Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

Το ημερολόγιο ενός φυγά XI

 


Μερικές μέρες έμειναν. Θα προτιμούσα να φύγω με τρένο, κάνει τη φυγή λίγο πιο συμβολική. Κοίταζα τα αρχεία στον υπολογιστή. Δεκάδες σενάρια, μισοτελειωμένα διηγήματα, ένα μυθιστόρημα που μάλλον θα μείνει για πάντα στις 40 σελίδες, φωτογραφίες, σημειώσεις, playlist που δε θα ανέβουν ποτέ.

Είναι παράξενο το πόση δύναμη κρύβουν κάποιες φωτογραφίες, λες και έχουν άρωμα. Ξυπνάνε αμέσως την ανάμνηση, και η εικόνα μεταμορφώνεται σε πλάνο ταινίας. Κόλλησα σε μια, κάπου στην Σαλαμίνα. Είναι από τις ελάχιστες που χαμογελάω. Σε μια κρυφή παραλία. Ένιωσα τη ζέστη που είχε εκείνη η μέρα, σηκώθηκα και για μια στιγμή, είχα την ανάγκη να κάνω μπάνιο, για να φύγει η άμμος και η αλμύρα από πάνω μου.

Όταν επιστρέψω, θέλω να γυρίσω μια μικρού μήκους. Μια που έχει μείνει στοιχειωμένη στα υπόγεια του μυαλού μου. Δεν ξέρω αν θα συμβεί ποτέ. Γιατί μόνο υπό πολύ συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να γίνει. Δεν έχω πλοκή, σκηνές, διαλόγους, σχεδόν τίποτα. Μόνο εικόνες. Τόσο δυνατές που τις βλέπω μπροστά μου, να βάζουν φωτιά σε κάθε μου αίσθηση. Πως θα τις συναρμολογήσω σε κάτι με συνοχή; Δεν ξέρω..

Aνοίγω έναν φάκελο, νομίζω πως οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες μου είναι καλύτερες. Έχει κάτι το μαγικό το ασπρόμαυρο. Ξεγυμνώνει την εικόνα από χρώματα, αφαιρεί τους αντιπερισπασμούς και επικεντρώνεσαι στο θέμα. Στο φως και στην σκιά. Γιατί μόνο αυτά υπάρχουν. Δε θυμάμαι ποιος διάσημος φωτογράφος το είχε πει, το ασπρόμαυρο υπαινίσσεται, το χρώμα δηλώνει.

Περνάμε όλη μας τη ζωή ανάμεσα στο φως και στην σκιά. Ψάχνοντας την ιδανική ισορροπία. Είμαστε στα φώτα, λαχταράμε για σκοτάδι και το αντίθετο. Αναμνήσεις καμμένες, με πολύ φως ή πολύ μαύρο. Κάποιες λίγες φορές, όλα είναι τέλεια, η έκθεση, το κάδρο, μα κυρίως το θέμα. Ήταν ποτέ ή η νοσταλγία είναι το Photoshop της μνήμης; Οι εικόνες λένε ψέματα, όμως το συναίσθημα που κρύβουν λέει πάντα την αλήθεια.

Κάποιες από τις αγαπημένες μου φωτογραφίες, από όσες έχω τραβήξει, είναι κακές τεχνικά. Αλλά στάζουν τόση πολύ χαρά και πάθος. Άκρες από νήματα που ξετυλίγουν ευτυχισμένες μέρες. Μέρες που έκανα αυτό ακριβώς που ήθελα, που ένιωθα πως ήμουν σε ένα ιδωτικό σύμπαν, μακρυά από αυτό τον κόσμο και τίποτα δεν μπορούσε να με αγγίξει, να με πληγώσει ή να με προσγειώσει.

Γιατί επιστρέφω πάντα στα film noir; Σε μαθαίνουν να συνηθίζεις στην ιδέα πως δεν υπάρχει happy end; Αλλά μέχρι να σε φτάσουν στον γκρεμό, η διαδρόμη είναι τόσο έντονη που αξίζει τον κόπο και δεν θα ήθελες να είναι διαφορετικά; Μήπως τελικά ο παράδεισος είναι η διαδρομή μέχρι την κόλαση; Αποδίδω μεταφυσικές έννοιες σε ένα είδος ταινιών που δεν σηκώνει πολλές ερμηνείες, είναι αυτό που βλέπεις. Δεν είναι κουλτούρικη ταινία, ποιητικής ευαισθησίας, καλειδοσκοπική αλληγορία  με πολλά επίπεδα ερμηνειών για την ευθραυστότητα της ζωής και την αποπνικτική ματαιότητα λόγω έλλειψης επικοινωνίας των ανθρώπινων σχέσεων στις Βαβέλ του μεταστικού κόσμου, από κάποιον μυαλοσεισμόπληκτο auter  που επειδή έχει να κάνει σεξ τουλάχιστον δύο ολυμπιάδες, μακιγιάρει την συναισθηματική αναπηρία και την ανεπάρκεια του σε "τέχνη".

Τα film noir είναι αυτό που δείχνουν. Άνθρωποι που παρασύρονται από το πάθος τους, που έχουν βαρεθεί τις αμέτρητες αποχρώσεις του γκρι, τρέχουν νομίζοντας πως θα αγκαλιάσουν το λευκό της ευτυχίας, για να καταλήξουν 4 στις 5 στο μαύρο. Αλλά στην διαδρομή, ανακαλύπτουν όλα τα χρώματα, πόσο πιο δυνατά είναι όταν ματώνουν, όταν καίγονται, όταν γίνονται καπνός.

Το έχω ζήσει αυτό και δεν θα το αντάλλαζα με τίποτα. Υποτίθεται πως από ένα σημείο και μετά, όσο μεγαλώνεις, κρατάς αυτό που χρειάζεσαι, επειδή δεν μπορείς να έχεις αυτό που θέλεις. Δεν κατηγορώ όσους το κάνουν, αλλά μέχρι τώρα δεν μπορώ και δεν θέλω να το κάνω. Όλα τα πράγματα έχουν ένα τίμημα βέβαια. Δεν έχουν πολλά noir χαρούμενο τέλος, μόνο το Βασικό Ένστικτο μου έρχεται στο μυαλό. Το κατά πόσο είναι happy end το τέλος του, σηκώνει συζήτηση, αλλά στο δικό μου βιβλίο περνάει.

 Ίσως ακόμα καλύτερο τέλος να έχει το True Romance. Η καλύτερη ταινία του Ταραντίνο, επειδή ακριβώς δεν την έχει σκηνοθέτησει ο ίδιος. Το αρχικό σενάριο δεν είχε happy end, αλλά ο μεγάλος Tony Scott - από τους πιο υποτιμημένους σκηνοθέτες όλων των εποχών, ο Ridley έχει συνολικά πολύ χειρότερη και άνιση φιλμογραφία σε σχέση με τον αδεφό του- το άλλαξε, γιατί ήξερε πως μια τόσο όμορφη ιστορία πρέπει να τελειώσει χαρούμενα.

Αυτό το τέλος θέλω και χρειάζομαι. Λαβωμένος, κουρασμένος, αλλά σε κάποια παραλία, με εκείνη από πάνω μου, η σκιά της να μου γλυκαίνει τα μάτια, η μυρωδιά της να με γαληνεύει ενώ ξεντύνεται για να μπει στην θάλασσα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου