.
Το μπουλντόγκ άδειασε το μπουκάλι στα ποτήρια σας. Ηπίε το
δικό του με μια γουλιά. Μισοέκλεισε τα μάτια έγειρε πίσω. Το πούρο κρεμόταν
απ’τα χείλη του.
“Δεν έχεις καταλάβει τίποτα, έτσι;”
“Τι εννοείς;”
“Όλα σε αυτή την πόλη είναι παραλλαγές του ίδιου θέματος,
της αποτυχίας σου. Όλοι οι κάτοικοι είσαι εσύ. Άπειρες εκδοχές σου”
“Πως γίνεται αυτό;”
“Απελπίστηκες τόσο πολύ, που το μυαλό σου ράγισε. Η φαντασία
σου είναι η μεγαλύτερή αρετή και το χειρότερο ελάττωμα σου. Το μυαλό σου
δημιούργησε αυτή την ψευδαίσηση, για σε κρατήσει ζωντανο”
“Μη μου πως βρίσκομαι σε μια από αυτές τις ηλίθιες ταινίες,
που ο πρωταγωνιστής είναι σε κώμα, και όλα αυτά τα βλέπει στον ύπνο του;”
“Και όταν ξυπνήσει, θα βρει την αγαπημένη του, να κοιμάται
στο προσκεφάλι του; Θα’θελες…Είναι πολύ
πιο περίπλοκο απ’όσο νομίζεις”.
Είναι σειρά σου να αδειάσεις το ποτήρι. Το αλκοόλ δεν
ξεδιψάει τίποτα απόψε.
“Πως ξέρω πως μου λες την αλήθεια;”
“Δεν το ξέρεις. Όλοι λένε ψέματα εδώ. Απλά, τα ψέματα στη
μια εκδοχή, μπορεί να είναι αλήθεια στην άλλη”
“Γιατί με βοηθάς;”
“Ποιος σου είπε πως σε βοηθάω;”.
Χαμογέλασε και τίναξε την στάχτη από το πούρο.
“Τόσο καιρό, προσπαθείς να μάθεις τους κανόνες του
παιχνιδιού.Αυτό ήταν το πρώτο σου
λάθος. Δεν υπάρχουν κανόνες. Κι όσο τους
ψάχνεις, μεγαλώνεις το λαβύρινθο. Είσαι
μια μπίλια σ’ένα φλίπερ παράνοιας. Δεν μπορείς ούτε καν να χάσεις”
“Είμαι στην κόλαση;”
“Η πιο πειστική εκδοχή της κόλασης είναι μια ατέλειωτη
γραφειοκρατία, κάτι ανάμεσα σε αυταρχικό κράτος και πολυεθνική”
“Δεν ξέρω τι πρέπει να σε ρωτήσω…”
“Το χαός είναι το όνομα μιας τάξης που δε γνωρίζεις. Τα
όνειρα εδώ είναι πλαστό χρήμα. Αλλά και το πλαστό χρήμα μπορεί να αγοράσει το
οτιδήποτε”
Τον κοιτάζεις απορημένος.Σηκώνεσαι, ψάχνεις ανάμεσα στα μπουκάλια για κάποιο γεμάτο.
“Μην κουράζεσαι, δεν υπάρχει τίποτα. Κάτσε”.
Κάθεσαι απέναντι του. Παίρνει το πακέτο σου και ανάβει ένα
τσιγάρο.
“Αυτή που ψάχνεις δεν υπάρχει, δεν υπήρξε ποτέ. Κοιμήσου εδώ
απόψε, και σκέψου όσα σου είπα. Έξυπνος είσαι, θα ενώσεις τα κομμάτια”.
Άφησε το τσιγάρο μισό στο τασάκι και σηκώθηκε.
“Τουλάχιστον πες μου αυτό, ποια εκδοχή του εαυτού μου είσαι;”
“Καμιά”
“Γιατί με βοηθάς;”
“Δε σε βοηθάω”.
Το μπουλντόγκ κοντοστάθηκε στην πόρτα. Χασκογελούσε και
ήθελε να το κρύψει.
“Τι να πιστέψω απ’όσα μου είπες;”
“Τα πάντα και τίποτα. Καληνύχτα”
Έσβησε το φως κι
έκλεισε την πόρτα. Ξάπλωσες στον καναπέ. Δεν μπορείς να κοιμηθείς.
Οι φράσεις του στριφογυρίζουν στο μυαλό σου σαν περιπολικά. Αποκοιμήθηκες
αφού ξημέρωσε. Σηκώθηκες ακόμη πιο κουρασμένος. Το μπουλντόγκ έλειπε. Το
αυτοκίνητο του ήταν παρκαρισμένο έξω από το σπίτι. Ήπιες έναν βιαστικό καφέ κι
έφυγες. Μπήκες στο γραφείο του Συμβολαιογράφου. Ξαφνιάστηκε μόλις σε είδε.
Κοιτάζεις γύρω σου το δωμάτιο.
Βγαίνεις από το κτίριο με μια μεγάλη σακούλα σκουπιδιών.
Φτάνεις στο κλαμπ, είναι άδειο τέτοια ώρα. Ο ιδιοκτήτης είναι στο γραφείο του,
μετράει τις εισπράξεις. Αφήνεις με δύναμη του σακούλα μπροστά του. Σε κοιτάζει
καχύποπτα. Αφήνει τα χρήματα στο συρτάρι κι ανοίγει προσεκτικά τη σακούλα.
“Είναι κάποιου είδους αστείο;”.
Κοιτάζει την προτομή του Συμβολαιογράφου με αηδία. Χαμογελάς
σαν μεθυσμένος.
“Το κεφάλι μου ζήτησες. Δεν φταίω εγώ αν δεν διευκρίνισες”
“Πάρε αυτό το πράγμα από μπροστά μου!”.
Κατεβάζεις την προτομή στο πάτωμα και κάθεσαι απέναντι του.
Ο ιδιοκτήτης ανοίγει αργά ένα συρτάρι.
“Ήρεμα”.
Ο ιδιοκτήτης μειδιάζει και βγάζει από το συρτάρι μια χρυσή
ταμπακιέρα. Ανάβει τσιγάρο και σε κοιτάζει.
“Την
έκλεψες την προτομή;”
“Όχι, μου την έδωσε. Του φάνηκε αστείο”
“Χαριτωμένο
ήταν”
“Χαίρομαι που διασκεδάσαμε όλοι. Μπορώ τώρα να έχω αυτό που
θέλω;”
“Αφού επιμένεις. Που είναι η δεσποινίς;”
“Τι εννοείς;”
“Πρέπει να είναι παρούσα στη διαδικασία”
“Δε γίνεται διαφορετικά;”
“Δυστυχώς όχι”
“Και τι γίνεται τώρα;”
“Βρες την και ξαναέλα. Δεν έχεις πολύ χρόνο”
“Δηλαδή;”
“Λιγότερο από τρεις μέρες. Καλή τύχη”.
Βγήκες θυμωμένος από το κλαμπ. Οδηγούσες για ώρες, μέχρι που
βρέθηκες στη θάλασσα. Ξαπλώνεις στην άμμο
και κλείνεις τα μάτια. Είχε δίκιο το μπουλντόγκ. Όσο προσπαθείς, ο λαβύρινθος
μεγαλώνει. Πόσες ζωές θα χρειαστούν για να φύγεις από αυτή την πόλη; Τις σκέψεις
σου σκορπίζει η άμμος που πέφτει στο λαιμό σου. Ανοίγεις τα μάτια. Είναι εκείνη.
Φοράει ένα λευκό φόρεμα. Σου ρίχνει με το πόδι της ξανά άμμο. Χαμογελάει.
Φωτογραφίες σκόρπιες πάνω στο γραφείο. Το διαμέρισμα ένα τεράστιο τασάκι, με διακριτικές αποχρώσεις ξεθυμασμένου καφέ και μπαγιάτικης πίτσας. Είμαστε σε περίοδο ανακωχής με τους δαίμονες μου. Η κρεβατοκάμαρα είναι δικιά τους, το σαλόνι δικό μου, και η κουζίνα ουδέτερο έδαφος. Κάθε Παρασκευή βράδυ, πίνουμε και συζητάμε χαλαρά. Τελευταία ποτά. Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου στάζουν από τις γρίλιες.
Ο Mick Jagger μας κρατάει παρέα, τα λέει καλύτερα από εμάς. Τον ακούμε καπνίζοντας. Τα εχόυμε πει όλα, έχουμε υπερναλύσει τα άπαντα του σύμπαντος. Τι μένει; Η νοσταλγία, το τελευταίο καταφύγιο των σαραντάρηδων. Όταν το παρόν είναι βαρετό και το μέλλον αμφίβολο, το παρελθόν είναι η όαση. Πάντα διαφορετικό, καλύτερο από ό,τι το θυμάσαι. Σαν τραγούδι, διασκευάζεται συνέχεια.
Τι θα μπορούσε να είναι διαφορετικό; Έπρεπε να μιλήσουμε όταν μείναμε σιωπηλοί; Να σιωπήσουμε, όταν λέγαμε μαλακίες; Κάνουμε απλά το γύρο της φυλακής μας, όπως είπε η Γιουρσενάρ; Περνάμε από τα κελιά των άλλων, μοιραζόμαστε λίγο χρόνο στο προαύλιο, και αυτό είναι; Που τελειώνουν τα αόρατα κάγκελα; Που βρίσκονται οι κλειδαριές; Είμαστε τα κλειδιά για τις φυλακές των άλλων; Ζούμε τα πάντα τόσο γρήγορα, που είμαστε ήδη υπερήλικες, συναισθηματικά και ψυχολογικά; Μήπως πρέπει να το γυρίσουμε στα ναρκωτικά, γιατί με το αλκοόλ, μηρυκάζουμε τη μιζέρια και τ'απωθημένα μας, σαν κακή κουλτούρικη ταινία;
Οι δαίμονες μου βαριούνται. Εδώ και μέρες, δεν κάνουν τίποτα. Ούτε εφιάλτες, ούτε στοιχειωμένη αϋπνία. Τα βλέφαρα αμόνια, αλλά το μυαλό αρνείται να παρκάρει και να σβήσει τη μηχανή. Η μνήμη ψάχνει άσυλο, έστω για μια μέρα, για λίγες ώρες λήθης. Ξαπλώνω στον καναπέ. Τελευταίο τσιγάρο. Τι έμεινε στο κατακάθι της νύχτας; Γυρεύουμε μια ανάσα γλυκιάς γεύσης, μερικά δευτερόλεπτα κινηματογραφικής απόδρασης. Ούτε μια στάλα, εδώ και εβδομάδες.
Διαλέγω το τελευταίο τραγούδι. Μισοκλείνω τα μάτια. Θα'θελα ν'ακούσω ήχο θάλασσας. Τα κύματα ν'ανοίξουν την εξώπορτα. Να πλημμυρίσει το σπίτι. Να ξυπνήσω σε μια ερημική παραλία. Να πατήσω στην υγρή άμμο και ο άνεμος, να πάρει μακρυά κάθε περιττή σκέψη. Να πέσω με τα ρούχα στο νερό, να ξεπλύνει τη σιωπή και την πλήξη από όλες τις αισθήσεις. Ένας στίχος ποιήματος ψιθυρίζει μέσα στις φλέβες μου.
Να μην στρέφετε ποτέ την πλάτη σας στη νυχτερινή θάλασσα, αλλιώς θα σας απαγορευτεί διαπαντός να έχετε δίκιο σε οτιδήποτε.
Ανθυπομειδιώ. Τρίτο τελευταίο τσιγάρο, τέταρτο τελευταίο τραγούδι. Οι δαίμονες μου εξαφανίστηκαν. Ίσως να ψάχνουν για νέα δουλειά. Πιθανόν εδώ και μήνες, να τους στοιχειώνω εγώ. Έχω γίνει τόσο βαρετός; Μήπως τελικά η ύπαρξη, είναι μια αιώνια προσμονή; Περιμένουμε το θάνατο, και κάθε μοιραία συνάντηση πριν το τέλος, είναι οι αγγελιοφόροι του; Σκοτώνουν τη νιότη σου, την καρδιά και τα όνειρα σου; Μερική αναισθησία λίγο πριν τη νεκροψία;
Κλείνω το κινητό και το πετάω στην απέναντι πολυθρόνα. Μερικές φορές, σκέφτομαι πως αν σπάσει, θ'απελευρωθώ. Πως θα βγει ένα τζίνι μέσα από τη σπασμένη οθόνη και θα μου πραγματοποιήσει μια ευχή. Βαρέθηκα, τα σαρκοβόρα επίθετα, τις σιωπές γεμάτες κεφαλαία (ΜΗ ΒΑΖΕΤΕ ΤΟΝΟΥΣ ΣΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, ΓΑΜΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΣΑΣ!!!) και θαυμαστικά, λέξεις και προτάσεις, που λένε λιγότερα από το τίποτα. Φωτογραφίες που μοιάζουν με πλαστό χρήμα, δεν αγοράζουν τίποτα πια, ούτε μερικά δευτερόλεπτα περιφρόνησης.
Πάθαμε ανοσία και στον κυνισμό; Τίποτα πλέον δε μπορεί ν'αμβλύνει την ανία; Ταινίες, σειρές, βιβλία, τραγούδια, βόλτες, κάρβουνα που τα πετάμε στο στόμα της μηχανής, ώστε να μη σταματήσει να κινείται; Προς τα που; Μήπως κάνει συνεχώς κύκλους; Μήπως πρέπει να φύγει από τις ράγες; Μήπως θα ήταν καλύτερα, να σταματήσω τις σαχλές παρομοιώσεις, στις πέντε το πρωί;
Τι θέλω; Μια νύχτα που να ξεκινάει με πυροτεχνήματα. Η τελευταία που θυμάμαι ήταν θλιβερή. Η ηχώ του τραγουδιού αλώνει την αϋπνία.
Αι προφήται οδήγησαν τον εκλεκτό λαό μέσα στην έρημο του πραγματικού. Σύντομα άρχισαν οι διαμαρτυρίες, η πίστη κλονίστηκε.
"Δεν έχει Wi Fi εδώ!"
"Βαρέθηκα ν'ανεβάζω stories με φόντο την έρημο, δεν παίρνω ούτε ένα like!"
"Brunch δεν έχει;"
"Μα που είναι η παραλία επιτέλους;"
Οι προφήτες έκαναν time out. Έπρεπε να βρουν μια λύση.
"Σας τα'λεγα μαλάκες, έπρεπε να μείνουμε στη Βαβυλώνα ή την Αίγυπτο. Δημόσιο, 8ωρο, πενθήμερο. Θέλατε start-up με νέα θρησκεία, πάρτε τους αδένες μου τώρα!"
"Δεν αντέχω άλλο τη μίρλα τους, τι θα κάνουμε;".
Ο γηραιότερος εκ των τριών έξυσε το μούσι του όσο πιο διανοουμενίστικα μπορούσε.
"Πρέπει να βρούμε έναν αντιπερισπασμό"
"Με την διάσπαση προσοχής που έχουν από το Tik Tok δε θα καταλάβουν τίποτα"
"Ένα θαύμα ίσως..."
"Πάλι; Τρία κάναμε την προηγούμενη εβδομάδα και ούτε δέκα κοινοποιήσεις δεν είχαμε"
"Μήπως να τους παρατήσουμε εδώ και να πάμε Καρχηδόνα;".
Έπεσε βαθιά αμήχανη σιωπή, όπως σε κουλτούρικη ταινία.
"Και πετρέλαιο να βρούμε, θα πρέπει να περάσουν αρκετοί αιώνες για να το εκμεταλλευτούμε, άσε που θα πλακώσουν οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί και θα μας κάνουν σουρωτήρι"
"Ποιοι είναι αυτοί;"
"Σαν τους Ρωμαίους, αλλά με πυρηνικά και καλύτερη προπαγάνδα"
"Τι είναι οι Ρωμαίοι;"
"Αυτοί οι αναχρονισμοί σε αυτά τα διηγήματα, γίνονται κουραστικοί".
"Δεν είναι μακρυά από'δω. Θα τον ποτίσουμε -με ό,τι τέλος πάντων μαστουρώνει αυτή την εβδομάδα- και θα τους υπνωτίσει με τα παραληρήματα του για τα οράματα που του στέλνει ο θεός"
"Δεν είναι κακή ιδέα"
"Πάμε για ύπνο. Θα τους το ανακοινώσουμε το πρωί".
Η παγωμένη αγκαλιά της ερήμου έσβησε τις σκέψεις τους. Έψαχναν λίγη ζεστασιά στα όνειρα και τις αναμνήσεις τους. Η έξοδος από την Αίγυπτο, το αβέβαιο μέλλον, οι απώλειες μέσα στην αμμοθύελλα, η απουσία του Κυρίου, η ήττα του Ολυμπιακού στο κύπελλο. Οι δοκιμασίες ήταν ατέλειωτες. Το χάραμα έσταξε το αίμα του στον καμβά της ερήμου. Καυτός, ξηρός αέρας. Δίψα που στοίχειωνε κάθε ανάσα. Οι προμήθειες τελειώναν, άρχισαν οι καυγάδες για το νερό.
Οι προφήτες τους μάζεψαν γύρω τους.
"Λαέ του θεού, το ξέρω πως υποφέρετε, όμως είμαστε κοντά στη λύτρωση, στη γη της Επαγγελίας!"
"Δεν έχει λεωφόρειο να πάμε;"
"Έστω ταξί, βαρέθηκα να περπατάω"
"Ακούστε με. Είστε ο εκλεκτός λαός του θεού, και.."
"Αφού είμαστε ο εκλεκτός λαός, δεν μπορούσε να μας δώσει αυτοκίνητα;"
"Ναι, έστω μηχανάκια"
"Πολύ τσιγκούνης είναι αυτός ο θεός"
"Σκάσε βλάσφημε!"
"Τι είπες μωρή σερβιέτα;".
Ο γηραιός προφήτης επενέβη σαν διαιτήτης, λίγο πριν οι δύο ομάδες αρχίσουν τα κουτουλίδια.
"Αδέρφια, σταματήστε! Δεν ντρέπεστε να τσακώνεστε σαν κτήνη, μπροστά στα μάτια τους Πατέρα σας; Με αυτό τον τρόπο θα τον ευχαριστήσετε για την ευλογία του;"
"Εμένα ο πατέρας μου έχει πεθάνει εδώ και δέκα χρόνια"
"Εγώ δε γνώρισα πατέρα"
"Ε τέτοια πουτάνα που ήταν η μάνα σου..."
"Τι είπες ρε γαμημένε γαμιόλη;".
Η σύρραξη απετράπη στο παρά ένα. Ο junior executive προφήτης έκανε ένα μίνι θαύμα, τα χέρια του πήραν φωτιά και χώρισε στα δύο τον εξαγριώμενο όχλο.
"Σιγά το κόλπο!"
"Έχω δει tutorial στο Youtube, ξέρω πως το κάνει"
"ΒΓΑΛΤΕ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΠΥΡΙ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ!!".
Είχε κερδίσει την προσοχή του κοινού. Το δύσκολο ήταν να την κρατήσει.
"Αν δε μείνουμε ενωμένοι, δε θα φτάσουμε ποτέ στη γη της Επαγγελίας! Ο ουράνιος πατέρας μας δοκιμάζει, θέλει να σφυρηλατήσουμε την πίστη μας στην έρημο, να του αποδείξουμε ότι είμαστε άξιοι της επιλογής του. Ο εκλεκτός λαός είναι ο αγαπημένος υιός του θεού, γιατί κράτησε την πίστη του, κάτω από την τυραννία των βαρβάρων, μέσα στις απώλειες και την εξορία από την πατρίδα. Είστε ελεύθεροι, ο θεός σας οδήγησε μακρυά από τους δυνάστες Φαραώ. Προτιμούσατε να είστε ακόμα σκλάβοι;" .
Το ακροατήριο ήταν σκεπτικό.
"Ε δεν ήταν και τόσο άσχημα στην Αίγυπτο. Μπορεί να δουλεύαμε 18 ώρες, 7 φορές την εβδομάδα, τουλάχιστον είχαμε τροφή και στέγη"
"Και οι συνθήκες είχαν βελτιωθεί τελευταία. Τα μαστιγώματα μειώθηκαν σε 2 φορές τη μέρα. Και μας χτυπούσαν με νέα οικολογικά μαστίγια"
"Οι αλυσίδες έγιναν ανατομικές, και μπορούσες να διαλέξεις όποιο χρώμα θέλεις"
"Μας έδιναν και επιδόματα, μην είμαστε άδικοι. Slavepass, επιδότηση σανού"
"Νιώθαμε ασφάλεια στα κελιά μας, δεν υπήρχε εγκληματικότητα"
"Είχαμε δωρεάν κοπριά"
"Κάποιοι είχαμε και τα τυχερά μας με κάτι χήρες".
Η ημικρανία χτυπούσε επίμονα το κουδούνι στο κρανίο του νεαρού προφήτη. Ο μεσαίος της παρέας πήρε το μικρόφωνο και ξεκίνησε το δεύτερο πρόγραμμα.
"Αδέλφια, αναπαυθείτε, γιατί αύριο θα συναντήσετε τον ερημίτη! Ο θεός θα σας μιλήσει μέσω εκείνου. Θα μας δείξει το δρόμο. Μη χάνετε την πίστη σας, σύντομα θα είμαστε στη νέα μας πατρίδα!".
Χλιαρότες επιδοκιμασίες.
"Αυτός ο θεός έχει αγοραφοβία και δεν εμφανίζεται ποτέ;"
"Ή είναι τόσο σνομπ και μας αποφεύγει;"
"Αυτό έλειπε, η αστική αριστοκρατία να συγχρωτίζεται με τους μουζίκους. Σύντροφοι, δεν υπάρχει θεός, μόνο η νίκη στην πάλη των τάξεων. Η γη της Επαγγελίας είναι η αταξική κοινωνία. Μην..."
"Άρχισες πάλι τις μαλακίες;"
"Μην τον παρεξηγείς, του έμεινε κουσούρι από τα βασανίστηρια των Αιγυπτίων"
"Καλά του έκαναν, με τις παπαριές που λέει. Γιατί τον πήραμε μαζί;".
Ο γηραιός προφήτης σφύριξε τη λήξη και ο όχλος πήγε για ύπνο. Τα μεσάνυχτα, οι τρεις προφήτες περπάτησαν μέχρι τον ερημιτή. Κοίταζαν για αρκετα λεπτά τη μεγάλη τρύπα στο έδαφος.
"Που είναι ο μαλάκας;"
"Δεν ξέρω, μήπως κυνηγάει σαύρες πάλι;"
"Για φώναξε τον"
"Γιατί εγώ;"
"Εσύ τον ξέρεις καλύτερα, εσένα σε ακούει".
Ο μεσήλιξ προφήτης έβγαλε έναν αναστεναγμό αγανάκτησης κι έσκυψε πάνω από το άνοιγμα.
"Αδελφέ, εμείς είμαστε, βγες έξω!".
Καμία απάντηση.
"Φέραμε φαγητό και κρασί".
Τίποτα.
"Αυτό συνήθως πιάνει"
"Λες να πέθανε από την πείνα;"
"Φέραμε και γυναίκες".
Φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Ο νεαρός προφήτης δεν άντεξε, έσκυψε πάνω από την τρύπα και φώναξε με όλη του δύναμη.
"Μωρή παλιοπουστα, πάλι μπουκωμενος είσαι, στην υπόγα που τρυπιέστε μεταξύ σας με το άλλο το σκουπίδι;".
Κάτι σάλεψε στο σκοτάδι. Ο ερημίτης βγήκε στην επιφάνεια.Έμοιαζε με raver μετά από 48 ώρες σερί χορού.
"Πως είσαι έτσι ρε γυφτόπουλο; Σαν αφυδατωμένο αρχίδι από σαλάχι"
"Είσαι καλά αδελφέ;"
"Ναι"
"Πόσες μέρες έχεις να κοιμηθείς;"
"Ναι"
"Πόσες μέρες έχεις να φας;"
"Καλημέρα".
Οι προφήτες μαζεύτηκαν λίγο πιο πέρα, για έκτακτο συμβούλιο.
"Θέλει αλλαγή μητρικής και τροφοδοτικού"
"Τι θα τον κάνουμε; Αυτός με το ζόρι αναπνέει!"
"Θα του δώσουμε από το φαγήτο μας, μπας και συνέλθει"
"Είσαι τρελός; Κι εμείς με τι θα τη βγάλουμε στην επιστροφή;"
"Μαλάκες, εγώ ακρίδες δεν τρώω!"
"Καλά μου έλεγε η Ραχήλ να γίνω vegan...".
H πρόταση πέρασε με 2-1 ψήφους. Ο ερημίτης αφού έφαγε και ήπιε όλο το νερό που είχαν μαζί ξεμπούκωσε. Τους διηγήθηκε πως ήταν μια εβδομάδα αύπνος. Ο θεός τον δοκίμαζε με φοβερά οράματα.
"Κόψε λίγο το κακτόζουμο ρε μπρο..."
"Αδελφέ, σου ορκίζομαι, ο θεός είναι θυμωμένος. Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουμε να για τον εξευμενίσουμε"
"Καλά, θα δούμε. Ακου για τι ήρθαμε".
Ο ερημίτης άκουγε προσεκτικά το σχέδιο. Έξυνε σκεπτικός τα μούσια του για πολλή ώρα.
"Δε θέλουμε να κάνεις πολλά, λίγο show με τα φώτα, κανέναν καπνό, μια ιδέα sound design, και τους πύρινους λόγους που βγάζεις. Να εμπνευστεί λίγο το πόπολο ή έστω να σκιαχτεί, μπας και σταματήσει να μας ζαλίζει τα κρεμαντέλια"
"Λοιπόν;"
"Θα σου πω, αλλά πρώτα, μήπως περισσεύει κανένα τσιγάρο;".
Οι προφήτες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.
"Τίποτα άλλο θέλεις;"
"Όχι ρε παιδιά, απλά έκλεισε το περίπτερο εδώ κοντά και έχω χαρμανιάσει".
Ο μεσηλίξ προφήτης έβγαλε από το σάκο του ένα τσαλακωμένο πακέτο.
Ο ερημίτης πήρε ένα τσιγάρο, και με μια τζούρα, είχε κάνει σχεδόν το μισό.
"Μπράβο ρε μαν, ευτυχώς κάνουμε την ίδια μάρκα"
"Λοιπόν, λέγε θα μας βοηθήσεις;"
"Πολύ ευχαρίστως, αλλά υπάρχουν κάποια μικρά προβλήματα"
"Δηλαδή;"
"Τα μισά led δε δουλεύουν"
"Κινέζικα παλιοπράγματα, τι περιμένεις..."
"Και ο προτζέκτορας δεν έχει καλώδιο. Δύο εβδομάδες το περιμένω. Amazon και μαλακίες..."
"Τεσπα, έλα και αυτοσχεδίασε"
"Εντάξει αδελφέ, αύριο το απόγευμα θα είμαι εκεί"
"Άντε να δούμε"
"Μήπως σας βρίσκεται κανένα μπούμπλε, κανά πράσινο;".
Οι προφήτες δεν κοιμήθηκαν από την αγωνία. Ο ερημίτης εμφανίστηκε στην ώρα του. Το πλήθος κάθισε γύρω του περίεργο. Ο ερημίτης άρχισε ν'αγορεύει. Το κοινό δεν ενθουσιάστηκε, οι μισοί έβγαλαν κινητό. Οι προφήτες του έκαναν νόημα ν'ανεβάσει στροφές και να μπει στο δεύτερο πρόγραμμα. Mυκηθμoί αποδοκιμασίας. Ο ερημίτης ήταν ντεφορμέ.
"Πάλι τα ίδια; Δεν μπορείτε να φέρετε Arctic Monkeys; Έστω Coldplay, πάλι με Scorpions και Madrugada θα τη βγάλουμε;".
Ο ερημίτης αναστέναξε απογοητευμένος. Άδειασε το φλασκί του και σήκωσε τα χέρια του στον αέρα. Η φωνή του έβγαινε απόκοσμη. Ο ουρανός σκοτείνιασε, ένας παγωμένος αέρας σάρωσε την έρημο.
"Μην είστε αχάριστοι και προπέτες. Ο θεός είναι αυστηρός, αλλά δίκαιος πατέρας. Και όποιος δεν ακολουθήσει τη θέληση του, θα υποφέρει για πάντα στις εσχατιές της κόλασης. Ανοίξτε την καρδιά σας, και θα βρείτε την απάντηση. Ανοίξτε το μυαλό σας, και ο δρόμος θα σας δωθεί. Ανοίξτε τ'αυτιά σας στο κάλεσμα του, κυρίως όμως, ανοίξτε τα μάτια σας, για να δείτε το μεγαλείο του!".
Μια σειρά από αστραπές άνοιξε το έδαφος στα δύο. Η ρωγμή έφτασε μέχρι το βουνό. Άλαλα τα χείλη των πιστών. Οι προφήτες δεν πίστευαν στα μάτια τους.
"Πως το έκανε αυτό ρε μαλάκα;"
"Το αρχίδι, πήρε νέο εξοπλισμό και μας το έκρυβε. Γρήγορα, να εκμεταλλευτούμε τη στιγμή!"
"Αδέλφια, ο θεός μίλησε, πάμε στο βουνό!".
Ο κόσμος αποσβολωμένος ακολούθησε τον ερημίτη. Οι πρόφητες τον πλήσιασαν.
"Πως το έκανες αυτό ρε;"
"Δεν έχω ιδέα, απλά ήμουν τυχερός".
Ο ερημίτης προχώρησε μπροστά, ενώ οι τρεις προφήτες τον κοίταζαν σαστισμένοι.
"Ρε λες να υπάρχει θεός τελικά;".
Το πλήθος μπήκε στο βουνό. Μετά από αρκετά μέτρα σκότους, αντίκρυσαν ένα απίστευτο θέαμα. Κάτω από τη γη, υπήρχε ένας υπόγειος ορίζοντας. Ένα μαγικο μέρος, γεμάτο δάση και τρεχούμενα νερά. Έπεσαν όλοι στο ποτάμι, γεμάτοι ανακούφιση. Η χαρά κράτησε ένα τέταρτο. Εμφανίστηκαν στρατιώτες, με παράξενες μαύρες πανοπλίες. Οδήγησαν τον όχλο σ'ενα κρυστάλλινο οχυρό.
Οι προφήτες οδηγήθηκαν στο βασιλιά. Έναν τεράστιο άντρα, με μάυρα μακριά μαλλιά και μούσια. Οι προφήτες του εξήγησαν την κατάσταση, ο βασιλιάς τους άκουσε με προσοχή. Τους πρόσφερε κρασί και άναψε τσιγάρο.
"Ήρθατε πάνω στην ώρα. Στο βασίλειο μου δεν πιστεύουμε σε κανέναν θεό. Δεν είμαστε ακριβώς βασίλειο, πιο πολύ κολεκτίβα, χωρίς κάθετες και ιεραρχικές δομές."
"Και τότε εσύ γιατί είσαι βασιλιάς;"
"Δεν είμαι ακριβώς βασιλιάς. Είναι πιο πολύ marketing. Επειδή είμαστε πολύ προχώ για το μέσο άνθρωπο, διατηρούμε μια πιο οικεία εικόνα με τους επισκέπτες, ώστε να προσαρμοστούν πιο ομαλά με την οργάνωση μας. Όπως έλεγα, ήρθατε πάνω στην ώρα. Έχουμε ανοιχτό διαγωνισμό, για το ποια θρησκεία θα διαλέξουμε. Έχουν έρθει σοφοί και προφήτες από όλο τον κόσμο"
"Μα πριν δεν είπατε, πως δεν πιστεύετε σε κανέναν θεό;"
"Ναι, αλλά τα τελευταία Google Analytics έδειξαν πεσμένη επισκεψιμότητα, γενικά το δεύτερο τετράμηνο υπήρξε μια χαμηλή εισροή εσόδων. Πρέπει να κάνουμε ένα rebranding, και η θρησκεία θα βοηθούσε".
Οι προφήτες δεν ήξεραν τι να πουν. Ο βασιλιάς χαμογέλασε και γέμισε ξανά τα ποτήρια με κρασί.
"Λοιπόν, ξεκουραστείτε, γιατί αύριο ξεκινάει η μάχη"
"Δηλαδή;"
"Ένας από τους τρεις σας, θα σας εκπροσωπήσει στη μάχη των ιδεών, μπροστά στο συμβούλιο. Στο τέλος θα μείνει μόνο ένας"
"Μήπως κάνετε κάποιο λάθος, αυτό είναι από άλλη ταινία".
Ο βασιλιάς γέλασε και άδειασε το ποτήρι του.
"Είστε χαριτωμένος. όποιος πείσει το συμβούλιο ν'ακολουθήσει την πόστη του, θ'ανταμοιφθεί. Οι ηττημένοι θα εξοριστούν στην άβυσσο"
"Τι εννοείται άβυσσο;"
"Δύο στενά πιο κάτω. Αέναο έρεβος, γεμάτο από τέρατα που ούτε το φως δεν τολμάει ν'αγγίξει. Ο χρόνος παραμορφωμένος, κάνει κάθε δευτερόλεπτο απόγνωσης να κρατάει χιλιετίες, πλημμυρίζει κάθε αίσθηση με αποχρώσεις του πόνου που ούτε οι θεοί δεν αντέχουν, οι φωτιές και .."
"Νταξ, το πιάσαμε το υπονοούμενο".
Οι προφήτες δεν μπόρεσαν να κοιμηθούν. Τράβηξαν κλήρο και ο εκπρόσωπος θα είναι ο γηραιότερος. Με δύο ώρες ύπνο, σηκώθηκε κακόκεφος. Ήπιε έναν σκέτο espresso και μπήκε στην αίθουσα. Οι μέρες περνούσαν, ο προφήτης αν και χαμηλά στις αποδόσεις των στοιχηματικών, έφτασε στα προημιτελικά. Χρειάστηκαν πέναλτι με αντίπαλο έναν πιστό του Ζωρόαστρη, αλλά τα κατάφερε. Όσο ο γηραίοτερος εκ των τριών έδινε τη μάχη της πίστης, ο βενιαμίν έδινε τη μάχη του έρωτα.
Μια από τις χορεύτριες του παλατιού τον αποπλάνησε. Τι του βρήκε, ένας θεός ξέρει.. Μέσα στη μέρα, το έσκαγε με κάθε ευκαιρία, μόνο και μόνο για να τη δει και να της κλέψει ένα φιλί. Οι νύχτες έλιωναν στο κορμί της, ο χρόνος μετρούσε μόνο στις σταγόνες ιδρώτα που κυλούσαν στο μαργαριταρένιο της δέρμα, κάθε χάδι, κάθε βλέμμα, τους βύθιζε στο γλυκό κενό της έκστασης.
(Σ.Σ. Τέτοια πρέπει ν'αρχίζω να γράφω, μπας και βγάλουμε κανά φράγκο, με γυναικείο ψευδώνυμο, π.χ. Κλεοπάτρα Αρχαγγέλου Καλλιγά. Να διαδραματίζονται στην ελληνική επαρχία των 50's, και ρομάντζο, και γυναικεία ενδυνάμωση, με διακριτικές φεμινιστικές πινελιές, ώστε ν'απαλλαγεί η πεζογραφία από την μονόπλευρη αφήγηση και τις εμμονές του αντρικού βλέμματος. Τεσπα, επιστροφή στην κανονική ροή του προγράμματος)
Φτάσαμε στους τελικούς. Ο γηραίος πρόφητης απέναντι σε άλλους δύο. Ο νεαρός δεν έιχε διάθεση για έρωτα. Δεν ήθελε να χάσει την αγαπημένη του.
"Μακάρι να μπορούσαμε να μείνουμε εδώ για πάντα".
Εκείνη χαμογέλασε και τον φίλησε τρυφερά.
"Κι αν μπορούμε;"
"Τι εννοείς;"
"Ακολούθησε με".
Βγήκαν από την κάμαρα, η χορεύτρια τον οδήγησε στο θησαυροφυλάκιο. Ο νεαρός προφήτης θαμπώθηκε από τ'αμέτρητα πλούτη. Η χορεύτρια του έδωσε ένα διαμαντένιο κλειδί.
"Τι είναι αυτό;"
"Είναι μαγικό αντικλείδι. Ανοίγει όποια πόρτα θέλεις, σε όποια στιγμή θέλεις στο χρόνο".
Ο νεαρός προφήτης περιεργάστηκε το κλειδί. Οι αντακλάσεις των διαμαντιών τον υπνώτιζαν, άκουγε ψιθύρους στο μυαλό του.
"Μη σε τρομάζουν οι φωνές, το κλειδί είναι ζωντανό"
"Και πως δουλεύει;"
"Μπορεί να σε πάει όπου θέλεις, αρκεί να το θέλεις πραγματικά".
Ο νεαρός προφήτης δάκρυσε, η χορεύτρια του σκούπισε τα μάτια και τον αγκάλιασε.
"Γιατί μου το δίνεις; Δε θα το ανακαλύψουν;"
"Μπαα, έχουμε κανά δυό κούτες. Σ'αγαπώ και δε θέλω να σε χάσω. Ό,τι κι αν γίνει αύριο, θα μπορείς να γυρίσεις σε μένα".
Επέστρεψαν στην κάμαρα και έκαναν έρωτα μέχρι το ξημέρωμα. Ο γηραίος προφήτης μπήκε στην αίθουσα. Ο τελικός ξεκίνησε. Πρώτος μίλησε ένας χίπστερ Αιγύπτιος.
"Σύμφωνα με την πτυχιακή μου εργασία πάνω στη βιβλιογραφία του Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν, η κατάσταση επιγραμματικά έχει ως εξής: οι κοινωνίες μας έχουν πέσει θύματα της κατάχρησης της έννοιας "θετικότητα". Η έννοια αυτή, υποβοηθούμενη από την ψευδαίσθηση της «ελευθερίας επιλογής», παράγει κουρασμένους, αποτυχημένους και καταθλιπτικούς ανθρώπους. Ο Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν τεκμηριώνει το πώς «ο σύγχρονος σκλάβος έχει σε μεγάλο βαθμό επιλέξει ο ίδιος την υποδούλωσή του», προκειμένου να εξασφαλίσει την ελάχιστα ενδιαφέρουσα και απολύτως κενή επιβίωσή του.
Κάθε μηχανισμός, κάθε τεχνολογία της εξουσίας προτείνει τα δικά της λατρευτικά αντικείμενα τα οποία τίθενται στην υπηρεσία της υποταγής. Υλοποιούν και σταθεροποιούν την εξουσία. Το μάλιστα, το κατεξοχήν ψηφιακό λατρευτικό αντικείμενο. Ως μηχανισμός εξατομίκευσης αναλαμβάνει τη λειτουργία του ροζάριου, το οποίο είναι επίσης εύχρηστο και χειροπιαστό όπως το κινητό τηλέφωνο. Σκοπός και των δύο αντικειμένων είναι η αυτοεξέταση και ο αυτοέλεγχος. Η εξουσία αυξάνει την αποτελεσματικότητά της αναθέτοντας την επιτήρηση στον καθένα ξεχωριστά. Το like είναι το ψηφιακό αμήν. Κάθε φορά που πατάμε like, δείχνουμε υποταγή στην εξουσία. Το smartphone δεν είναι απλώς ένας αποτελεσματικός μηχανισμός επιτήρησης, αλλά και ένα φορητό εξομολογητήριο. Το Facebook είναι η εκκλησία, η παγκόσμια συναγωγή της ψηφιακής εποχής".
Το συμβούλιο άκουγε εντυπωσιασμένο. Ο γηραίος προφήτης ένιωσε το άγχος να τον συνθλίβει.
"Η νεοφιλελεύθερη ψυχοπολιτική κυριαρχείται από θετικότητα: αντί να χρησιμοποιεί αρνητικές απειλές, εργάζεται με θετικά κίνητρα. Δεν χρησιμοποιεί το πικρό φάρμακο, αλλά το like. Κολακεύει την ψυχή, αντί να την παραλύει με σοκ. Επιδιώκει να ευχαριστήσει, να εκπληρώσει, αντί να καταπιέσει. Τουιτάρεις άρα υπάρχεις· κάνε like και θα σου κάνουν κι εσένα· εκμυστηρεύσου και την παραμικρή βαρετή λεπτομέρεια και θα σωθείς κι εσύ".
Παρατεταμένο χειρόκροτημα. Ο γηραίος προφήτης ήξερε πως δεν έιχε καμιά ελπίδα. Έπρεπε να σκεφτεί κάτι γρήγορα.
"Θέλετε να ζείτε σε μια εποχή μετα-πόνου, να πάσχετε από αλγοφοβία και να συγκροτείτε ναρκισσιστικές προσωπικότητες, αυτοαναφορικές, «κολάσεις του Ίδιου»; Να καταλήξετε χάμστερ - επιδοσιακά υποκείμενα, χωρίς να νιώθετε τη συστημική βία που σας ασκείται από την τοξική θετικότητα της εποχής μας, να μην μπορείτε να περαιώσετε τα έργα σας , ανίκανα για ισχυρές δεσμεύσεις, που θα καταλήξετε κουρασμένα και, κυρίως, ματαιωμένα;".
Οι άλλοι δύο προφήτες στην εξέδρα, δεν ήξεραν τι να κάνουν.
"Έχουμε φάει τέσσερα γκολ στο ημίχρονο. Πως θα το σώσει ο μαχλέπας; Τι κάνεις ρε;"
"Προσεύχομαι"
"Λίγο αργά δεν είναι;"
"Ποτέ δεν ξέρεις".
Ο Αιγύπτιος μάζευε αργά τα χαρτιά του, με τον αέρα του νικήτη.
"Η παρακμή της θερμοσθετημένης εξουσίας σε μια δήθεν επιτρεπτική κοινωνία δεν οδηγεί, ωστόσο, στην "υποχώρηση του υπερεγώ" στα άτομα. Απεναντίας, ενθαρρύνει την ανάπτυξη ενός τραχιού, τιμωρητικού υπερεγώ που, αφού δεν υπάρχουν εξουσιαστικές κοινωνικές απαγορεύσεις, αντλεί την περισσότερη ψυχική του ενέργεια από τις καταστροφικές, επιθετικές ενορμήσεις που ενυπάρχουν στο αυτό. Καθώς οι μορφές αυθεντίας στη σύγχρονη κοινωνία χάνουν την αξιοπιστία τους, το υπερεγώ στα άτομα αντλεί ολοένα περισσότερο από τις πρωταρχικές φαντασιώσεις του παιδιού απέναντι στους γονείς του -φαντασιώσεις φορτισμένες με σαδιστική οργή- και λιγότερο από εσωτερικευμένα ιδεώδη εγώ που σχηματίστηκαν από τη μεταγενέστερη εμπειρία με αγαπημένα και αξιοσέβαστα πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς. Η μόνη θρησκεία που χρειάζομαστε, είναι της λογικής και της φαντασίας, της πνευματικής ελευθερίας, απαλλαγμένης από ακαδημαϊκούς ψευτοριζοσπαστισμούς. Σας ευχαριστώ".
Standing ovation και πρόωρος γύρος θριάμβου για τον μελαμψό χίπστερ. Ο γηραιός προφήτης πήρε τη θέση του στο κέντρο της σκηνής. Σκούπισε τον ιδρώτα του, ήπιε νερό και κοίταξε το συμβούλιο. Η αμηχανία συνέχιζε να σολάρει ασταμάτητα, πίσω από κάθε του έκφραση. Κοίταξε τους συντρόφους του στην εξέδρα. Ήταν έτοιμοι να βάλουν τα κλάματα. Πήρε μια βαθιά ανάσα, σήκωσε το χέρι του, έδειξε προς τον Αυγύπτιο και ξεκίνησε.
"Picture this
I'm a bag of dicks
Put me to your lips
I am sick
I will punch a baby bear in his shit
Give me lip
I'ma send you to the yard, get a stick, make a switch
I can end a conversation real quick
I am crack
I ain't lying, kick a lion in his crack
I'm the shit, I will fall off in your crib, take a shit
Pinch your momma on the booty, kick your dog, fuck your bitch
Fat boy dressed up like he's Santa and took pictures with your kids".
Το συμβούλιο δεν πίστευε τι άκουγε, κοιταζόντουσαν όλοι έκπληκτοι. Αντιθέτως, η εξέδρα άρχισε να ζητωκραυγάζει.
"We the best
We will cut a frowny face in your chest, little wench
I'm unmentionably fresh, I'm a mensch, get correct
Η τελευταία ρίμα έβαλε φωτιά στην άιθουσα, ακολούθησε ξύλο μέχρι ναυτίας. Ο γηραιός προφήτης αφού ξάπλωσε τον Αιγύπτιο με κουτουλιά Statham®, το έσκασε μαζί με τους άλλους δύο. Το κάστρο κατέρρεε, όλοι έτρεχαν να σωθούν. Οι τρεις προφήτες βρέθηκαν στριμωγμένοι από τη φρουρά.
"Ρε θείο, τι flow ήταν αυτό; Που το βρήκες αυτό το κήρυγμα;"
"Είναι από κάτι mixtapes που έκανα παλιά στη Βαβυλώνα"
"Δεν μπορούσες να σκεφτείς τίποτα καλύτερο; Διέλυσες τα πάντα με τις μαλακίες σου!"
"Μόνο έτσι θα είχαμε ελπίδες να σωθούμε. Αλλιώς μας περίμενε η άβυσσος. Ο άλλος έδωσε ομιλία για Νόμπελ!"
"Τι είναι Νόμπελ;"
"Δεν έχουμε χρόνο, γρήγορα από τις σκάλες!".
Ενώ έτρεχαν στους κρυστάλλινους διαδρόμους, ο νεαρός προφήτης σταμάτησε. Έβγαλε το μαγικό αντίκλείδι από την τσέπη κι έτρεξε προς τα πίσω. Βρήκε τη χορεύτρια στην κάμαρα της. Σφράγισε την πόρτα πίσω του και την αγκάλιασε.
"Είσαι τρελός; Γιατί γύρισες;"
"Δεν μπορώ να φύγω χωρίς εσένα"
"Και οι φίλοι σου; Η πίστη σου;"
"Σιγά τους μαλάκες, δύο μήνες τους ξέρω. Η μόνη πίστη που έχω είναι σε σένα και στον έρωτα. Προτιμώ να πεθάνω εδώ μαζί σου, παρά ν'αναρωτιέμαι μια ζωή!".
Έβγαλε το μαγικό κλειδί και το ακούπησε στον τοίχο.
"Τι κάνεις; Δεν υπάρχει πόρτα εκεί" .
Ο νεαρός προφήτης χαμογέλασε. Πήρε το χέρι της και το έβαλε να πιάσει το κλειδί. Ένα φωτεινό περίγραμμα πόρτας άνθισε στον τοίχο. Η άλλη πλευρά οδηγούσε στ'αστέρια. Πέρασε το χέρι του στην μέση της και χάθηκαν στο άπειρο.